Γ. Τσίπρας: Ο αγροδιατροφικός τομέας θα προσέλκυσει ξένες επενδύσεις

Την πεποίθηση ότι, παρά το μικρό του μέγεθος, ο εγχώριος αγροδιατροφικός τομέας θα είναι από τα πεδία προσέλκυσης επενδύσεων για τη χώρα, εκφράζει, με συνέντευξή του στην «ΥΧ» ο γενικός γραμματέας Οικονομικών Σχέσεων του υπουργείου Εξωτερικών, Γιώργος Τσίπρας.

Γ. Τσίπρας: Ο αγροδιατροφικός τομέας θα είναι από τα πεδία προσέλκυσης ξένων επενδύσεων

Της Νατάσας Φραγκούλη

Ο ίδιος βλέπει στη συστράτευση όλων των εμπλεκόμενων δυνάμεων και στην επίτευξη των απαραίτητων συνεργειών μεταξύ Δημοσίου, ιδιωτικού τομέα, παραγωγών και συνεταιρισμών, το «κλειδί» που θα ξεκλειδώσει τη δυναμική της εξωστρέφειας για τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα. Στη συνέντευξή του στην «ΥΧ», ο κ. Τσίπρας υπογραμμίζει ότι τα όπλα της Ελλάδας, προκειμένου να κερδίσουν τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα το στοίχημα της εξωστρέφειας, σχετίζονται με τη γεωγραφική και γεωπολιτική θέση της χώρας, την ιδιαιτερότητα πολλών ελληνικών προϊόντων, καθώς και το υψηλής ποιότητας επιστημονικό και τεχνικό δυναμικό.

Ωστόσο, όπως παραδέχεται ο ίδιος, η οικονομική διπλωματία στη χώρα δεν έχει ακόμη ενηλικιωθεί. Ως αποτέλεσμα, σύμφωνα με όσα τονίζει στη συνέντευξή του, παρά την ανωτερότητα πολλών ελληνικών προϊόντων του αγροδιατροφικού τομέα, αυτά δεν έχουν καταλάβει τη θέση που τους αρμόζει στις διεθνείς αγορές, με αποτέλεσμα η χώρα και οι ίδιοι οι παραγωγοί να μην εισπράττουν την προστιθέμενη αξία που τους αναλογεί. Προκειμένου να αναστραφεί αυτή η εικόνα, η Ελλάδα πρέπει να αναζητήσει νέες και διαφοροποιημένες αγορές για τα ελληνικά προϊόντα, καθώς, όπως διαπιστώνει, «αν κάτι έχει αλλάξει δραστικά τις τελευταίες δεκαετίες στον πλανήτη σε οικονομικό επίπεδο, αυτό είναι η ανάδυση νέων αγορών και οι συνταρακτικές ανακατατάξεις της παγκόσμιας οικονομικής γεωγραφίας». Σε αυτή την κατεύθυνση, η χώρα κάνει προσπάθεια να «ανοίξει» μείζονος σημασίας αγορές, όπως αυτές της Κίνας, της Ρωσίας, της Ιαπωνίας, του Ιράν και των χωρών της αραβικής χερσονήσου. Κληθείς να σχολιάσει τη δυναμική του αγροδιατροφικού τομέα να προσελκύσει ξένες επενδύσεις στη χώρα, ο κ. Τσίπρας εξέφρασε την άποψη ότι ο κλάδος θα είναι σίγουρα από τα πεδία προσέλκυσης επενδύσεων, όταν αυτές ξεκινήσουν.

Η οικονομική διπλωματία είναι από τα εργαλεία εξωστρέφειας που έμειναν στάσιμα ή και μαράζωσαν τα τελευταία χρόνια, σε μια περίοδο που έπρεπε ίσα-ίσα τέτοια εργαλεία να ενισχυθούν, να πέσει εκεί η προσοχή μας

Αναφέρεστε συχνά στην ανάγκη για μετάβαση της Ελλάδας από μια οικονομία χαμηλής σε μια οικονομία υψηλής ανταγωνιστικότητας. Ποια στρατηγική έχει ενεργοποιήσει η χώρα προς αυτή την κατεύθυνση;

Θα ήταν υπερβολή να πω πως έχει ήδη ενεργοποιηθεί μια τέτοια στρατηγική. Η παραγωγική ανασυγκρότηση που είχαμε εξαγγείλει τώρα ξεκινάει, μετά από μια πολύμηνη περίοδο αβεβαιότητας, για τους γνωστούς λόγους. Και ξεκινά εν μέσω μέτρων και ρυθμίσεων, ορισμένα από τα οποία μας έχουν επιβληθεί και δεν συμβάλλουν στην προοπτική της παραγωγικής ανασυγκρότησης.

