Αναβιώνει δια χειρός Καράλη το Κασκαβάλ της Πίνδου

Αναβιώνει δια χειρός Καράλη το Κασκαβάλ της Πίνδου

Ένα προϊόν με σημαντικές πολιτισμικές αναφορές και μια μακρά πορεία στην τυροκομική παράδοση της χώρας μας η οποία διεκόπη μάλλον βίαια στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου πολέμου ετοιμάζεται να προσθέσει στο χαρτοφυλάκιο αλλά και στο εξαγωγικό της καλάθι η βιομηχανία Καράλης.

Ο λόγος για το Κασκαβάλ Πίνδου, ένα κασέρι που μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα παρασκεύαζαν βλαχόφωνοι τυροκόμοι στην Ήπειρο, στα Γρεβενά, στον Ασπροπόταμο Τρικάλων και, γενικά, στην ευρύτερη περιοχή γύρω από το μεγαλύτερη οροσειρά της Ελλάδας. Μάλιστα, το ιδιαίτερο αυτό τυρί, με την βουτυρώδη –λόγω της υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά- γεύση δεν περιοριζόταν μόνο για την εσωτερική αγορά καθώς μεγάλες ποσότητες κατευθύνονταν στην Ιταλία, τη Γαλλία, τις ΗΠΑ, ακόμα και στις αραβικές χώρες.

Όλα αυτά ωστόσο άλλαξαν με το ξέσπασμα του πολέμου οπότε και το ελληνικό κράτος έβαλε απαγορευτικό στις εξαγωγές. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τις μετακινήσεις των βλάχικων πληθυσμών στα γειτονικά κράτη, είχε ως αποτέλεσμα η παραγωγή του Κασκαβάλ να επεκταθεί σταδιακά στις γειτονικές χώρες της βαλκανικής χερσονήσου οι οποίες τα χρόνια που ακολούθησαν μπήκαν πολύ δυνατά και στο «παιχνίδι» των εξαγωγών. Κάπως έτσι το όνομα Κασκαβάλ έφτασε σήμερα να συνδέεται στη διεθνή αγορά με χώρες όπως η Σερβία, η Βουλγαρία και, κυρίως, τη Ρουμανία η οποία μάλιστα έχει από το 2018 καταθέσει φάκελο για την κατοχύρωσή του ως ΠΓΕ.

Η ιδέα που ήρθε από το Ντουμπάι

Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, η πρόκληση για την Καράλης η οποία πήρε την απόφαση να καταπιαστεί με την αναβίωση της παραγωγής του ιδιαίτερου αυτού τυριού στη χώρα μας ήταν μεγάλη. «Την αφορμή μας έδωσε ένας πελάτης από τις αραβικές χώρες ο οποίος θυμόταν ότι το Κασκαβάλ παραγόταν κάποτε στην Ελλάδα με εξαιρετικά αποτελέσματα και μας προέτρεψε να ασχοληθούμε. Μετέφερε μάλιστα την ιδέα και στον περιφερειάρχη Ηπείρου, Αλέξανδρο Καχριμάνη ο οποίος μέσω των αρμόδιων υπηρεσιών της Περιφέρειας, άρχισε να ψάχνει τα ιστορικά στοιχεία», λέει στην «ΥΧ» ο Σπύρος Καράλης, αντιπρόεδρος και διευθυντής πωλήσεων της βραβευμένης τυροκομικής επιχείρησης από την Άρτα. «Τα όσα ανακαλύψαμε στη διάρκεια αυτού του ταξιδιού στο παρελθόν μας συγκίνησαν σε βαθμό που να θεωρούμε πλέον ιστορικό χρέος να αναβιώσουμε την παραγωγή του Κασκαβάλ στον τόπο μας», προσθέτει ο ίδιος.

Όπερ και εγένετο αφού σήμερα, σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά το «μπόλιασμα» της ιδέας και αφού μεσολάβησε μια στενή συνεργασία με το Ινστιτούτο Γάλακτος του ΕΛΓΟ Δήμητρα στα Ιωάννινα, οι πρώτες ποσότητες του «Κασκαβάλ Πίνδου Καράλη» βρίσκονται ήδη στο στάδιο της ωρίμανσης. Σύμφωνα, δε, με τον κ. Καράλη, δείγματα έχουν ήδη σταλεί στο Σκλαβενίτη, την αλυσίδα με την οποία εδώ και χρόνια συνεργάζεται η επιχείρηση στην ελληνική αγορά ενώ στις αρχές του νέου έτους αναμένεται να «φύγουν» και τα πρώτα φορτία στο εξωτερικό. «Ο πελάτης μας από το Ντουμπάι περιμένει πώς και πώς τα πρώτα φορτία», λέει χαμογελώντας ο συνομιλητής μας.

