Ο Απόστολος Θυμιόπουλος κίνησε «Γη και Ουρανό» για το Ξινόμαυρο
Με ανάπτυξη των εξαγωγών και νέες επενδύσεις σε αμπέλια στο Αμύνταιο, οινοποιείο στη Σαντορίνη και ξενώνα στη Νάουσα προχωρά ο Απόστολος Θυμιόπουλος, ο άνθρωπος που έδωσε άλλη διάσταση στο Ξινόμαυρο, το οποίο καλλιεργεί βιολογικά στη Νάουσα στη ζώνη ΠΟΠ.
Ο παραγωγός που μας έδωσε ετικέτες, όπως «Γη και Ουρανός», «Βράνα Πέτρα», «Αυτόριζο» κ.ά., οινοποιεί πάνω από 1.000 στρέμματα Ξινόμαυρο, έχει δοκιμάσει και έχει εφαρμόσει εκατοντάδες διαφορετικές οινοποιήσεις της εμβληματικής ποικιλίας σε ροζέ, κόκκινα, αλλά και λευκά κρασιά, όπως το «Λευκό από Ξινόμαυρο» (οινοποίηση Blanc De Noir) από 75% Ξινόμαυρο και 25% Μαλαγουζιά.
Τις λευκές ποικιλίες Ασύρτικο, Μαλαγουζιά, Βιδιανό και Αϊδάνι τις έχει φυτέψει τα τελευταία χρόνια. «Τα αποτελέσματα είναι πολύ θετικά. Είναι φυτεμένα σε μια δροσερή περιοχή και τα έχουμε βάλει σε αρκετό υψόμετρο, οπότε βοηθάει. Εδώ δεν είναι ξερότοπος, έχουμε παντού πράσινο, έχουμε και βροχές. Είναι καλά για τις λευκές ποικιλίες τα μέρη μας», δηλώνει στην «ΥΧ».
Ο δυσκολότερος τρύγος της δεκαετίας
«Φέτος, ο τρύγος είναι ο πιο δύσκολος των τελευταίων δέκα ετών», λέει και εξηγεί ότι ο άστατος καιρός και οι βροχές προκαλούν στους αμπελουργούς μεγάλο άγχος, όμως οι συνθήκες τα τελευταία χρόνια έχουν αλλάξει πολύ. «Το φαινόμενο που παρατηρούμε τελευταία είναι ότι υπάρχει παρατεταμένη ανομβρία και ξαφνικά το νερό πέφτει μαζεμένο. Έτσι το φυτό ‘‘παραπίνει’’ και αυτό ειδικά για το Ξινόμαυρο δεν είναι θετικό».
Το οινοποιείο έχει, ως επί το πλείστον, εξαγωγικό προσανατολισμό. Στο εξωτερικό (ΗΠΑ, Καναδάς, Ιαπωνία κ.ά.) πηγαίνει πάνω από το 90% της παραγωγής του. «Στη Νορβηγία, είμαστε το 93% του ελληνικού κρασιού και στην Αγγλία το 74%. Εκεί είναι η μεγάλη μας αγορά», αναφέρει με περηφάνια. «Η Αγγλία μας άνοιξε πάρα πολλές αγορές. Εκεί είναι το κέντρο του οινικού στερεώματος, όλοι εκεί θέλουν να πουλήσουν», επισημαίνει και διευκρινίζει ότι το ποσοστό που αναφέρει το έχει πληροφορηθεί από τον εκεί εμπορικό ακόλουθο.
Οι εξαγωγές έδωσαν ώθηση
Οι εξαγωγές ήταν ο πιο «εύκολος» δρόμος για να πουλήσει την παραγωγή του το 2005, όταν ξεκίνησε για πρώτη φορά να πουλά κρασί. «Από την αρχή στο εξωτερικό βρήκαμε καλύτερη ανταπόκριση από ό,τι στην Ελλάδα, γιατί έξω βασικά δεν ήξεραν την ποικιλία, δεν είχε άλλα Ξινόμαυρα εκεί που πήγαινα να πουλήσω. Οπότε, δεν είχα παρά να τους παρουσιάσω απλά την ποικιλία και την προέλευση», σημειώνει.
Η προσπάθεια εξαγωγών ξεκίνησε από την Αμερική, όπου «βήμα – βήμα καταφέραμε να βάλουμε το κρασί μας σε διάφορες πόλεις», και συνεχίστηκε στον Καναδά και σε άλλες χώρες. «Πλέον, μας βρίσκουν, δεν τους βρίσκουμε», αναφέρει με ικανοποίηση, προσθέτοντας όμως ότι χρειάστηκε πολύς κόπος, καθώς «για χρόνια, τις μισές ημέρες του έτους, ήμουν στο εξωτερικό».
