Πώς σώθηκε στο παρά πέντε η «κουτσουρεμένη» κατανομή του βιοντίζελ

Θολό το μέλλον για  την αλυσίδα αξίας των ενεργειακών καλλιεργειών, καθώς το υπουργείο Ενέργειας εξετάζει αλλαγή του υφιστάμενου πλαισίου

Εντονο παρασκήνιο, που φτάνει μέχρι και το υψηλότερο πολιτικό επίπεδο, φαίνεται ότι βρίσκεται πίσω από τη δημοσίευση με αρκετά μεγάλη καθυστέρηση, σε σχέση τουλάχιστον με τα δύο προηγούμενα χρόνια, της πρόσκλησης προς τις επιχειρήσεις παραγωγής βιοντίζελ για συμμετοχή στην κατανομή του έτους 2021.

Πρόκειται για την απόφαση που εκδίδει σε ετήσια βάση το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και η οποία καθορίζει τις ποσότητες βιοκαυσίμου που θα απορροφηθούν από την αγορά. Για το 2020, η εν λόγω πρόσκληση είχε δημοσιευθεί στα τέλη Νοεμβρίου 2019 και για το 2019 τον Φεβρουάριο του ίδιου έτους.

Φέτος χρειάστηκε να φτάσουμε στα τέλη Απριλίου, δηλαδή κυριολεκτικά στο… παρά πέντε της σποράς του ηλίανθου, προκειμένου οι βιομηχανίες του κλάδου και οι συνεργαζόμενοι με αυτές καλλιεργητές ενεργειακών φυτών να αποκτήσουν ξεκάθαρη εικόνα για τις εκτάσεις που θα απαιτηθούν.

Από μόνη της η χρονοτριβή αυτή δεν αποτελεί είδηση (για παράδειγμα, το 2018 η αντίστοιχη προκήρυξη είχε δημοσιευθεί στα μέσα Απριλίου) και θα μπορούσε έως έναν βαθμό να αποδοθεί στις «αβαρίες» που έχει δημιουργήσει ο κορωνοϊός. Αποκτά, ωστόσο, μια άλλη διάσταση, αν συνδυαστεί με την αμφιθυμία με την οποία προσεγγίζει εδώ κι έναν τουλάχιστον χρόνο την υπόθεση του βιοντίζελ η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ενέργειας.

Μια αμφιθυμία που έγινε φανερή και στη μάλλον χλιαρή ανταπόκριση στις καταγγελίες βιομηχανιών και αγροτών για μη τήρηση εκ μέρους των διυλιστηρίων των συμφωνηθέντων, σε ό,τι αφορά τους ρυθμούς απορρόφησης και τις τιμές αγοράς του βιοντίζελ.

Όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ της «ΥΧ», στη διάρκεια των προηγούμενων μηνών φτάσαμε πράγματι πολύ κοντά στην κατάργηση της κατανομής, τουλάχιστον με τη μορφή που τη γνωρίζουμε σήμερα. Και, μπορεί αυτό να αποφεύχθηκε για φέτος, ουδείς όμως μπορεί να βάλει το χέρι του στη φωτιά ότι δεν θα συμβεί του χρόνου.

Το χρονικό της RED II

Η φημολογία περί κατάργησης της κατανομής βιοντίζελ έχει αναπτυχθεί εδώ και πολλούς μήνες. Μάλιστα, σχετική επίκαιρη ερώτηση είχε υποβάλει στα μέσα Νοεμβρίου στη Βουλή ο πρώην υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και βουλευτής Λάρισας του ΣΥΡΙΖΑ, Βασίλης Κόκκαλης. Η απάντηση που είχε δώσει τότε ο υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Νίκος Ταγαράς, ήταν ασαφής, αφού, πέρα από μια σύντομη περιγραφή του υφιστάμενου πλαισίου και της σημασίας των βιοκαυσίμων για το αγροτικό εισόδημα, απέφυγε ουσιαστικά να ανοίξει τα χαρτιά του για τις προθέσεις της κυβέρνησης.

