Αυτό το άρθρο είναι 31 μηνών

Ζωοτροφές και ρεύμα καίνε τους χοιροτρόφους, το μπαλάκι στα κράτη πετάει η Κομισιόν

Συνταγή Γαλλίας-Πολωνίας με κρατικά πακέτα στήριξης προκρίνει ο Γ. Βοϊτσεχόφσκι
10/02/2022
10'+ διάβασμα
zootrofes-kai-revma-kaine-tous-choirotrofous-to-balaki-sta-krati-petaei-i-komision-254374
των Αντώνη Ανδρονικάκη, Γιάννη Τσατσάκη

Σοβαρή απειλή, ακόμα και για παύση της λειτουργίας τους, αντιμετωπίζουν οι χοιροτροφικές μονάδες, καθώς στη μεγάλη αύξηση του κόστους των ζωοτροφών προστίθενται οι υπέρογκοι λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος, δημιουργώντας συνθήκες ασφυξίας για τις εκμεταλλεύσεις.

Την κατάσταση επιδεινώνει και η κακή εμπορική περίοδος που διανύει ο κλάδος, εξαιτίας της μεγάλης προσφοράς χοιρινού σε χαμηλή τιμή στην ευρωπαϊκή αγορά. Ενδεικτικά είναι τα όσα αναφέρει, σε επιστολή που κοινοποίησε στην ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, η Νέα Ομοσπονδία Χοιροτροφικών Συλλόγων Ελλάδος, κατά τη συνάντησή της με τον υφυπουργό, Σίμο Κεδίκογλου, την περασμένη εβδομάδα.

Αυξήσεις έως 300% στα ιχνοστοιχεία

Όπως αναφέρεται στο εν λόγω έγγραφο, τα έξοδα διατροφής αντιπροσωπεύουν το 70% του συνολικού κόστους παραγωγής του κλάδου και οι αυξήσεις στα δημητριακά είναι της τάξης του 70%-80%, ενώ στα βιταμινούχα προμείγματα και στα αμινοξέα, που είναι κυρίως εισαγόμενα, οι αυξήσεις φτάνουν ακόμα και το 300% (π.χ. λυσίνη από 1,17 σε 4,50 ευρώ το κιλό).

«Με τέτοιες ανατιμήσεις και ειδικά με την αύξηση στους λογαριασμούς της ηλεκτρικής ενέργειας, υπάρχει άμεση απειλή για τη βιωσιμότητα των μονάδων μας, αν λάβουμε υπόψη και την τρέχουσα συγκυρία με την υπερπροσφορά χοιρινού στην αγορά», σχολιάζει στην «ΥΧ» ο Καρδιτσιώτης χοιροτρόφος και αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ), Γιώργος Διδάγγελος.

Ένας φαύλος κύκλος χρέους

Από την πλευρά του, ο καθετοποιημένος χοιροτρόφος, Λάμπρος Τσικάκης, από τη Σπάρτη, εκτιμά ότι οι αυξήσεις στο ρεύμα απειλούν να ρίξουν τους παραγωγούς σε έναν φαύλο κύκλο χρέους: «Εμείς έχουμε το πλεονέκτημα, εκτός από τις χοιροτροφικές μονάδες, να διαθέτουμε δικό μας σφαγείο και δικά μας καταστήματα λιανικής. Παρ’ όλα αυτά, οι αυξήσεις στο ρεύμα, λόγω της ρήτρας αναπροσαρμογής είναι τεράστιες. Αν δεν ληφθούν μέτρα, ο μόνος τρόπος για να συνεχίσουμε να πληρώνουμε τους λογαριασμούς είναι να μειώσουμε το προσωπικό των καταστημάτων μας. Αυτό, όπως αντιλαμβάνεστε, θα έχει άμεση επίπτωση στις πωλήσεις μας και θα μας οδηγήσει σε έναν φαύλο κύκλο αρνητικών οικονομικών αποτελεσμάτων».

Ο ίδιος μάς κοινοποίησε πρόσφατο λογαριασμό αγροτικού τιμολογίου ρεύματος ενός μηνός (Δεκέμβριος 2021 – Ιανουάριος 2022) του σφαγείου, όπου για κατανάλωση ρεύματος αξίας 5.700 ευρώ, η ρήτρα αναπροσαρμογής επιβαρύνει τον παραγωγό με επιπλέον 19.200 ευρώ!

Μεγάλη είναι η πίεση και για τις φάρμες ελευθέρας βοσκής, όπως εξηγεί ο χοιροτρόφος από τη Λάρισα, Αλέξανδρος Καριπίδης: «Οι τιμές στο καλαμπόκι και στο κριθάρι βρίσκονται εδώ και μήνες στα ύψη. Οι γεωργοί περίμεναν μια ευκαιρία να βγάλουν κάποιο έσοδο, κάτι που είναι λογικό. Τα ποσοστά θνησιμότητας στις γέννες μας φτάνουν το 50%. Από ένα σφάγιο 35 κιλών μας μένει έσοδο 40 ευρώ, τη στιγμή που πέρσι ήταν από 60 έως 70 ευρώ και αυτό βέβαια προ φόρων. Χρειαζόμαστε τη στήριξη του κράτους».

