Τα σχέδια του Δημήτρη Μηλιάκου για επιχειρήσεις τροφίμων και συνεταιρισμούς

Σε κρίσιμο σταυροδρόμι βρίσκεται ο «Αγροτικός Οίκος Σπύρου», με τις επόμενες εβδομάδες να αναμένονται πυκνές από πλευράς εξελίξεων, οι οποίες, όπως όλα δείχνουν, θα καθορίσουν και το μέλλον της ιστορικής επιχείρησης παραγωγής σπόρων.

Πριν από λίγες μέρες, η διοίκηση της εισηγμένης με επίσημη ανακοίνωση διέψευσε τις φήμες και τα δημοσιεύματα που την ήθελαν να βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με αμερικανικό fund για την πώληση του 100% των μετοχών της. Δεσμευόταν, μάλιστα, ότι θα ενημερώσει εγκαίρως και αρμοδίως το επενδυτικό κοινό για οποιαδήποτε εξέλιξη αφορά τα επιχειρηματικά σχέδια και τις δραστηριότητές της.

Παρά τις διαψεύσεις της διοίκησης της εταιρείας «Αγροτικός Οίκος Σπύρου», οι πληροφορίες, όμως, της αγοράς, αναφέρουν ότι οι συζητήσεις υφίστανται. Όπως αναφέρει, μάλιστα, στην «ΥΧ» πρόσωπο με γνώση των σχετικών διεργασιών, το «κλειδί» για τις μελλοντικές εξελίξεις κρατάει πλέον η Intrum, διαχειρίστρια των δανείων που έχει λάβει ο Οίκος Σπύρου από την Τράπεζα Πειραιώς και τα οποία, από τις 31/12/2001, έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμα.

Ο Σπύρος Σπύρου, εγγονός του ιδρυτή της οικογενειακής επιχείρησης, ο οποίος, μετά τον θάνατο του πατέρα του, Γιώργου Σπύρου, το 2019 έχει αναλάβει ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος εξ ολοκλήρου το τιμόνι της εταιρείας, αναμφισβήτητα καλείται να διαχειριστεί μια δύσκολη κατάσταση που αποτυπώνεται εναργώς στην οικονομική έκθεση του 2020.

Σύμφωνα με αυτήν, οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις του ομίλου στο τέλος της περασμένης χρήσης ανέρχονταν στα 26,3 εκατ. ευρώ, σχεδόν διπλάσιες δηλαδή από τον κύκλο εργασιών, ο οποίος διαμορφωνόταν σε 13,2 εκατ. ευρώ. Από τα μακροπρόθεσμα δάνεια, ύψους 14,252 εκατ. ευρώ που «κοκκίνισαν» στις 31/12/2020, τα 12,580 εκατ. ευρώ έχουν ληφθεί από την Τράπεζα Πειραιώς και πλέον βρίσκονται στα χέρια της Intrum Hellas, ενώ τα υπόλοιπα 1,155 εκατ. ευρώ από την Attica Bank και τα διαχειρίζεται η QQuant Master Servicer.

Ο «Αγροτικός Οίκος Σπύρου» βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για τη ρύθμιση και την αναδιάρθρωση των εν λόγω δανείων, οι οποίες, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, δεν έχουν τελεσφορήσει. Σχολιάζοντας το ζημιογόνο αποτέλεσμα της χρήσης (σ.σ. το τελικό αποτέλεσμα προ φόρων ήταν ζημία ύψους 2,357 εκατ. ευρώ), η διοίκηση σημειώνει, μεταξύ άλλων, ότι «το οικονομικό περιβάλλον μέσα στο οποίο δραστηριοποιείται ο όμιλος δεν του έχουν επιτρέψει να επιτύχει την αναμενόμενη διείσδυση σε νέες αγορές που θα επιφέρουν ικανοποιητική αύξηση του κύκλου εργασιών και θα επιτρέψουν σημαντικά την κερδοφορία του».

Υπογραμμίζει, δε, ότι έχει καταρτίσει επιχειρηματικό σχέδιο για την επέκταση σε νέες αγορές του εξωτερικού και για νέα προϊόντα, λαμβάνοντας υπόψη την αύξηση της ζήτησης, ενώ παράλληλα εξετάζει όλες τις δυνατότητες αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας της με αναδιάρθρωση της χρήσης της.

 Ωστόσο, η έκθεση της ορκωτής ελέγκτριας, που συνοδεύει τις οικονομικές καταστάσεις, κινείται σε σαφώς πιο απαισιόδοξους τόνους. Επικαλούμενη τις δανειακές υποχρεώσεις της εταιρείας, αλλά και την επιδείνωση της δραστηριότητάς της στην τουρκική οικονομία, κυρίως λόγω της σοβαρής υποτίμησης που έχει δεχθεί το νόμισμα της τελευταίας, κάνει λόγο για «ύπαρξη ουσιώδους αβεβαιότητας, η οποία ενδεχομένως θα εγείρει σημαντική αμφιβολία σχετικά με τη δυνατότητα του ομίλου και της εταιρείας να συνεχίσει τη δραστηριότητά της».

