Άφαντο το ελληνικό ελαιόλαδο από τα γαλλικά σούπερ μάρκετ

Αναιμική εξακολουθεί να είναι η παρουσία του ελληνικού ελαιολάδου στη Γαλλία, με τις εξαγωγές της χώρας μας στην εν λόγω διόλου ευκαταφρόνητη αγορά να ακολουθούν την τελευταία τριετία πτωτική πορεία, τόσο σε όρους αξίας, όσο και σε όγκο.  Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και στην κατηγορία του εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου, που θεωρητικά αποτελεί το δυνατό της χαρτί, το μερίδιο της Ελλάδας υπολείπεται σταθερά εκείνων της Πορτογαλίας και του Βελγίου, χωρών δηλαδή με σχετικά μικρή ή και… καθόλου ελαιοκομική παράδοση. Τα δε ποσοστά της Ισπανίας και της Ιταλίας (μεγαλύτεροι παραγωγοί παγκοσμίως) απέχουν παρασάγγας από τα ελληνικά, με την πρώτη μάλιστα να νέμεται πάνω από το 50% της γαλλικής αγοράς.

Πιο κάτω από το Βέλγιο

Σύμφωνα με πρόσφατο report του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της πρεσβείας μας στο Παρίσι, η Ελλάδα βρέθηκε το 2019 στην έκτη θέση των προμηθευτών εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου της Γαλλίας, με μερίδιο μόλις 1,3%.
Η συνολική αξία των εξαγωγών της δεν ξεπέρασε τα 3,5 εκατ. ευρώ, μειωμένη κατά 6,7% σε σύγκριση με το 2018, ενώ οι ποσότητες περιορίστηκαν στους 664 τόνους, επίσης μειωμένες κατά 11%.

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία, «κουμάντο» στη συγκεκριμένη κατηγορία εξακολουθεί να κάνει η Ισπανία, το μερίδιο της οποίας ανήλθε πέρυσι στο 56%, έστω κι αν η αξία των εξαγωγών της μειώθηκε 16,4% σε σχέση με πρόπερσι. Στη δεύτερη θέση βρίσκεται η Ιταλία, με μερίδιο 23,4% και συνολική αξία εξαγωγών 61,2 εκατ. ευρώ, ενώ ακολουθούν η Τυνησία, με μερίδιο 11,8% και αξία εξαγωγών 31 εκατ. ευρώ (+12% σε σύγκριση με το 2018) και η Πορτογαλία, με μερίδιο 3,6% και εξαγωγές 9,5 εκατ. ευρώ (+35%). Πέμπτο στη σχετική κατάταξη, δηλαδή μια θέση πάνω από τη χώρα μας, ήταν το 2019 το Βέλγιο, το ποσοστό του οποίου σκαρφάλωσε στο 2,1%, με την αξία των εξαγωγών του να αυξάνεται 50% σε σύγκριση με τον προηγούμενο χρόνο.

Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι το 2018 και το 2017, Ελλάδα και Βέλγιο ήταν πολύ κοντά σε όρους αξίας εξαγωγών, με τη χώρα μας και τις δύο χρονιές να «κερδίζει» την πέμπτη θέση, έστω και οριακά. Πανομοιότυπη είναι η εικόνα και στην κατηγορία του παρθένου ελαιολάδου, όπου η Ελλάδα βρίσκεται στην τέταρτη θέση μεταξύ των προμηθευτών της Γαλλίας, με μερίδιο 0,4% το 2019 και εξαγωγές 113 τόνων (μείωση 12,4% σε σχέση με έναν χρόνιο πριν) αξίας 560.609 ευρώ (μείωση 4,2%). Τουλάχιστον, όπως προκύπτει από τα στοιχεία, η χώρα μας κατάφερε την περασμένη χρονιά να κλείσει κάπως την ψαλίδα με το Βέλγιο που και εδώ βρίσκεται μια θέση πιο πάνω, με μερίδιο 0,7% (σ.σ. ενδεικτικά, το 2018 οι εξαγωγές του Βελγίου ήταν αξίας 1,138 εκατ. ευρώ, ενώ της Ελλάδας 585.221 ευρώ).

Απουσιάζει από τα ράφια

Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι το ελληνικό ελαιόλαδο ουσιαστικά… λάμπει διά της απουσίας του από τα ράφια των γαλλικών σούπερ μάρκετ. Τα τελευταία, σύμφωνα με στοιχεία της France Olive (Διεπαγγελματική Ένωση Ελαιοπαραγωγών Γαλλίας) που επικαλείται η πρεσβεία, είναι το βασικό κανάλι διάθεσης ελαιολάδου στη Γαλλία, με πωλήσεις που αντιπροσωπεύουν το 44% της συνολικής αγοράς. Επιτόπια, αλλά και ηλεκτρονική έρευνα του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων έδειξε ότι «στο συγκεκριμένο κανάλι διανομής δεν προκύπτει αξιοσημείωτη παρουσία ελληνικού ελαιολάδου».

