Με το χρηματιστήριο βάμβακος στα πάνω του ξεκινούν οι προπωλήσεις σύσπορου

Το σκέφτονται πολλοί βαμβακοπαραγωγοί λόγω της εικόνας του χρηματιστηρίου

Σε μια ιδιαίτερα ευνοϊκή, από χρηματιστηριακής πλευράς, συγκυρία για τις τιμές παραγωγού ανοίγει μέσα στις επόμενες μέρες η αυλαία των προπωλήσεων για το βαμβάκι της επόμενης σεζόν κι ενώ η αίσθηση που επικρατεί αυτήν τη στιγμή στον κλάδο είναι ότι οδεύουμε προς μια μικρή μεν, υπολογίσιμη δε αύξηση των καλλιεργήσιμων εκτάσεων σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά.

Εκπλήσσοντας ακόμα και αρκετούς αναλυτές, η αγορά έχει δείξει το τελευταίο διάστημα μια αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα στα επίπεδα των 120 σεντς/λίμπρα, δοκιμάζοντας μάλιστα και υψηλότερα όρια, ενώ τα συμβόλαια του Δεκεμβρίου 2022, βάσει των οποίων θα κλειδωθούν τις επόμενες εβδομάδες από τους παραγωγούς οι τιμές για ένα μέρος της παραγωγής της νέας χρονιάς, κινούνται στη Νέα Υόρκη κοντά στα 100 σεντς/λίμπρα, νούμερο που, με την τρέχουσα ισοτιμία ευρώ-δολαρίου, «βγάζει» για το σύσπορο μια τιμή άνω των 60 λεπτών/κιλό.

Κάθε αρχή… και δύσκολη

Το ερώτημα βέβαια είναι πόσοι καλλιεργητές θα δώσουν και φέτος «ψήφο εμπιστοσύνης» στο μοντέλο που εφαρμόστηκε πέρυσι για πρώτη φορά, αφήνοντας, είναι η αλήθεια, γλυκόπικρη γεύση σε αρκετούς από αυτούς. Κι αυτό γιατί το φιξάρισμα από νωρίς των τιμών για ένα κομμάτι της αναμενόμενης σοδειάς έγινε σε επίπεδα που τη δεδομένη στιγμή φάνταζαν απόλυτα ικανοποιητικά, ωστόσο από το φθινόπωρο και μετά η αγορά οδηγήθηκε ακόμα πιο ψηλά, δίνοντας τιμές ακόμα και άνω των 70 λεπτών/κιλό.

Αποτέλεσμα αυτού ήταν πολλοί από όσους προχώρησαν σε προπωλήσεις να νιώθουν στο τέλος… ριγμένοι, ενώ δεν έλειψαν και αυτοί που αναζήτησαν τρόπους να «σπάσουν» τις συμφωνίες, παρά τις αυστηρές ρήτρες. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, πάντως, οι εκκοκκιστικές επιχειρήσεις έσπευσαν να «γλυκάνουν» τους καλλιεργητές, προσθέτοντας έως και 7 λεπτά/κιλό στη συμφωνημένη, βάσει των συμβολαίων προαγοράς, τιμή.

Πηγές των εκκοκκιστών εκτιμούν ότι, παρά το περσινό… σκωτσέζικο ντους, οι προπωλήσεις θα είναι και φέτος επίκαιρες, κυρίως λόγω των ανατιμήσεων που απειλούν να εκτοξεύσουν τα κόστη παραγωγής. «Για έναν αγρότη που πρόκειται να “φορτωθεί” ένα αυξημένο κοστολόγιο, εξαιτίας των ανατιμήσεων σε λιπάσματα, φάρμακα και ενέργεια και ο οποίος παράλληλα ανησυχεί για το ενδεχόμενο υποχώρησης των τιμών τους επόμενους μήνες, έχει νόημα και φαντάζει λογικό να “φιξάρει” από τώρα μέρος της παραγωγής του μέσω των συμβολαίων προαγοράς», δηλώνει στην «ΥΧ» επιχειρηματίας του χώρου.

Ο ίδιος βέβαια τονίζει ότι μια τέτοια συμφωνία προϋποθέτει δεσμεύσεις και συγκεκριμένες υποχρεώσεις και για τα δύο μέρη. «Δυστυχώς υπήρξαν “κρούσματα” ασυνέπειας από πλευράς κάποιων καλλιεργητών τα οποία αποτελούν και το μελανό σημείο της περασμένης χρονιάς. Κάποιες επιχειρήσεις έμειναν “ξεκρέμαστες”. Ευτυχώς όμως αυτά τα φαινόμενα ήταν σχετικά περιορισμένα και σε καμία περίπτωση δεν χαρακτηρίζουν το σύνολο των παραγωγών», προσθέτει.