Τα συγκριτικά πλεονεκτήματα είναι η ιδιαίτερη γεωγραφική και γεωπολιτική θέση της χώρας, η ιδιαιτερότητα πολλών από τα ελληνικά προϊόντα, το επιστημοτεχνικό δυναμικό που διαθέτει η Ελλάδα, οι δυνατότητες εξειδίκευσης. Αν πάρετε, για παράδειγμα, τον αγροδιατροφικό τομέα, είναι δεδομένη η ανωτερότητα πολλών ελληνικών προϊόντων. Ωστόσο, από το σημείο αυτό μέχρι τη θέση που τελικά καταλαμβάνουν στις αγορές, το branding, την τιμή που επιστρέφει στην Ελλάδα ή τον παραγωγό, η απόσταση είναι μεγάλη.  Βλέπετε προοπτικές προσέλκυσης ξένων επενδύσεων στον τομέα της πρωτογενούς παραγωγής; Και εάν ναι, σε ποιους κλάδους; Το κατά κανόνα μικρό μέγεθος των παραγωγικών μονάδων στον αγροτικό χώρο δυσχεραίνει αυτή την προοπτική. Ωστόσο, ενδιαφέρον υπάρχει, και πιστεύω ότι ο αγροδιατροφικός τομέας θα είναι ένα από τα πεδία προσέλκυσης επενδύσεων, όταν αυτές ξεκινήσουν. Για παράδειγμα, υπάρχουν αραβικές χώρες που επενδύουν σημαντικά στον τομέα αυτόν στον ευρωπαϊκό χώρο, μεταξύ άλλων και για λόγους διατροφικής ασφάλειας. Η εγγύτητα της Ελλάδας και η ξεχωριστή ποιότητα των προϊόντων της θα έπρεπε να την κατατάσσει στους πρώτους προορισμούς. Αυτό προϋποθέτει, όμως, ορισμένες αναδιαρθρώσεις εσωτερικά και, βέβαια, από την άλλη μεριά, να ξεκινήσει η πολυπόθητη ροή επενδύσεων που εξαρτάται από γενικότερους όρους εμπιστοσύνης.Η παραγωγική ανασυγκρότηση αποσκοπεί σε μια περισσότερο εξωστρεφή οικονομία, με τομείς, κλάδους και προϊόντα που έχουν καλύτερες θέσεις σε διεθνείς αλυσίδες αξίας, με υψηλότερη προστιθέμενη αξία, με μεγαλύτερη εξειδίκευση. Ο στόχος αυτός είναι εφικτός, γιατί η χώρα διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα που μπορεί να αξιοποιήσει. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να υπάρξει σχεδιασμός, να ανταποκριθεί η δημόσια διοίκηση στον σχεδιασμό αυτό, να υπάρξει ουσιαστική συνέργεια μέσα στο ίδιο το δημόσιο και τους φορείς και κυρίως να υπάρξει συνέργεια δημόσιου και ιδιωτικού. Δεν θεωρώ ότι αυτές οι προϋποθέσεις επιδιώχθηκαν συστηματικά στο παρελθόν και δεν έφεραν αποτέλεσμα.

Επίσης, όταν μιλάμε για διεθνείς οικονομικές σχέσεις ή εξωστρέφεια, δεν αναφερόμαστε μόνο σε εξαγωγές αλλά ακόμη στην προσέλκυση επενδύσεων και στην αύξηση των τουριστικών ροών. Τα τρία αυτά πεδία δεν είναι ασύνδετα μεταξύ τους σήμερα.

Αποτελεί ο αγροδιατροφικός τομέας τμήμα αυτής της στρατηγικής και πώς αυτή εξειδικεύεται στον κλάδο της πρωτογενούς παραγωγής;

Είναι από τους κατεξοχήν τομείς μιας τέτοιας εξωστρεφούς κατεύθυνσης. Πάρτε για παράδειγμα το ελληνικό ελαιόλαδο. Του αξίζει μια πολύ καλύτερη τύχη στη διεθνή αγορά, με υψηλότερη προστιθέμενη αξία, και τελικά με μεγαλύτερες απολαβές για τον παραγωγό. Αλλά αυτό προϋποθέτει έναν σχεδιασμό και συνέργεια δημόσιου, συνεταιρισμών και ιδιωτών που μέχρι τώρα δεν έχει υπάρξει. Κι όμως, είναι κάτι που έχει γίνει σε άλλες χώρες, όπως η Ισπανία, που σήμερα κυριαρχεί, όχι μόνο λόγω μεγέθους.