Ο ίδιος, ωστόσο, αναφέρθηκε στην Οδηγία 2018/2001, ευρύτερα γνωστή ως «RED II» (Renewable Energy Directive). Η εν λόγω οδηγία πρέπει να ενσωματωθεί στη νομοθεσία της χώρας μας μέχρι τον Ιούνιο του 2021, δηλαδή σε λιγότερο από δύο μήνες και, μεταξύ άλλων, θέτει στόχο για διείσδυση 14% κατ’ ελάχιστο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στον τομέα των μεταφορών. Το μισό εξ αυτών, δηλαδή το 7%, μπορεί να προέρχεται από βιοκαύσιμα πρώτης γενιάς, ενώ τα λεγόμενα προηγμένα βιοκαύσιμα προβλέπεται να αυξήσουν σταδιακά τη συμμετοχή τους, φτάνοντας τουλάχιστον το 3,5% μέχρι το 2030.

Ο κίνδυνος ILUC

Παράλληλα, όμως, η RED II εισάγει και ένα έτερο κριτήριο για τα βιοκαύσιμα που έχει να κάνει με τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από την έμμεση αλλαγή της χρήσης γης («ILUC»), η οποία συνδέεται με την παραγωγή τους. Έτσι, λοιπόν, έχουμε «βιοκαύσιμα υψηλού κινδύνου ILUC» και «βιοκαύσιμα χαμηλού κινδύνου ILUC». Η οδηγία θέτει όρια στην ποσότητα των βιοκαυσίμων υψηλού κινδύνου ILUC, η οποία μπορεί να προσμετρηθεί στο συνολικό μείγμα των ΑΠΕ που χρησιμοποιούνται στις μεταφορές, αποβλέποντας στην κατάργησή τους μέχρι το 2030.

Επί της ουσίας, στο μεσοδιάστημα τα κράτη-μέλη θα μπορούν να χρησιμοποιούν (παράγοντας ή εισάγοντας) τα βιοκαύσιμα υψηλού κινδύνου ILUC εντός των ορίων αυτών, αλλά δεν θα μπορούν να τα συμπεριλαμβάνουν στους υπολογισμούς για την εκπλήρωση (ή μη) των στόχων τους για τις ΑΠΕ. Ταυτόχρονα, βέβαια, παρέχεται η δυνατότητα εξαίρεσης από τη σταδιακή κατάργηση των βιοκαυσίμων που έχουν πιστοποιηθεί ως χαμηλού κινδύνου ILUC.

Στην πράξη, μέχρι σήμερα, μόνο το φοινικέλαιο έχει μπει (με απόφαση που δημοσιεύθηκε στις αρχές του Φεβρουαρίου 2019) στη «μαύρη λίστα» της ΕΕ ως βιοκαύσιμο υψηλού κινδύνου ILUC. Πέραν αυτού, όπως αναφέρεται σε επικαιροποιημένη έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που κατατέθηκε τον Οκτώβριο του 2020, η Επιτροπή σκοπεύει να επανεξετάσει τα δεδομένα για τη συγκεκριμένη κατηγορία βιοκαυσίμων εντός του 2021, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι μέσα στο 2026 αναμένεται και η πρόταση για μια νέα οδηγία γύρω από τις ΑΠΕ.

Άλλωστε, παράγοντες της αγοράς θεωρούν ότι πολύ δύσκολα θα καταφέρουν να διασφαλιστούν μεγάλες ποσότητες από τα λεγόμενα βιοκαύσιμα δεύτερης γενιάς.