Στο σημείο όμως αυτό, πληροφορίες αναφέρουν, ότι έρχεται να «δέσει» η πρόταση του πρώην Διοικητή της ΑΤΕbank, Δημήτρη Μηλιάκου, που ηγείται  αμερικανικής επενδυτικής εταιρείας, για τη δημιουργία ενός πολυεπίπεδου σχήματος που θα λειτουργήσει ως «ομπρέλα» για μικρότερες εταιρείες του αγροδιατροφικού και μεταποιητικού τομέα, αλλά και για συνεταιρισμούς, αξιοποιώντας έτσι τις δυνατότητες που προσφέρει ο Νόμος Βορίδη, για είσοδο στη μετοχική σύνθεση των συνεταιρισμών, με ποσοστό έως 35%. Με την  εξαγορά μικρών συνεταιρισμών, θα πραγματοποιηθεί ταυτόχρονα και η χρηματοδότηση τους. Πρόκειται στην ουσία για το πρώτο «πάντρεμα» συνεταιρισμών με κεφάλαια, με τον Δημήτρη Μηλιάκο να αναλαμβάνει επιτελικό ρόλο στο νέο αυτό project.

Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να δημιουργήσει έναν κρίσιμο όγκο παραγωγής και ένα πλούσιο χαρτοφυλάκιο κωδικών τροφίμων, που θα μπορούν να εισέλθουν, υπό σαφώς καλύτερους όρους και προϋποθέσεις, στα δίκτυα του εξωτερικού. Παράλληλα, εκτιμάται ότι θα ξεκλειδώσει νέες γραμμές χρηματοδότησης για τα εμπλεκόμενα συνεταιριστικά σχήματα, με ορισμένα από τα οποία, μάλιστα, φέρεται να έχουν γίνει και οι πρώτες διερευνητικές επαφές.

Στη σκέψη του Δημήτρη Μηλιάκου, που ηγείται, όπως προαναφέρθηκε, αμερικανικής επενδυτικής εταιρείας, είναι ο Αγροτικός Οίκος Σπύρου, ο οποίος, παρά τα προβλήματα και τα δανειακά του βάρη, παραμένει ένα ισχυρό brand με σημαντικό μερίδιο στην αγορά των σπόρων, να λειτουργήσει ως το βασικό όχημα και η βάση για την υλοποίηση αυτού του σχεδίου. Πρόκειται για μια επιχείρηση εισηγμένη στο Χρηματιστήριο (άρα μπορεί μέσω αυτού και με την απαιτούμενη διαφάνεια να προσελκύσει επιπλέον κεφάλαια).

Στόχος, λοιπόν, του Δημήτρη Μηλιάκου είναι, έχοντας ως όχημα την εταιρεία αυτή, να μπορέσει να εισέλθει στο Χρηματιστήριο, σχεδιάζοντας ταυτόχρονα την ανάκαμψη αυτής, με σημαντικές επενδύσεις σε εξοπλισμό και τεχνολογία, ώστε να αυξηθούν τα μερίδια αγοράς στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Επίσης η εταιρεία αυτή δραστηριοποιείται στο πεδίο των εισροών (οπότε δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για μια ευρύτερη συνεργασία που ενέχει και την καθετοποίηση της παραγωγής). Σύμφωνα με πληροφορίες, μάλιστα, στο ίδιο πεδίο και, πιο συγκεκριμένα, στον χώρο των ζωοτροφών, θα πραγματοποιηθεί και η επόμενη κίνηση της επενδυτικής εταιρείας, η οποία θα ανακοινωθεί το προσεχές διάστημα.

Το πρότζεκτ της Bellamia Farms

 Υπενθυμίζεται εδώ ότι η επενδυτική εταιρεία, της οποίας ηγείται ο Δημήτρης Μηλιάκος, τρέχει αυτό το διάστημα την πρώτη της μεγάλη επένδυση στην Ελλάδα, η οποία αφορά την υδροπονική παραγωγή ντομάτας με Σταθμό Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Αποδοτικότητας (ΣΗΘΥΑ) ισχύος 8,8 MW. Το πρότζεκτ, ύψους 30 εκατ. ευρώ, που φέρει την ονομασία Bellamia Farms, υλοποιείται στη Λαμία σε μισθωμένο χώρο της ΕΤΑΔ έκτασης 255 στρεμμάτων, εκ των οποίων τα 160 στρέμματα καταλαμβάνουν οι θερμοκηπιακές εγκαταστάσεις.

Όπως είχε γράψει σε σχετικό ρεπορτάζ η «ΥΧ», η εταιρεία θα δραστηριοποιηθεί σε τρία είδη ντομάτας (μεγαλόκαρπη, τσαμπί και ντοματίνι), χρησιμοποιώντας καινοτόμο τεχνολογία (θερμοκήπια semi closed, δηλαδή μικροκλίματος), ενώ η παραγωγή υπολογίζεται σε 12.000 τόνους ετησίως για τη διάθεση των οποίων έχουν ήδη κλειστεί συμφωνίες με μεγάλες αλυσίδες λιανικής. Aυτό το διάστημα η Bellamia Farms βρίσκεται εν αναμονή των όρων σύνδεσης στο δίκτυο του ΔΕΔΔΗΕ.