ΧΡΙΣΤΙΑΝΝΑ ΚΑΛΟΓΗΡΟΥ
«Το ελληνικό βαμβάκι θα αποκτήσει τη θέση που του αξίζει»

Την πεποίθησή της ότι η Εθνική Στρατηγική της δεκαετίας 2019-2029 δημιουργεί τις προϋποθέσεις ώστε το ελληνικό βαμβάκι με τη μέγιστη δυνατή προστιθέμενη αξία και με αυξημένη ανταγωνιστικότητα να κατακτήσει τη θέση που του αξίζει στη διεθνή αγορά, εκφράζει με αποκλειστική δήλωσή της στην «ΥΧ» η επικεφαλής της Ομάδας Εργασίας Βάμβακος και γεν. γραμματέας Αγροτικής Ανάπτυξης, Χριστιάννα Καλογήρου.

Αναλυτικά, στη δήλωσή της,η κα Καλογήρου σημειώνει τα εξής:

«“Λευκός θησαυρός” της χώρας μας, το βαμβάκι αποτελεί ισχυρό, παραδοσιακό κλάδο της εθνικής μας οικονομίας. Η Διεπαγγελματική Οργάνωση Βάμβακος είναι πολύτιμος συνομιλητής και συνεργάτης μας και καθοριστικός παράγοντας για την κατάρτιση της Εθνικής Στρατηγικής.

Η Εθνική Στρατηγική για το βαμβάκι έχει φιλοπεριβαλλοντική διάσταση, περιλαμβάνει πολιτικές αειφορίας και δράσεις εφαρμογής προηγμένων τεχνολογιών καλλιέργειας, άρδευσης, λίπανσης και φυτοπροστασίας, ορθολογικής χρήσης των εισροών και εξοικονόμησης νερού και ενέργειας.

Πρόκειται για ένα μελετημένο και στοχευμένο σχέδιο δράσης, προϊόν συστηματικής εργασίας, που αποσκοπεί στη μακροχρόνια και βιώσιμη ανάπτυξη του τομέα βάμβακος στην Ελλάδα.

Διαμορφώνονται έτσι οι συνθήκες για τη δημιουργία προϊόντος με τη μέγιστη δυνατή προστιθέμενη αξία, με αυξημένη ανταγωνιστικότητα, που ως συνώνυμο της ποιότητας, θα κατακτήσει τη θέση που του αξίζει στη διεθνή αγορά».

 

Οδικός χάρτης για το μέλλον η Εθνική Στρατηγική

Η δημιουργία πλαισίου προπωλήσεων για το βαμβάκι, όπως και μια σειρά από άλλες δράσεις και προτεραιότητες (λήψη μέτρων μείωσης κόστους παραγωγής, χρηματοδότηση προγραμμάτων στάγδην άρδευσης και ευφυούς γεωργίας για την ορθολογική διαχείριση των υδάτινων πόρων και των εισροών, χρήση σύγχρονων τραπεζικών εργαλείων χρηματοδότησης της καλλιέργειας όπως η συμβολαιακή γεωργία, πιστοποίηση του παραγόμενου βάμβακος ως Ecolabel, BCI, κίνητρα για εκσυγχρονισμό των εκκοκκιστηρίων κ.ά.) περιγράφονται στην Εθνική Στρατηγική για το Βαμβάκι για την περίοδο 2019-2029, που δόθηκε στη δημοσιότητα από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης.

Φορέας παρακολούθησης ορίστηκε η Ομάδα Εργασίας Βάμβακος του υπουργείου και, όπως δηλώνει στην «ΥΧ» ο πρόεδρος της Διεπαγγελματικής (ΔΟΒ), Ευθύμιος Φωτεινός, αποτελεί ουσιαστικά τον οδικό χάρτη ολόκληρης της αλυσίδας αξίας του κλάδου για την ερχόμενη δεκαετία.

«Σαφώς και συμμετείχαμε στη διαμόρφωσή της όμως είναι το πλέον σημαντικό ότι η στρατηγική αυτή ωρίμασε και υιοθετήθηκε από το ίδιο το υπουργείο. Έγινε μια πολύ σοβαρή δουλειά όλο αυτό το διάστημα και πάνω σε αυτή μπορούμε να χαράξουμε την πορεία του κλάδου», σημειώνει και εξαίρει τον ρόλο της επικεφαλής της Ομάδας Εργασίας Βάμβακος και γεν. γραμματέα Αγροτικής Ανάπτυξης, Χριστιάννας Καλογήρου, η οποία «αγκάλιασε το εγχείρημα και ήταν σύμμαχός μας».

Κάνοντας έναν σύντομο απολογισμό της περσινής χρονιάς, ο πρόεδρος της ΔΟΒ στέκεται ιδιαίτερα στην αύξηση κατά 40% μεσοσταθμικά των τιμών παραγωγού και εκφράζει την αισιοδοξία του για την επόμενη. «Το χρηματιστήριο πηγαίνει καλά, γι’ αυτό και ως ΔΟΒ ενημερώσαμε τους παραγωγούς για τη δυνατότητα που έχουν να κάνουν προπωλήσεις», αναφέρει και υπογραμμίζει την τεράστια πρόκληση του κόστους παραγωγής.

«Πάμε για ένα κοστολόγιο της τάξης των 300 ευρώ/στρέμμα, χωρίς καν να συμπεριλαμβάνουμε το ενοίκιο. Τα πάντα έχουν ανέβει. Πρέπει η πολιτεία να δει το θέμα και να σταθεί στο πλευρό του Έλληνα βαμβακοπαραγωγού», τονίζει.