Ποια είναι τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της παραγωγικής δυναμικότητας της χώρας, στα οποία εστιάζει η εθνική μας στρατηγική για την εξωστρέφεια;

Τα συγκριτικά πλεονεκτήματα είναι η ιδιαίτερη γεωγραφική και γεωπολιτική θέση της χώρας, η ιδιαιτερότητα πολλών από τα ελληνικά προϊόντα, το επιστημοτεχνικό δυναμικό που διαθέτει η Ελλάδα, οι δυνατότητες εξειδίκευσης. Αν πάρετε, για παράδειγμα, τον αγροδιατροφικό τομέα, είναι δεδομένη η ανωτερότητα πολλών ελληνικών προϊόντων. Ωστόσο, από το σημείο αυτό μέχρι τη θέση που τελικά καταλαμβάνουν στις αγορές, το branding, την τιμή που επιστρέφει στην Ελλάδα ή τον παραγωγό, η απόσταση είναι μεγάλη.

Βλέπετε προοπτικές προσέλκυσης ξένων επενδύσεων στον τομέα της πρωτογενούς παραγωγής; Και εάν ναι, σε ποιους κλάδους;

Το κατά κανόνα μικρό μέγεθος των παραγωγικών μονάδων στον αγροτικό χώρο δυσχεραίνει αυτή την προοπτική. Ωστόσο, ενδιαφέρον υπάρχει, και πιστεύω ότι ο αγροδιατροφικός τομέας θα είναι ένα από τα πεδία προσέλκυσης επενδύσεων, όταν αυτές ξεκινήσουν. Για παράδειγμα, υπάρχουν αραβικές χώρες που επενδύουν σημαντικά στον τομέα αυτόν στον ευρωπαϊκό χώρο, μεταξύ άλλων και για λόγους διατροφικής ασφάλειας. Η εγγύτητα της Ελλάδας και η ξεχωριστή ποιότητα των προϊόντων της θα έπρεπε να την κατατάσσει στους πρώτους προορισμούς. Αυτό προϋποθέτει, όμως, ορισμένες αναδιαρθρώσεις εσωτερικά και, βέβαια, από την άλλη μεριά, να ξεκινήσει η πολυπόθητη ροή επενδύσεων που εξαρτάται από γενικότερους όρους εμπιστοσύνης.

Προσπαθούμε να διευρύνουμε τις αδικαιολόγητα περιορισμένες διμερείς οικονομικές μας σχέσεις με την Κίνα

Μπορεί το εγχείρημα αξιοποίησης της οικονομικής διπλωματίας να λειτουργήσει προς όφελος του εγχώριου πρωτογενή τομέα; Αν ναι, σε ποιες αγορές-στόχους επικεντρώνεται το ελληνικό ενδιαφέρον για συνεργασίες πέριξ του αγροτικού κλάδου;

Η οικονομική διπλωματία είναι από τα εργαλεία εξωστρέφειας που έμειναν στάσιμα ή και μαράζωσαν τα τελευταία χρόνια, σε μια περίοδο που έπρεπε ίσα-ίσα τέτοια εργαλεία να ενισχυθούν, να πέσει εκεί η προσοχή μας. Γίνομαι ίσως μονότονος, αλλά πρέπει να σημειωθεί ότι, σε σύγκριση με χώρες της δυτικής Ευρώπης, ακόμη και χώρες που έχουν μικρότερο πληθυσμό από τον δικό μας, η οικονομική διπλωματία της Ελλάδας δεν έχει ακόμη ενηλικιωθεί. Η ύπαρξη ικανότατων στελεχών και ο ατομικός πατριωτισμός στον κλάδο των υπαλλήλων Οικονομικών και Εμπορικών Υπηρεσιών (ΟΕΥ) και στους Διπλωμάτες του ΥΠΕΞ δεν αρκεί για να μεταβάλει αυτή την εικόνα. Πρέπει να καλύψουμε το συντομότερο το χαμένο έδαφος.

Μια οικονομική διπλωματία καλύτερα οργανωμένη, πιο επαγγελματική και αποτελεσματική, θα ωφελήσει όλους τους τομείς, άρα και τον πρωτογενή τομέα, για τον οποίο ρωτάτε. Μάλιστα, επειδή το μέγεθος της ελληνικής παραγωγής, στον αγροτικό κλάδο, είναι κατά κανόνα σχετικά μικρό, αυτό καθιστά ακόμη πιο κρίσιμο τον ρόλο της οικονομικής διπλωματίας και γενικά των διακρατικών σχέσεων.

Γ. Τσίπρας: Ο αγροδιατροφικός τομέας  θα είναι από τα πεδία  προσέλκυσης ξένων επενδύσεωνΕίναι γνωστό ότι προσπαθούμε να διευρύνουμε τις αδικαιολόγητα περιορισμένες διμερείς οικονομικές μας σχέσεις με την Κίνα, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές μας εκεί. Δεν είναι εύκολο, αλλά και ούτε είχε υπάρξει μέχρι σήμερα συστηματική, συντονισμένη προσπάθεια σε αυτή την κατεύθυνση. Εδώ εμπλέκονται οι διακρατικές σχέσεις. Υπάρχουν επίσης οι αγορές της Ρωσίας, της Ιαπωνίας, του Ιράν, των χωρών της αραβικής χερσονήσου. Με συστηματική προσπάθεια και με ουσιαστική συνεργασία δημόσιων και ιδιωτικών φορέων, μπορούμε να έχουμε αποτέλεσμα στο ορατό μέλλον.

