Μαγνησία: Εγκαταλείπονται τα ελαιόδεντρα στο Πήλιο

Σε εξέλιξη βρίσκεται η συγκομιδή των ελαιώνων στην ευρύτερη περιοχή του Πηλίου, με τους παραγωγούς να εμφανίζονται προβληματισμένοι, τόσο από τη μειωμένη παραγωγή λόγω κλιματικής κρίσης, όσο και από τις χαμηλές τιμές που κυριαρχούν στην αγορά.
Ο πρώην πρόεδρος του Συνδέσμου Παραδοσιακών Ελαιώνων Νοτιοδυτικής Μαγνησίας, με τον διακριτικό τίτλο «Oliveto Magnes», ερευνητής Περιφερειακής Οικονομίας και βιοκαλλιεργητής στον Πτελεό Μαγνησίας, Σταμάτης Αλαμανιώτης, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για το μέλλον της ελαιοκομίας, σε μία περιοχή που η οικονομία της επηρεάζεται άμεσα από το προϊόν. Ο ίδιος ζητά από την τοπική αυτοδιοίκηση να ενεργοποιηθεί και να πιέσει την κεντρική εξουσία τόσο για τη στήριξη των πραγματικών παραγωγών, όσο και για τη σωστή κατανομή των κοινοτικών κονδυλίων, που χρόνο με τον χρόνο διαρκώς μειώνονται.
Σύμφωνα με τον κ. Αλαμανιώτη, «η τεράστια μείωση των πραγματικά ενεργών ελαιοπαραγωγών κανονικού καθεστώτος, η αύξηση των ακαλλιέργητων ελαιώνων και η πρόθεση μαζικής εξόδου από τον κλάδο, κυρίως από τις νεότερες ηλικίες, συνθέτουν την εικόνα της ελαιοκομίας τού σήμερα της Νοτιοδυτικής Μαγνησίας, του Πηλίου, αλλά και της ευρύτερης Μαγνησίας. Στα μακροχρόνια προβλήματα, που σχετίζονται άμεσα με την έλλειψη εθνικού σχεδιασμού και την κάκιστη διαχείριση των ευρωπαϊκών και εθνικών κονδυλίων γύρω από τον πρωτογενή τομέα, την κατακόρυφη αύξηση του κόστους καλλιέργειας, την αύξηση των άμεσων και έμμεσων φόρων και την έλλειψη υποδομών, προστέθηκαν οι τεράστιες αρνητικές συνέπειες της κλιματικής κρίσης, αλλά και η ψηφιακή γραφειοκρατία, που μετατρέπει τους ελάχιστους, πλέον, ανθρώπους της ελαιοκομίας από μονάδες δημιουργίας πλούτου σε διεκπεραιωτές και άτυπους υπαλλήλους των δημόσιων και ιδιωτικών Οργανισμών».
Μηδενική ελκυστικότητα, έλλειψη εκπαίδευσης και οικονομική καταστροφή
Τα σημαντικότερα, όμως, προβλήματα, που οδήγησαν σε σταδιακή εγκατάλειψη και ορατή, πλέον, ερημοποίηση των ελαιοκομικών περιοχών είναι κατά τον ίδιο «η σχεδόν μηδενική ελκυστικότητα του κλάδου, σε συνδυασμό με την έλλειψη ενός μηχανισμού εκπαίδευσης και προετοιμασίας των παραγωγών, ώστε να αντιμετωπίσουν τις αλλαγές που ήδη συμβαίνουν και να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που δημιουργούνται. Η ελαιοκομία θα είχε ήδη “σβήσει”, αν στις αγροτικές περιοχές δεν είχαν μπει νεοεισερχόμενοι, κυρίως αλβανικής καταγωγής, που έχουν αναλάβει και διαχειρίζονται μεγάλο αριθμό ελαιοδέντρων».
Ο κ. Αλαμανιώτης περιγράφει με τα πιο μελανά χρώματα την τωρινή κατάσταση στους ελαιώνες της περιοχής: «Η πτώση των τιμών κάτω του κόστους παραγωγής, η έλλειψη εργατών γης και, μάλιστα, με εμπειρία, ώστε να είναι παραγωγικοί, οδήγησε πολλούς παραγωγούς του ειδικού (σ.σ. ετεροεπαγγελματίες) και του κανονικού καθεστώτος στο να συλλέξουν μερικώς τη σοδειά, ενώ σε πολλές περιπτώσεις η συγκομιδή κρίθηκε ασύμφορη και εγκαταλείφθηκε. Επιπλέον, η τεράστια καταπόνηση των ελαιοδέντρων από την περσινή παρατεταμένη ανομβρία και το θερμικό stress οδήγησε σε μειωμένη παραγωγή και αποβολή σημαντικής ποσότητας ελαιοκάρπου από τα δέντρα, ενώ η απόδοση σε ελαιόλαδο είναι σε πολλές περιοχές χαμηλή».
Όπως εξηγεί ο ίδιος, για τους κατά κύριο επάγγελμα ελαιοπαραγωγούς «η κατάσταση εξελίσσεται σε οικονομική καταστροφή, καθώς αδυνατούν να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους και να συνεχίσουν την καλλιέργεια. Η μη καταβολή των ενισχύσεων της ΕΕ από τον ΟΠΕΚΕΠΕ, τα οικονομικά σκάνδαλα και η αδυναμία του ΥΠΑΑΤ να ανταποκριθεί στον ρόλο του καταδικάζουν την τοπική ελαιοκομία σε αφανισμό, οδηγώντας σε επιπλέον ερημοποίηση των αγροτικών κοινοτήτων της περιφέρειας, που ήδη παρουσιάζουν τρομερό δημογραφικό πρόβλημα».
Αδιαφορεί η αθηνοκεντρική διοίκηση
Ο κ. Αλαμανιώτης ζητά από τους δήμους και την περιφέρεια να ενεργοποιηθούν, καθώς η αθηνοκεντρική διοίκηση δεν δείχνει να ενδιαφέρεται ούτε στο ελάχιστο για τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες. «Η έλλειψη μηχανισμών που να συνδέουν ΕΕ, ΥΠΑΑΤ, περιφέρεια και δήμους στη σωστή κατανομή των κονδυλίων, αφήνοντας αυτή την κρίσιμη διαδικασία σε ανθρώπους των γραφείων, που δεν έχουν την παραμικρή εικόνα των αναγκών της υπαίθρου, αποτελεί το σημαντικότερο πρόβλημα. Ειδικά στην περίπτωση των δήμων, η μη ύπαρξη ή η υποτονική λειτουργία Τμημάτων Τοπικής Οικονομίας ή Αγροτικής Οικονομίας αφήνει την αγροτική ύπαιθρο χωρίς λόγο και επιρροή στη διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής και στα όσα αποφασίζει η Αθήνα», τονίζει.
Και καταλήγει: «Αν οι περιφέρειες και οι δήμοι της αγροτικής υπαίθρου δεν παίξουν ενεργό ρόλο στη συνδιαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής που αφορά τον τόπο και τους ανθρώπους, αποκλείοντας τις κομματικές επιρροές, η επαρχία θα οδηγηθεί σε μη αναστρέψιμη κοινωνική κατάρρευση. Χωρίς την ουσιαστική παρέμβαση των δήμων και της περιφέρειας, οι άνθρωποι της παραγωγής στην αγροτική ύπαιθρο δεν θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις δομικές αλλαγές που συντελούνται σε παγκόσμιο, αλλά και εθνικό επίπεδο».