Το Ξινόμαυρο, εκτός φυσικά από τα εξαιρετικά δικά του οργανοληπτικά χαρακτηριστικά, έχει ακόμα ένα προνόμιο: Μοιάζει γευστικά με τις πιο διάσημες ποικιλίες του κόσμου, το γαλλικό Pinot Noir και το Nebbiolo. «Οπότε όταν το δοκίμαζαν, τους φαινόταν οικείο. Το συνέκριναν με αυτές τις ποικιλίες και, καθώς ήθελαν να ανακαλύψουν κάτι καινούργιο σε ανταγωνιστικές τιμές, καταφέραμε και το τοποθετήσαμε σε πολύ καλά σημεία», διηγείται ο κ. Θυμιόπουλος. Είναι χαρακτηριστικό ότι σήμερα τα κρασιά του οινοποιείου πωλούνται σε 200 σημεία στο Παρίσι.
Πρώτη χρονιά με συμβολαιακή
Το κτήμα Θυμιόπουλου φτιάχνει κρασιά από ιδιόκτητους αμπελώνες 400 στρεμμάτων στο χωριό Τρίλοφος, σε υψόμετρο 180-200 μέτρων στον μέσο όρο της ζώνης της Νάουσας και στην περιοχή της Φιτυάς. «Μαζεύει», επίσης, σταφύλια από παραγωγούς που έχουν περίπου 700 στρέμματα στη ζώνη ΠΟΠ. Όλα βιολογικά και πιστοποιημένα.
«Πληρώνουμε καλά τους παραγωγούς μας και μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, αλλά πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις», επισημαίνει. Φέτος, για πρώτη φορά, μάλιστα, εφάρμοσε συμβολαιακή γεωργία. Ο Απόστολος Θυμιόπουλος χαρακτηρίζει τη βιολογική καλλιέργεια στην Ελλάδα εύκολη σε σχέση με άλλες αμπελουργικές χώρες. «Η Ελλάδα είναι νότια χώρα και δεν έχει τόσες ασθένειες όσες οι βόρειες χώρες», εξηγεί.
Όλα ξεκίνησαν στις αρχές της δεκαετίας του 2000, όταν ο ίδιος, τελειώνοντας τις σπουδές τους στο Τμήμα Οινολογίας, αποφάσισε να επιστρέψει στο χωριό του, στον Τρίλοφο και να αξιοποιήσει τα πατρογονικά αμπέλια για να εμφιαλώσει ο ίδιος κρασί. «Είχαμε αμπέλια, αλλά ο πατέρας μου πουλούσε πάντα τα σταφύλια σε άλλους, ο ίδιος δεν έφτιαξε ποτέ κρασί, ούτε ένα κιλό. Δεν θεωρούσε ότι ερασιτεχνικά μπορεί να γίνει ποιοτικό κρασί. Για το σπίτι αγόραζε εμφιαλωμένο. Πάντα, ωστόσο, καλλιεργούσε βιολογικά, και τώρα όλοι οι αμπελώνες είναι βιολογικά πιστοποιημένοι. Αυτό μας εξασφαλίζει μια πολύ καλή πρώτη ύλη, αγνή για να πάρουμε κρασιά με χαρακτήρα», διηγείται.
Συνεργασίες για αφρώδες στο Αμύνταιο, παίρνει μπρος το οινοποιείο στη ΣαντορίνηΟ επιχειρηματίας έχει πολλά σχέδια, τα οποία προς παρόν υλοποιεί με σταθερά βήματα, γιατί χρησιμοποιεί μόνο ίδια κεφάλαια. Έχει αγοράσει 70 στρέμματα αμπελώνα στη Ραψάνη και εξετάζει τις δυνατότητες συνεργασιών, ώστε να φτιάξει αφρώδες κρασί στο Αμύνταιο. Στο μεταξύ, από του χρόνου θα λειτουργήσει και το οινοποιείο που δημιουργεί στη Σαντορίνη, αξιοποιώντας μια παλαιά Κάναβα στο Ακρωτήρι. Παράλληλα, στο πλαίσιο προσέλκυσης τουρισμού στην περιοχή που προς το παρόν βρίσκεται εκτός του τουριστικού χάρτη της χώρας, σχεδιάζει τη λειτουργία πολυτελών καταλυμάτων δίπλα στον αμπελώνα. «Μονίμως είμαστε σε φάση επενδυτική και η εταιρεία κινείται με δικά μας κεφάλαια. Προς το παρόν, δεν έχουμε ούτε επενδυτές, ούτε δανεισμούς. Όλα τα κέρδη τα επανεπενδύουμε και έχουμε πολύ δρόμο ακόμα, γιατί δεν βρήκαμε τίποτα έτοιμο. Όλα τα χτίζουμε», λέει. |