Τη δύσκολη θέση στην οποία έχουν περιέλθει οι Ευρωπαίοι χοιροτρόφοι αναγνωρίζει και η Κομισιόν, αποκρούοντας, ωστόσο, μέχρι τώρα, τις αιτιάσεις για βαθιές παρεμβάσεις σε κεντρικό επίπεδο. Μετά το Συμβούλιο Γεωργίας στις 17 Ιανουαρίου, όπου το ζήτημα ανέκυψε για πολλοστή φορά, ο επίτροπος, Γ. Βοϊτσεχόφσκι άφησε για πρώτη φορά ανοιχτό το ενδεχόμενο λήψης κάποιων μέτρων στήριξης, ωστόσο το σημείωμα που στάλθηκε στα κράτη-μέλη, περίπου δέκα μέρες μετά, έμοιαζε να χαμηλώνει αρκετά τον πήχη των προσδοκιών και να πετάει το μπαλάκι στις εθνικές κυβερνήσεις.

Επί της ουσίας, η Επιτροπή «έδειχνε» προς την κατεύθυνση των άρθρων 220 (έκτακτα μέτρα για την κάλυψη ζημιών που απορρέουν από τους περιορισμούς στη μετακίνηση των ζώων για υγειονομικούς λόγους) και 222 (εξαίρεση από τις διατάξεις περί ανταγωνισμού για συλλογικές πρωτοβουλίες σε περιόδους κρίσης) του Κανονισμού της ΚΟΑ, θεωρώντας αναποτελεσματικά ή μη εφαρμόσιμα μέτρα εισοδηματικής στήριξης που θα μπορούσαν να ενταχθούν κάτω από την «ομπρέλα» π.χ. του άρθρου 219.

Εξαγωγές χοιρινού της ΕΕ
(σε τόνους σφάγιου, 2020)

  Κίνα: 3.337.588
  Μεγάλη Βρετανία: 961.560
  Ιαπωνία: 360.096
  Χονγκ Κονγκ: 283.590
  Νότια Κορέα: 195.115
  Φιλιππίνες: 142.947
  Άλλες: 1.090.775

 
 Οι «7» κέρδισαν τους «13»

Η αίσθηση αυτή επιβεβαιώθηκε στη Συνεδρίαση της Ειδικής Επιτροπής για τη Γεωργία (SCA) τη Δευτέρα 31 Ιανουαρίου, όπου το αίτημα 13 κρατών για ενεργοποίηση του άρθρου 219 απορρίφθηκε. Το ενδιαφέρον είναι ότι -όπως ανέφερε ο Γ. Βοϊτσεχόφσκι την Τετάρτη, 2 Φεβρουαρίου, στη συνεδρίαση της COMAGRI-, εναντίον του συγκεκριμένου αιτήματος τάχθηκαν επτά κράτη που συγκεντρώνουν σχεδόν τα 2/3 της ευρωπαϊκής παραγωγής χοιρινού και, πιο συγκεκριμένα, οι Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Δανία, Ολλανδία, Σουηδία και Φινλανδία.

Μάλιστα, στην ίδια συνεδρίαση, ο επίτροπος προέτρεψε τις κυβερνήσεις να προχωρήσουν σε μέτρα στήριξης χρηματοδοτούμενα από τους κρατικούς προϋπολογισμούς, εξαίροντας τα παραδείγματα της Γαλλίας και της Πολωνίας, που ανακοίνωσαν αυτή την εβδομάδα έκτακτα πακέτα ύψους 270 και 88 εκατ. ευρώ αντίστοιχα. «Η κρατική βοήθεια είναι ένα αποτελεσματικό εργαλείο που μπορεί να κάνει τη διαφορά. Έχω επανειλημμένα και μετ’ επιτάσεως καλέσει τα κράτη-μέλη να το αξιοποιήσουν για να βοηθήσουν τον κλάδο», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Γ. Βοϊτσεχόφσκι, προσθέτοντας ότι ενδεχόμενη στήριξη μέσω του Άρθρου 219 θα έπρεπε να χρηματοδοτηθεί μέσω του Αποθεματικού Κρίσεων. «Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε την έγκριση της Ευρωβουλής και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, επομένως τα χρήματα δεν θα μπορούσαν να καταβληθούν μέσα στο 2023. Επιπλέον, επί της ουσίας θα ήταν οι ίδιοι οι αγρότες που θα χρηματοδοτούσαν το μέτρο», υπογράμμισε.

Τα κόστη πήραν την ανηφόρα

Στο έγγραφο που στάλθηκε στις εθνικές αντιπροσωπείες πριν από τη συνεδρίαση της SCA, η Κομισιόν περιγράφει τις ανατιμήσεις των τελευταίων μηνών στα εφόδια και ευρύτερα στα κόστη παραγωγής.

