Με ή χωρίς κορωνοϊό, οι τιμές παραγωγού στην Ελλάδα βρίσκονται στις τελευταίες θέσεις της ΕΕ

Καθηλωμένες παραμένουν οι τιμές παραγωγού στην Ελλάδα, μήνες πριν ακόμη ξεσπάσει η πανδημία. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι, μεταξύ των κρατών-μελών, η Ελλάδα κατέχει μία θλιβερή πρωτιά: Είναι η μοναδική χώρα της ΕΕ με χαμηλές τιμές παραγωγού σε πολλά από τα βασικά προϊόντα της.

Η πρόσφατη δημοσιοποίηση των τιμών παραγωγού για τον μήνα Σεπτέμβριο από τη Eurostat, δηλαδή μετά τις ιδιαιτερότητες και την εποχική ζήτηση του καλοκαιριού, αποτυπώνει τις διαφορετικές επιπτώσεις του κορωνοϊού στους επιμέρους κλάδους.

Σε επίπεδο ΕΕ συνολικά, οι κλάδοι που εμφανίζονται να έχουν υποστεί τις περισσότερες αρνητικές συνέπειες είναι πρωτίστως οι κτηνοτροφικοί, αλλά και αυτοί που σχετίζονται με την εστίαση, όπως η ζυθοποιία και ο οίνος. Αντίθετα, άλλα προϊόντα μετά το αρχικό σοκ εμφανίζονται να αποκτούν σταδιακά βηματισμό, αν και παραμένουν άγνωστες οι επιπτώσεις του δεύτερου κύματος της πανδημίας που πλέον βιώνουμε.

Η αντίθετη πορεία της Ελλάδας

Η εξέλιξη των τιμών παραγωγού, όπως διαμορφώνεται στην Ελλάδα, είναι διαφορετική. Ο σχετικός πίνακας απεικονίζει τη μέση τιμή σε Ελλάδα και υπόλοιπη ΕΕ τον Ιούλιο του 2019, τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους και τον Σεπτέμβριο του 2020, καθώς και την κατάταξη της χώρας. Κάποιες από τις τάσεις που καταγράφονται έχουν ως εξής:

Μεταξύ Ιουλίου 2019 και Σεπτεμβρίου 2020, η εικόνα των τιμών που λαμβάνει ο Έλληνας παραγωγός κάποιων προϊόντων, συχνά σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στην υπόλοιπη Ευρώπη, εμφανίζει βελτίωση.

Ως γενική παρατήρηση, τα στοιχεία τεκμηριώνουν ότι υστερούμε σημαντικά σε πολλά από τα λεγόμενα «εθνικά» μας προϊόντα, όπως το ελαιόλαδο, το αρνίσιο κρέας, το σκληρό σιτάρι, τα μεγάλα φρούτα. Ίδια εικόνα παρατηρείται σε προϊόντα εποχής, τα οποία αποτελούν τυπικά προϊόντα όλης της ΕΕ, όπως για παράδειγμα η ντομάτα, δηλαδή το κυρίαρχο κηπευτικό της ευρωπαϊκής διατροφής.

Σε ό,τι αφορά τις τάσεις κάποιων επιμέρους κλάδων, η εικόνα διαμορφώνεται ως εξής:

Συγκρίσιμα στοιχεία κάποιων σημαντικών για την Ελλάδα προϊόντων, όπως τα σταφύλια, τα καρπούζια, τα πορτοκάλια, οι φράουλες ή τα βιομηχανικά φυτά δεν υφίστανται. Έτσι, ενώ γνωρίζουμε, για παράδειγμα, ότι οι τιμές παραγωγού στα πορτοκάλια εξελίχθηκαν ικανοποιητικά, δεν μπορούν να γίνουν συγκρίσεις με την υπόλοιπη ΕΕ, όπου επίσης διαμορφώθηκαν ιδιαίτερα υψηλές τιμές. Το αντίθετο ισχύει για τα καρπούζια ή τις πατάτες. Οι εξαγωγές στο κεράσι, που ολοκληρώθηκαν πρόσφατα, ήταν οι υψηλότερες που έχουν καταγραφεί. Αυτό σίγουρα σχετίζεται με το γεγονός ότι οι τιμές του Έλληνα παραγωγού είναι οι δεύτερες χαμηλότερες στην ΕΕ.