«Πολιτική απόφαση του κάθε κράτους»

Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, το κρίσιμο ερώτημα είναι φυσικά τι μέλλει γενέσθαι με το βιοντίζελ που παράγεται από ενεργειακές καλλιέργειες (ηλίανθο και ελαιοκράμβη), οι οποίες «απασχολούν» ετησίως περί το 1 εκατ. στρέμματα και εξασφαλίζουν ένα ικανοποιητικό εισόδημα σε 25.000 παραγωγούς.

Επ’ αυτού, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η απάντηση της επιτρόπου Ενέργειας, Κάντρι Σίμσον, σε ερώτηση που υπέβαλε στις 28 Οκτωβρίου 2020 η ευρωβουλευτής της ΝΔ, Μαρία Σπυράκη, και με την οποία ζητούσε να ενημερωθεί:

 Πώς σκοπεύει η ΕΕ να προωθήσει τη μετάβαση σε βιοκαύσιμα που παράγονται από ευνοϊκά για το κλίμα γεωργικά συστήματα;

Προτίθεται η Επιτροπή να προσθέσει τα βιοκαύσιμα που παράγονται από ευνοϊκές για το κλίμα εμβόλιμες καλλιέργειες στο παράρτημα IX μέρος Α της RED II, η οποία θα αναθεωρηθεί έως τον Ιούνιο του 2021;

Ποιος είναι ο χρόνος που διατίθεται για την παρουσία βιοκαυσίμων πρώτης γενιάς στο ενεργειακό μείγμα των κρατών-μελών και τι προβλέπεται όσον αφορά την ποσότητά τους στο μείγμα υγρών καυσίμων;

Στη γραπτή απάντησή της στις 3 Φεβρουαρίου 2021, η κα Σίμσον σημειώνει αρχικά ότι η Κομισιόν «σε τακτά χρονικά διαστήματα διενεργεί αξιολόγηση του καταλόγου των πρώτων υλών που παρατίθενται στο παράρτημα IX για την προσθήκη πρώτων υλών», προσθέτοντας ότι «η επόμενη αξιολόγηση προβλέπεται να πραγματοποιηθεί τον Ιούνιο του 2021.

Για την προετοιμασία της αξιολόγησης, η Επιτροπή έχει δρομολογήσει μελέτη που θα αξιολογήσει την καταλληλότητα μεγάλου φάσματος πρώτων υλών», ωστόσο, ακόμα «δεν έχει λάβει απόφαση σχετικά με το αν θα πρέπει να προστεθούν πρώτες ύλες, δεδομένου ότι οι εργασίες αυτές βρίσκονται σε εξέλιξη».

Αναφορικά, δε, με τα βιοκαύσιμα που παράγονται από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών, η επίτροπος διευκρινίζει ότι «η νομοθεσία της ΕΕ δεν περιορίζει την κατανάλωσή τους, αλλά, αντ’ αυτού, η αναδιατυπωμένη οδηγία για τις ΑΠΕ θέτει όρια στην ποσότητα βιοκαυσίμων που παράγονται από καλλιέργειες τροφίμων και ζωοτροφών, η οποία μπορεί να προσμετράται για την επίτευξη των στόχων για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας».

Καταλήγει, μάλιστα, λέγοντας ότι «η πολιτική απόφαση για την προώθηση τέτοιου είδους βιοκαυσίμων επαφίεται στα κράτη-μέλη».

Κόντρα μεταξύ υπουργείων Αγροτικής Ανάπτυξης και Ενέργειας υπό το βλέμμα του Μαξίμου

Στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας φαίνεται ότι έχουν ήδη προκαταλάβει ότι οι μέρες των βιοκαυσίμων πρώτης γενιάς στη χώρα μας είναι… μετρημένες, γι’ αυτό και από το τελευταίο έτος της θητείας του κ. Χατζηδάκη άρχισε να αποκρυσταλλώνεται η άποψη ότι το υφιστάμενο καθεστώς της κατανομής πρέπει να καταργηθεί.