Επικαλούμενη τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι τιμές των λιπασμάτων, της ενέργειας και των ζωοτροφών αυξήθηκαν το γ’ τρίμηνο του 2021 κατά 28%, 25% και 16% αντίστοιχα, ενώ στο δ’ τρίμηνο τα πράγματα έκανε ακόμα πιο δύσκολα το (νέο) άλμα στις τιμές του φυσικού αερίου το οποίο συμπαρέσυρε και τις τιμές των αζωτούχων λιπασμάτων.

Αποτέλεσμα αυτού ήταν τον Δεκέμβριο του 2021 ο Δείκτης Λιπασμάτων (Fertilizer Ιndex) της Παγκόσμιας Τράπεζας να είναι αυξημένος κατά 164% σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2020.

Στο ίδιο διάστημα, οι τιμές των αγροτικών προϊόντων στο σύνολό τους αυξήθηκαν μεσοσταθμικά κατά 8%, γεγονός που βοήθησε ώστε το εισόδημα των παραγωγών να μείνει σχετικά ανεπηρέαστο. Αυτό όμως δεν συνέβη στη χοιροτροφία, αφού, όπως παραδέχεται η Κομισιόν, και σε αντίθεση με τους περισσότερους άλλους κλάδους, οι παραγωγοί δεν μπόρεσαν να «περάσουν» τα υπέρογκα πλέον κόστη στις τιμές πώλησης των προϊόντων τους.

Το «τρενάκι του τρόμου» της τελευταίας διετίας

Στο έγγραφό της η Κομισιόν κάνει επίσης μια σύντομη αναδρομή στις εξελίξεις στην αγορά χοιρινού την τελευταία διετία, την οποία παρομοιάζει με «τρενάκι του τρόμου». Όπως αναφέρει, από τον Δεκέμβριο του 2019 έως τον Μάρτιο του 2020, οι τιμές των χοίρων σημείωσαν άνοδο 43% λόγω της ζωηρής ζήτησης, ιδίως από την πλευρά της Κίνας, η οποία εκείνη την περίοδο είχε να αντιμετωπίσει την έξαρση της αφρικανικής πανώλης.

Ακολούθως, και μέχρι τον Ιανουάριο του 2021, οι τιμές υποχώρησαν 31%, αφού στο μεταξύ η παραγωγή στην Κίνα είχε αρχίσει να ανακάμπτει, ενώ στην Ευρώπη ο κλάδος βίωνε τις επιπτώσεις των λοκντάουν, αλλά και της εμφάνισης, αυτήν τη φορά σε ευρωπαϊκό έδαφος, της αφρικανικής πανώλης.

Στη συνέχεια, και με το άνοιγμα των οικονομιών, η αγορά επανήλθε σε ανοδικό κανάλι, με αποτέλεσμα τον Ιούνιο του 2021 οι τιμές να έχουν ενισχυθεί κατά 28%. Όμως, αυτή η τάση δεν κράτησε για πολύ, καθώς άρχισε να γίνεται αντιληπτό ότι η οικονομική ανάκαμψη δεν μπορούσε να αντισταθμίσει την επιβράδυνση των εξαγωγών στην Κίνα και την αύξηση της παραγωγής σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ιδίως σε Ιταλία, Δανία, Ολλανδία και Ισπανία που, μαζί με τη Γερμανία, συγκαταλέγονται στους μεγαλύτερους παίκτες του κλάδου. Έτσι, τον Νοέμβριο του 2021, οι τιμές των ζώντων ζώων είχαν μειωθεί κατά 21%.

Σημάδια ανάκαμψης

Βέβαια, η Επιτροπή εξακολουθεί να βλέπει το ποτήρι… μισογεμάτο, επικαλούμενη, μεταξύ άλλων, τη μικρή αύξηση 2% στις τιμές των ζώων που καταγράφηκε τον Δεκέμβριο και τις ήπιες ανοδικές τάσεις του Ιανουαρίου. Αυτό, όπως σημειώνει, είναι ενθαρρυντικό δεδομένου ότι συνήθως και υπό «κανονικές συνθήκες» αυτή την περίοδο του χρόνου οι τιμές υποχωρούν για να ανακάμψουν την άνοιξη.

Επιπλέον και σε ό,τι αφορά τα κόστη παραγωγής, η Κομισιόν συντάσσεται με την εκτίμηση ότι οι έντονες πληθωριστικές πιέσεις θα αποκλιμακωθούν μέσα στο 2022. Οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν μειωθεί κατά 50% από τα υψηλά της 20ής Δεκεμβρίου, σταθεροποιώντας έως έναν βαθμό και εκείνες των λιπασμάτων, ενώ πτωτικές τάσεις διαβλέπει και στα ναύλα.

 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Υπαιθρος Χώρα»
που κυκλοφόρησε την Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2022
ΓΡΑΦΕΙ: