Ανεκμετάλλευτη από το ελληνικό ελαιόλαδο η ιαπωνική αγορά

Πίσω από την Τουρκία η Ελλάδα στις εξαγωγές προς τη χώρα με τη μεγαλύτερη κατά κεφαλήν κατανάλωση στην Ασία

της Ελένης Ριζάκη

Στην τέταρτη θέση των προμηθευτών της Ιαπωνίας με παρθένο ελαιόλαδο κατατάσσεται η Ελλάδα, ωστόσο το μερίδιό της στη μεγάλη αυτή και πολλά υποσχόμενη αγορά δεν ξεπερνάει το 2%, σύμφωνα με σχετική κλαδική έρευνα που δημοσίευσε πρόσφατα το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στο Τόκιο.

Το ποσοστό αυτό κρίνεται μικρό, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη την έλλειψη ανταγωνισμού από την εγχώρια παραγωγή, αλλά και το γεγονός πως το ελληνικό προϊόν είναι ποιοτικά ανώτερο συγκριτικά με άλλων χωρών. Μία από τις βασικές αιτίες γι’ αυτό είναι, όπως αναφέρεται, η σχετικά υψηλότερη τιμή του.

Τα πρωτεία στις εξαγωγές προς την Ιαπωνία έχει η Ισπανία, ακολουθούμενη από την Ιταλία. Ειδικότερα, το ισπανικό μερίδιο διαμορφώθηκε το 2021 στο 50,3%, έχοντας βέβαια υποχωρήσει ελαφρώς από το 54,3% του 2022 και ενώ μέσα σε μια δεκαετία αυξήθηκε 34,4%. Το μερίδιο της Ιταλίας το 2021 ήταν 41%, μειωμένο από το 55,84% του 2012.

Οι δύο παραπάνω χώρες εξάγουν πάνω από το 90% της συνολικής αξίας εισαγωγών παρθένου ελαιολάδου στην Ιαπωνία και το υπόλοιπο ποσοστό μοιράζεται σε Τουρκία και Ελλάδα, με την πρώτη να υπερισχύει το 2021, έχοντας ποσοστό 4,71%.

Ωστόσο, από το 2014 μέχρι και το 2017 καταγράφει μια σημαντική πτώση, δηλαδή από το 5,09% κατρακύλησε στο 1,51% το 2021, έχοντας αγγίξει και το 1,39% το 2016. Βέβαια, η Ελλάδα δεν κατάφερε να… αδράξει την ευκαιρία που της έδωσαν οι απώλειες της γείτονος, καθώς τα τελευταία χρόνια το μερίδιό της κυμαίνεται σταθερά κάτω από 2%.

Mεταβολή μεριδίων αγοράς εισαγόμενου παρθένου ελαιολάδου στην Ιαπωνία, για την Ιταλία, την Ισπανία, την Τουρκία και την Ελλάδα (2011-2021)

Πηγή: Γενική Αρχή Τελωνείων Ιαπωνίας

Διαφοροποίηση και συσκευασία

Αυτή την αδυναμία η έκθεση την εξηγεί παρουσιάζοντας ορισμένες ιδιαιτερότητες της ιαπωνικής αγοράς, με πρώτη ότι ο εξαγωγέας τυποποιημένου ελαιολάδου δεν ελέγχει τη διανομή του προϊόντος. Έπειτα, το ελληνικό ελαιόλαδο τιμολογείται υψηλότερα από τα υπόλοιπα έλαια, ωστόσο υπάρχει δυσκολία στη γνώση και στην εκτίμηση σχετικά με το αν η ποιότητά του είναι υψηλή ή όχι.

Επίσης, το ελληνικό ελαιόλαδο δεν διαφοροποιείται επαρκώς από τον ανταγωνισμό, καθώς δεν αναδεικνύει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, όπως η ιστορία της εταιρείας που το παράγει. Αξίζει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχουν πολλά ελληνικά ελαιόλαδα στη συγκεκριμένη αγορά με ιδιαίτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά.