Το τελευταίο τρίμηνο, οι τιμές παραγωγού σε βασικές πρώτες ύλες ζωοτροφών, όπως το κριθάρι και το καλαμπόκι, ακολουθούν αυξητικές τάσεις. Η εικόνα αυτή σχετίζεται με τις τάσεις αύξησης της τιμής αιγοπρόβειου γάλακτος.

Οι εξελίξεις στη ζυθοποιία φαίνεται ότι αφήνουν έντονο αποτύπωμα στο κριθάρι.

Σε αντίθεση με τη θετική εικόνα που εμφανίζουν τα μήλα, οι τιμές στα βασικά μας φρούτα είναι απογοητευτικές.

Εν κατακλείδι, οι τιμές του Έλληνα παραγωγού σε σύγκριση με την υπόλοιπη ΕΕ για τα προϊόντα που υπάρχουν συγκρίσιμα στοιχεία είναι οι δεύτερες χαμηλότερες στο ελαιόλαδο, στο σκληρό σιτάρι, στα κεράσια, στο κρέας αγελάδας, οι τρίτες φθηνότερες στο αρνίσιο κρέας και οι τέταρτες χαμηλότερες στην ντομάτα και στο κριθάρι βυνοποίησης. Τέλος, είναι οι πιο φθηνές όλης της ΕΕ σε ροδάκινα, νεκταρίνια και βερίκοκα (στοιχεία Ιουλίου), λεμόνια, ακτινίδια και κολοκυθάκια.

Ζωική παραγωγή

Σε αντίθεση με τη φυτική παραγωγή, η εικόνα της ζωικής διαφέρει. Την περίοδο της κρίσης του κορωνοϊού, οι τιμές στο χοιρινό κρέας, στον κλάδο των αβγών και στο κρέας αγελάδας μειώθηκαν σημαντικά. Αντίθετα, το μοσχαρίσιο κρέας εμφάνισε μικρή αύξηση, ενώ το αρνίσιο κρέας και τα πουλερικά τάσεις σταθερότητας.

Εάν εξαιρέσουμε τους κλάδους του μοσχαρίσιου κρέατος και της αιγοπροβατοτροφίας, που βρίσκονται στα δύο άκρα, οι υπόλοιποι κλάδοι κυμαίνονται στον μέσο όρο της ΕΕ, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στη φυτική παραγωγή.

Κρυφοί παράγοντες που επιδεινώνουν την πραγματικότητα

Η παραπάνω εικόνα διαμορφώνεται με βάση τα επίσημα παραστατικά της αγοράς. Υπάρχουν, ωστόσο, κλάδοι που οι οικονομικές συναλλαγές χωρίς παραστατικά κατέχουν ιδιαίτερο ειδικό βάρος.

Αναφερόμαστε σε συναλλαγές με μετρητά σε σαφώς χαμηλότερα επίπεδα τιμών, που αφορούν μέρος της φυτικής ή ζωικής παραγωγής ειδικά για τις ποσότητες που δεν παρεμβαίνουν συνεταιρισμοί και οργανώσεις παραγωγών ή μεγάλες και συγκροτημένες επιχειρήσεις.

Αξίζει να τονιστεί ότι δεν υπάρχει άλλη χώρα μέλος της ΕΕ που να έχει ταυτόχρονα τόσο χαμηλές τιμές σε τόσους πολλούς κλάδους όπως η Ελλάδα.

Συνεπώς, μπορεί την περίοδο που διανύουμε οι ενισχύσεις των κορωνομέτρων να βρίσκονται στο επίκεντρο, ωστόσο είναι η εύρυθμη λειτουργία της αγοράς και η ισχυροποίηση της θέσης του παραγωγού στη διατροφική αλυσίδα που θα βελτιώσουν τις τιμές και το αγροτικό εισόδημα.