Παράλληλα, σε συνεργασία με την Περιφέρεια Ηπείρου, έχει ήδη υποβληθεί ο φάκελος για την κατοχύρωση του προϊόντος ως ΠΓΕ. «Για να μην υπάρξουν παρεξηγήσεις να ξεκαθαρίσουμε ότι εμείς  δεν επιδιώκουμε ούτε θέλουμε την αποκλειστικότητα του Κασκαβάλ. Ας ακολουθήσουν και άλλα τυροκομεία, αρκεί να σεβόμαστε και να τηρούμε όλοι τις προδιαγραφές και να χρησιμοποιείται πρόβειο γάλα από την περιοχή της Ηπείρου και των νομών γύρω από την Πίνδο που είναι μια από τις προϋποθέσεις», διευκρινίζει ο κ. Καράλης.

Αρχές του 2020 έτοιμη η νέα πτέρυγα της μονάδας

Η εταιρεία συνεργάζεται με περίπου 2.000 κτηνοτρόφους ενώ το τυροκομείο της επεξεργάζεται περί τους 150 τόνους πρόβειου και 10-15 τόνους κατσικίσιου γάκακτος ημερησίως. «Κάθε χρόνο προσπαθούμε να αυξάνουμε τον αριθμό των συνεργαζόμενων παραγωγών. Συχνά διευκολύνουμε και κάποιους που αντιμετωπίζουν προβλήματα με εμπόρους ή άλλες γαλακτοκομικές επιχειρήσεις», σημειώνει ο κ. Καράλης.

Μέσα στο 2018 ολοκληρώθηκε επένδυση ύψους 2,5 εκατ. ευρώ για συσκευαστικούς και αποθηκευτικούς χώρους, έργο που, όπως εξηγεί, ήταν αναγκαίο «λόγω των αυξανόμενων όγκων παραγωγής». Εξάλλου, στις αρχές του 2020 αναμένεται να ολοκληρωθεί μια ακόμα επένδυση ύψους 3 εκατ. ευρώ που αφορά μηχανολογικό εξοπλισμό, καινούργιες μηχανές συσκευασίες, σύγχρονους χώρους ωριμαντηρίων σκληρών τυριών καθώς και επέκταση των αποθηκευτικών χώρων.  

Ο κύκλος εργασιών το 2018 διαμορφώθηκε σε 31,6 εκατ. ευρώ, μειωμένος κατά 4,8% σε σύγκριση με το 2017 λόγω της «πτώσης των τιμών», όπως σχολιάζει ο κ. Καράλης καθώς «οι όγκοι κινήθηκαν ανοδικά». Το 50% των πωλήσεων πραγματοποιείται στο εξωτερικό με κυριότερες αγορές τον Καναδά, τις ΗΠΑ, την Αυστραλία και τις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες.

«Όσοι φέρνουν ξένο γάλα να μπουν στη θέση τους»

 Ο κ. Καράλης δεν μασάει τα λόγια του όταν η κουβέντα έρχεται στην κατάσταση που επικρατεί στην αγορά γάλακτος. «Το να φέρνει κάποιος συνάδελφος γάλα από το εξωτερικό και να το παρουσιάζει ως ελληνικό, πέρα από τη στρέβλωση του ανταγωνισμού που προκαλεί, είναι και ανήθικο», λέει δίχως περιστροφές. «Όλοι πήραμε επιδοτήσεις και ενισχυθήκαμε για να φτιάξουμε σύγχρονες μονάδες. Έχουμε επομένως υποχρέωση να δουλέψουμε με ελληνικό γάλα. Δεν μπορεί στο ‘καλούπι’ της φέτας να βάζει κανείς εισαγόμενο. Όσοι το κάνουν αυτό πρέπει να μπουν στη θέση τους», τονίζει και προσθέτει ότι, στο τέλος της ημέρας, το ζήτημα εναπόκειται και στη συνείδηση του κάθε τυροκόμου. «Σαφώς και οι έλεγχοι είναι απαραίτητοι, όμως δεν μπορεί η υπηρεσία να είναι κάθε ώρα και στιγμή πάνω από το κεφάλι του καθενός», λέει με νόημα.