Η Γενική Γραμματεία Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και τα Γραφεία ΟΕΥ που διαθέτει το ΥΠΕΞ ανά τον κόσμο είναι στη διάθεση κάθε τέτοιας προσπάθειας, δημόσιας ή ιδιωτικής.

Πρέπει χωρίς να εγκαταλείψουμε τις παραδοσιακές αγορές, να απευθυνθούμε στις νέες

Προτεραιότητά σας, όπως την έχετε περιγράψει, είναι η διαφοροποίηση των διεθνών οικονομικών σχέσεων της χώρας έναντι του παρελθόντος. Ποιοι είναι οι στόχοι της νέας εθνικής οικονομικής διπλωματίας και πώς διαφοροποιούνται έναντι του παρελθόντος;

Η διαφοροποίηση, στην οποία έχω αναφερθεί, σχετίζεται με δυο πράγματα. Το ένα είναι η ανάγκη αναζήτησης και ύπαρξης πολλαπλών, διαφοροποιημένων αγορών για τα ελληνικά προϊόντα. Κάτι τέτοιο θα μεγέθυνε τη ζήτηση, θα εγγυόταν μεγαλύτερη σταθερότητα στην πώληση των προϊόντων στο εξωτερικό, θα επέτρεπε, σε ορισμένες περιπτώσεις, την αύξηση των τιμών. Για να γίνει αυτό, είναι αναγκαίο, μεταξύ άλλων, να διαφοροποιήσουμε τις ίδιες τις διεθνείς οικονομικές μας σχέσεις. Δηλαδή, χωρίς να εγκαταλείψουμε τις παραδοσιακές αγορές, να απευθυνθούμε στις νέες. Αν κάτι έχει αλλάξει δραστικά τις τελευταίες δεκαετίες στον πλανήτη σε οικονομικό επίπεδο, αυτό είναι η ανάδυση νέων αγορών και οι συνταρακτικές ανακατατάξεις της παγκόσμιας οικονομικής γεωγραφίας.

H χώρα διαθέτει συγκριτικά πλεονεκτήματα που μπορεί να αξιοποιήσει. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να υπάρξει σχεδιασμός, να ανταποκριθεί η δημόσια διοίκηση σε αυτόν, να υπάρξει ουσιαστική συνέργεια μέσα στο ίδιο το δημόσιο και τους φορείς και κυρίως να υπάρξει συνέργεια δημόσιου και ιδιωτικού

Γ. Τσίπρας: Ο αγροδιατροφικός τομέας  θα είναι από τα πεδία προσέλκυσης ξένων επενδύσεωνΗ Ελλάδα έχει μείνει πίσω εδώ. Είναι φανερό πως η οικονομία της δεν έχει παρακολουθήσει τις αλλαγές αυτές, και αυτός είναι και ένας από τους παράγοντες που έφεραν τη χώρα σε τόσο δύσκολη θέση να αντιμετωπίσει την κρίση και να βγει γρηγορότερα από αυτή. Δεν αποτελεί υπερβολή, αν πούμε πως η οικονομία της χώρας καθυστέρησε περισσότερο από κάθε άλλη οικονομία της δυτικής Ευρώπης να ανταποκριθεί στις διεθνείς αλλαγές, με ευθύνη και των κυβερνήσεων. Έτσι, ήταν διπλά μυωπικό να υποστηρίζεται τα προηγούμενα χρόνια πως αυτό τάχα που άργησε, συγκριτικά με άλλες χώρες, ήταν τάχα οι ιδιωτικοποιήσεις, η απορρύθμιση, ή η εσωτερική υποτίμηση, πάνω στα οποία και μόνο έπεφτε -πολύ κακώς- το βάρος.

Η διαφοροποίηση για την οποία μιλάμε δεν αφορά μόνο στις εξαγωγές. Αφορά και στον τουρισμό. Σκεφτείτε ότι τα εκατοντάδες εκατομμυρίων μεσαίας τάξης που έχουν εμφανιστεί στις αναδυόμενες αγορές δεν είναι μόνο καταναλωτές στη χώρα τους, αλλά και δυνητικοί τουρίστες. Αφορά, τέλος, και στις επενδύσεις, αφού η απεύθυνση σε νέες αγορές θα μεγαλώσει τις δυνατότητες εισροής επενδύσεων από εκείνες.