Μάλιστα, όπως πληροφορείται η «ΥΧ», η σχετική επιχειρηματολογία δεν βασίστηκε μόνο στους όποιους περιορισμούς θέτει η RED II, αλλά και σε μελέτη που παραγγέλθηκε σε ξένη εταιρεία και η οποία αποφάνθηκε ότι το σημερινό σύστημα κατανομής συνιστά μια μορφή «κρατικής επιδότησης» και, ως εκ τούτου, αντίκειται στους κανονισμούς της ΕΕ.

Τα επιχειρήματα αυτά τέθηκαν υπόψη του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, όταν ακόμα του κτηρίου της πλατείας Βάθη προΐστατο ο Μάκης Βορίδης. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου, επικαλούμενες κοινοτικούς κανονισμούς, προηγούμενη νομοθεσία, σχετικές εκθέσεις κ.λπ. διαφώνησαν, επιμένοντας ότι το υφιστάμενο σύστημα δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση, αλλά έμμεση στήριξη των ενεργειακών καλλιεργειών και του βιοντίζελ, η οποία, μάλιστα, δεν αντιβαίνει στη νέα κοινοτική οδηγία.

Φυσικά, στο τραπέζι μπήκε και η συμμετοχή των ενεργειακών φυτών στον καλλιεργητικό χάρτη της χώρας, όπως επίσης και το γεγονός ότι αποτελούν μια σημαντική και προσοδοφόρα επιλογή για δεκάδες χιλιάδες Έλληνες αγρότες.

Σύμφωνα με πληροφορίες της «ΥΧ», το θέμα έφτασε σε επίπεδο υπουργών, ενώ χρειάστηκε και η παρέμβαση του Μαξίμου, προκειμένου τελικά να εκδοθεί η πρόσκληση κατανομής για φέτος. Για την επόμενη χρονιά, ωστόσο, όπως προαναφέραμε, όλα είναι ανοιχτά…

 

Έως 17 Μαΐου οι συμμετοχές των βιομηχανικών, τρεις μέρες μετά η αποσφράγιση των προσφορών

Πέρα από την καθυστέρηση στην έκδοση της σχετικής πρόσκλησης, η φετινή κατανομή είναι και «κουτσουρεμένη» σε ένα ποσοστό 20%, αφού οι ποσότητες βιοντίζελ που θα απορροφηθούν δεν ξεπερνούν τα 110.000 χιλιόλιτρα. Υπενθυμίζεται ότι το 2020 η κατανομή έφτανε τα 132.500 χιλιόλιτρα, το 2019 τα 140.000 και το 2018 τα 133.000 χιλιόλιτρα.

Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες της «ΥΧ», η αρχική πρόθεση του υπουργείου Ενέργειας ήταν οι ποσότητες για φέτος να μην ξεπεράσουν τα 104.000 χιλιόλιτρα. Μετά τις διαμαρτυρίες, ωστόσο, των βιομηχανιών παραγωγής βιοντίζελ, ο κ. Σκρέκας, που διαδέχθηκε τον κ. Χατζηδάκη στη Μεσογείων, αποφάσισε να ανεβάσει την κατανομή κατά 6.000 χιλιόλιτρα. Η μείωση σε σχέση με τα προηγούμενα τρία έτη αποδίδεται στη μείωση της κατανάλωσης λόγω της πανδημικής κρίσης. Πάντως, πηγές από τη βιομηχανία θεωρούν το ποσοστό αυτό υπερβολικό και, επικαλούμενοι επίσημες μετρήσεις, αντιτείνουν ότι η πτώση της κατανάλωσης στο πετρέλαιο κίνησης το 2020 δεν ξεπέρασε σε καμία περίπτωση το 10%.

Σε κάθε περίπτωση, οι ενδιαφερόμενες εταιρείες έχουν το δικαίωμα να συμμετάσχουν στην κατανομή μέχρι τις 17 Μαΐου, ενώ η αποσφράγιση των φακέλων θα πραγματοποιηθεί στις 20 Μαΐου.