Μειονέκτημα αποτελεί και ο τρόπος που συσκευάζεται το ελληνικό ελαιόλαδο, δηλαδή σε μεγάλες και ακαλαίσθητες συσκευασίες. Τέλος, οι Ιάπωνες καταναλωτές έχουν συνυφασμένο το ελαιόλαδο κυρίως με την Ιταλία και την Ισπανία, ενώ η μεσογειακή κουζίνα έρχεται δεύτερη.

Πρώτη επαφή τη δεκαετία του 1980

Η αφετηρία για το ταξίδι του ελαιολάδου στην ιαπωνική αγορά ξεκινά τη δεκαετία του ’80, οπότε και ο πληθυσμός της χώρας ξεκινά να αποκτά καλύτερη επαφή με τα οφέλη του προϊόντος στην υγεία. Έκτοτε, εκτυλίσσεται μια συνεπής ετήσια ανάπτυξη στην κατανάλωσή του. Αυτήν τη στιγμή, η Ιαπωνία είναι η χώρα με την υψηλότερη κατά κεφαλήν κατανάλωση ελαιολάδου στην Ασία, ενώ είναι η 7η-8η αγορά σε ό,τι αφορά την αξία των εισαγωγών παγκοσμίως. Στην αύξηση της κατανάλωσης συμβάλλει και το δημογραφικό προφίλ της Ιαπωνίας. Συγκεκριμένα, στους ηλικιωμένους (28,9% του πληθυσμού), δηλαδή στα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, παρατηρείται μεγαλύτερη κατανάλωση ελαιολάδου για λόγους υγείας και εκεί φαίνεται μια προοπτική να εξελιχθεί η ζήτηση, δεδομένου ότι η ηλικιακή αυτή ομάδα ξεπερνά τα 36,2 εκατ. άτομα, καταγράφοντας αύξηση κατά 300.000 από τον Αύγουστο του 2020.

Τα κριτήρια επιλογής

Από τότε που ήρθαν σε επαφή με το ελαιόλαδο, οι Ιάπωνες καταναλωτές έχουν πλέον πρόσβαση σε μία ογκώδη πληροφόρηση σχετικά με το προϊόν σε όλα τα ΜΜΕ, ενώ ενίοτε αξιοποιούνται και εκστρατείες προώθησης. Κατά συνέπεια, το 90% των Ιαπώνων δηλώνει πως γνωρίζει το ελαιόλαδο ως προϊόν. Αναφορικά με το «περιτύλιγμα», οι Ιάπωνες προτιμούν γενικά οι αγορές τους να είναι σε μικρές συσκευασίες και χωρίς φθορές σε κανένα σημείο.

Ως προς την κατανάλωση, ένα μέρος των ίδιων των καταναλωτών απολαμβάνει το ελαιόλαδο μόνο στα εστιατόρια ή σε ταξίδια τους, όπου έχουν και την ευκαιρία να γευτούν ποικίλα είδη ελαιολάδων και ελιών σε διάφορες γαστρονομικές παραλλαγές.

Βέβαια, καταναλώνουν και στο σπίτι, γιατί είναι λάτρεις της καλής κουζίνας, του μαγειρέματος δείπνων και της απόλαυσής τους με φίλους, με αποτέλεσμα σε ορισμένες συσκευασίες να περιλαμβάνονται συνταγές ή πληροφορίες για τα οφέλη στην υγεία. Για τους ίδιους λόγους, οι λιανέμποροι προχωρούν συχνά και σε σχετικές προσφορές και προωθητικές ενέργειες.

Η τιμή είναι βασικός παράγοντας που επηρεάζει την απόφαση των καταναλωτών που βρίσκονται στις ηλικίες μεταξύ 20 και 40 ετών ενώ, όπως είναι φυσικό, για τους καταναλωτές που είναι μεταξύ 50 και 60 ετών, παίζει σημαντικό ρόλο η υγεία. Επιπροσθέτως, οι νέοι 20-30 ετών προσέχουν τη γεύση του προϊόντος και παρουσιάζονται ιδιαίτερα πρόθυμοι να το δοκιμάσουν. Σε γενικές γραμμές, οι Ιάπωνες ενδιαφέρονται για την καθημερινή χρήση του ελαιολάδου στη διατροφή τους και σε νέες συνταγές.