Αντίθετα, η ελληνική παρουσία είναι πιο έντονη στο χονδρεμπόριο και στην εστίαση, τα οποία αθροιστικά αντιπροσωπεύουν το 40% των συνολικών πωλήσεων. Τα συγκεκριμένα κανάλια ωστόσο ήταν αυτά που «χτυπήθηκαν» περισσότερο από την καραντίνα, κάτι που σημαίνει ότι πιθανότατα το 2020 το ελληνικό ελαιόλαδο θα χάσει ακόμα περισσότερο έδαφος στη γαλλική αγορά.

Επιπρόσθετα, όπως σημειώνεται στην έκθεση, «στο εν λόγω πεδίο, η στρατηγική τιμολόγησης είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη σχέση προσφοράς και ζήτησης», κάτι που έχει ως αποτέλεσμα τα συγκεκριμένα δίκτυα να προσφέρουν «μικρά περιθώρια κέρδους και δυσκολίες στην επίτευξη προστιθέμενης αξίας, που συνήθως επιτυγχάνεται μέσω της διαφοροποίησης του προϊόντος».

Κρύβονται ευκαιρίες σε ΠΟΠ και βιολογικά

Σε αντίθεση με το χονδρεμπόριο, σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης προσφέρουν, σύμφωνα με την ελληνική πρεσβεία στο Παρίσι, οι υπαίθριες αγορές, τα καταστήματα βιολογικών προϊόντων και τα καταστήματα ντελικατέσεν. Σε αυτά τα σημεία, οι τιμές διαφοροποιούνται σημαντικά σε αντιστοιχία με δύο συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που προσθέτουν αξία στο προϊόν, τον βιολογικό χαρακτήρα και την Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης (ΠΟΠ).

Ως προς το πρώτο, αξίζει να αναφερθεί ότι η γαλλική αγορά βιολογικού ελαιολάδου αναπτύσσεται με ρυθμό 13% ετησίως και αντιπροσωπεύει πλέον το 13% των συνολικών πωλήσεων. Οι δε τιμές του κυμαίνονται από 10 έως 40 ευρώ/λίτρο, με αυτές που ξεπερνούν τα 20 ευρώ να αντιστοιχούν συνήθως σε βιολογικά ΠΟΠ ελαιόλαδα, τα οποία απευθύνονται κατά κανόνα σε πολύ απαιτητικό κοινό με υψηλά εισοδήματα.

Τρεις φορές πάνω μέσα σε 25 χρόνια η κατανάλωση

Οι Γάλλοι κατατάσσονται στην 8η θέση παγκοσμίως ως προς τις ποσότητες ελαιολάδου που καταναλώνουν (μερίδιο 2,75% σε παγκόσμια κλίμακα), έστω κι αν το 2019, σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, καταγράφηκε πτώση 28,3%. Μάλιστα, σύμφωνα με στοιχεία του Εθνικού Οργανισμού Αγροτικών Προϊόντων και Προϊόντων Αλιείας (FranceAgriMer), η κατανάλωση εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου την τελευταία 25ετία έχει σχεδόν τριπλασιαστεί, από 43.700 τόνους σε 110.000 τόνους.

Την ίδια στιγμή, βέβαια, το γεγονός ότι στη γαλλική αγορά υπάρχει πληθώρα φυτικών ελαίων που λειτουργούν ως «υποκατάστατα» του ελαιολάδου, δεν έχει επιτρέψει στο τελευταίο να καθιερωθεί ως πρώτη επιλογή των καταναλωτών. Ενδεικτικά, η μέση ετήσια κατά κεφαλήν κατανάλωση φυτικών ελαίων υπολογίζεται σε 12,7 κιλά, εκ των οποίων το ελαιόλαδο κατέχει μόλις το 25,2%. Το 73% των καταναλωτών ελαιολάδου στη Γαλλία είναι άνω των 35 ετών, με το 65% αυτών να ανήκει σε υψηλότερο κοινωνικό-οικονομικό και μορφωτικό επίπεδο.

Επιπλέον, το 66% των καταναλωτών αποτελείται από νοικοκυριά του ενός ή και των δύο ατόμων. Σημαντικό κριτήριο στην επιλογή αποτελεί η περιοχή προέλευσης, καθώς τα 2/3 των καταναλωτών αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στο στοιχείο γεωγραφικής αναφοράς.

 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Υπαιθρος Χώρα»
την Παρασκευή 5 Ιουνίου 2020