Ζητείται λύση για την αγορά δύο ταχυτήτων

Τα απολογιστικά στοιχεία του Συστήματος RASFF παρουσίασε πρόσφατα η Κομισιόν.
Από αυτά προκύπτει ότι το 2022 καταγράφηκαν 578 ειδοποιήσεις υπερβολικής παρουσίας φυτοφαρμάκων σε εισαγόμενα φρούτα και λαχανικά, με τις 292 των περιπτώσεων να έχουν εντοπιστεί στις πύλες εισόδου της ΕΕ με την Τουρκία, δηλαδή την Ελλάδα και τη Βουλγαρία.

Αν αναλογιστούμε ότι οι δειγματοληψίες αφορούν ένα περιορισμένο τμήμα των ευρωπαϊκών εισαγωγών, γίνεται αντιληπτό ότι, κατ’ αρχάς, τίθεται σοβαρό ζήτημα προστασίας του καταναλωτή.

Ωστόσο, το ζήτημα επιδρά και στην αγροτική ανάπτυξη. Όσο η ΕΕ επιβάλλει (και ορθά) τους πιο αυστηρούς κανόνες υγιεινής των τροφίμων, προστασίας του καταναλωτή και του περιβάλλοντος, πρέπει να φροντίζει οι εμπορικοί της εταίροι από τους οποίους εισάγει να κάνουν το ίδιο. Όσο, δηλαδή, η ΕΕ δεν υποχρεώνει τις χώρες από τις οποίες εισάγει να τηρούν τις ίδιες προδιαγραφές με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές και απλώς συμβιβάζεται με την καταστροφή των προβληματικών φορτίων όταν και αν αυτά πιαστούν, δημιουργείται σοβαρό πρόβλημα άνισης μεταχείρισης.

Ένα παράδειγμα: Όπως ενημερώνουν στελέχη των εξαγωγέων νωπών, η κρίση που διανύουμε είχε ως αποτέλεσμα την κάμψη της κατανάλωσης οπωροκηπευτικών και τη στροφή του καταναλωτή σε πιο φθηνά προϊόντα. Στη Γερμανία, λόγου χάρη, ενώ οι ελληνικές εξαγωγές εσπεριδοειδών μειώθηκαν κατά περίπου 50%, οι αντίστοιχες του Μαρόκου αυξήθηκαν κατά 15%. Αιτία, οι μειωμένες προδιαγραφές ποιότητας και καλλιεργητικών πρακτικών που εφαρμόζει η εν λόγω χώρα σε σύγκριση με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές.

Θεματοφύλακας των παραπάνω δεν οφείλει να είναι μόνο η ΕΕ, αλλά και τα κράτη-μέλη, ειδικά στις περιπτώσεις που τα οπωροκηπευτικά αποτελούν κλάδο «εθνικής» προτεραιότητας. Στη χώρα μας, βέβαια, η έλλειψη υποδομών και στελεχιακού ελεγκτικού μηχανισμού στις πύλες εισόδου είναι γνωστή, ενώ αποτελεί μόνιμο πεδίο υπουργικών υποσχέσεων.

Ενδεικτικό, μάλιστα, της υποβάθμισης της σημασίας των ελέγχων είναι και ένα περιστατικό που σημειώθηκε τις ημέρες αυτές. Πιο συγκεκριμένα, λόγω της ατολμίας και της κωλυσιεργίας του ΥΠΑΑΤ, δεν ανανεώθηκαν οι συμβάσεις 51 εργαζομένων του Μπενάκειου που απασχολούνται και με ζητήματα φυτοπροστασίας. Τελικά, ήταν οι αποφάσεις της διοίκησης του Ινστιτούτου που δρομολόγησαν τη λύση, αποτρέποντας να τιναχτεί το σύστημα ελέγχου στον αέρα.