Αύξηση ανισοτήτων φέρνει η επόμενη μέρα της πανδημίας

Τέσσερις οικονομολόγοι από ισάριθμες ευρωπαϊκές χώρες εκφράζουν την ανησυχία τους για το τι θα ακολουθήσει μετά το τέλος των κρατικών πολιτικών στήριξης

Θολό διαγράφεται το τοπίο την επόμενη μέρα της πανδημίας για τις μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης, αλλά και της Μ. Βρετανίας, ειδικά όταν σταματήσει η οικονομική στήριξη που προσφέρουν οι κυβερνήσεις.

Το παραπάνω συμπέρασμα αναδείχθηκε σε διαδικτυακή συζήτηση με ειδικούς οικονομολόγους από την Ιταλία, την Ισπανία, τη Γερμανία και τη Μεγάλη Βρετανία, που διοργάνωσε πρόσφατα το ΙΟΒΕ (Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών) υπό τον συντονισμό του γενικού διευθυντή, Νίκου Βέττα.

Οι ειδικοί μετέφεραν μάλιστα και τις εμπειρίες από τις χώρες τους, από τις οποίες προκύπτουν αρκετοί παραλληλισμοί, αλλά και διαφορές σε σύγκριση με τη χώρα μας. Κοινός τόπος, πάντως, όλων των τοποθετήσεων ήταν ότι, καθώς κάποιοι κλάδοι, όπως οι αυτοαπασχολούμενοι, χτυπήθηκαν περισσότερο από τα μέτρα περιορισμού της πανδημίας και κάποιοι άλλοι επωφελήθηκαν, η επόμενη μέρα φαίνεται ότι θα αυξήσει τις ήδη υπάρχουσες ανισότητες.


Alexander Kritikos
Διευθυντής Έρευνας DIW, Berlin

«Πλασματική η εικόνα ότι όλα πάνε καλά στη Γερμανία»

Στη Γερμανία, το ΑΕΠ υποχώρησε 5% το 2020 και αυτήν τη στιγμή προβλέπεται άνοδος 3% για το 2021, όμως δεν το βλέπω και πολύ σίγουρο, όπως εξελίσσονται τα πράγματα. Η βιομηχανία στο πρώτο lockdown είχε τεράστιο πρόβλημα. Πολλές μονάδες έκλεισαν και περίπου 8 εκατ. άνθρωποι, δηλαδή το 20% των εργαζομένων, οδηγήθηκαν σε επίδομα μειωμένης απασχόλησης, ένα νούμερο που δεν το έχουμε ξαναδεί.

Στο δεύτερο lockdown ο τομέας της βιομηχανίας δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα, συνέχισε σε πλήρη παραγωγή, όπως κάνει και αυτήν τη στιγμή. Έτσι, δίνεται η εντύπωση ότι όλα πάνε μια χαρά στη Γερμανία. Πρόκειται, όμως, για μια πλασματική κατάσταση, γιατί πολλές μικρές εταιρείες και ελεύθεροι επαγγελματίες είναι εδώ και τέσσερις μήνες «κλειστοί», χωρίς εισοδήματα και στήριξη.

Σε σχέση με αυτό που συμβαίνει, καταγράφηκε ελάχιστη αύξηση της ανεργίας. Συγκεκριμένα, περίπου 500.000 άνθρωποι καταγράφηκαν ως άνεργοι, αλλά αυτός ο αριθμός είναι πολύ μικρός, αν σκεφτούμε ότι από 4 εκατ. ελεύθερους επαγγελματίες οι μισοί δεν μπορούν να δουλέψουν καθόλου και οι άλλοι μισοί δουλεύουν ελάχιστα και δεν έχουν προβλεφθεί γι’ αυτούς μέτρα στήριξης. Ο κλάδος των ελεύθερων επαγγελματιών είναι εξαιρετικά ανήσυχος και δεν δείχνουν καθόλου αισιόδοξοι, όσον αφορά την επόμενη μέρα.

Αυτό που, επίσης, συμβαίνει στη Γερμανία και στο οποίο ακόμα δεν έχουμε δώσει σημασία είναι η εκτόξευση του άγχους, ιδιαίτερα στις γυναίκες. Πολλές γυναίκες πρέπει να κάνουν μάθημα στα παιδιά τους στο σπίτι, ενώ, παράλληλα, αν εργάζονταν ως ελεύθεροι επαγγελματίες έμειναν στην πράξη δίχως εισοδήματα. Τους επόμενους μήνες θα έχουμε πολύ μεγάλο θέμα με την κατάθλιψη.


Μάνος Ματσαγγάνης
Καθηγητής Δημοσίων Οικονομικών, Polytechnic University of Milan

«Βαρύ το πλήγμα στην εστίαση, αλλά άντεξε η ιταλική βιομηχανία»

Η Ιταλία τα τελευταία 20 χρόνια έχει καλύτερες δημοσιονομικές επιδόσεις ως προς το έλλειμμα από κάθε άλλη χώρα της Ευρωζώνης. Μόνο μια φορά είχε έλλειμμα πάνω από 3% (το 2009), ενώ η Γερμανία κατέγραψε μεγαλύτερο του 3% για τρία χρόνια. Το πρόβλημα της Ιταλίας είναι το μεγάλο χρέος, το οποίο με τη σειρά του οφείλεται σε προβλήματα προηγούμενων περιόδων.

Η Ιταλία επλήγη από την πανδημία πριν από τις άλλες χώρες και, κατά μία έννοια, περισσότερο και λόγω της δομής της. Οι προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μιλάνε για μείωση 8,8% του ΑΕΠ το 2020 και αύξηση 3,4% το 2021. Οι αντίστοιχες προβλέψεις για την Ελλάδα είναι μείωση 10% το 2020 και αύξηση 3,5% το 2021. Φαίνεται, δηλαδή, ότι κινούμαστε περίπου στα ίδια επίπεδα. Η μείωση του ΑΕΠ στην Ιταλία είναι λίγο μικρότερη κι αυτό γιατί κάποιοι κλάδοι επέδειξαν μεγάλη και μάλιστα απρόσμενη ανθεκτικότητα.

Όσον αφορά την ανεργία, μέχρι τώρα δεν υπάρχει κάποια επίδραση, γιατί ισχύει απαγόρευση απολύσεων. Το πρόβλημα είναι τι θα γίνει, όταν αυτή η απαγόρευση αρθεί, κάτι που σχεδιάζεται να γίνει τον Ιούνιο. Το μεγάλο ερώτημα είναι όταν «ξεπαγώσει» η οικονομία, πόσες επιχειρήσεις θα είναι ακόμα στα πόδια τους, ποιοι κλάδοι θα είναι βιώσιμοι και ποιοι «ζόμπι» – κάτι που βέβαια αφορά όλες τις χώρες.

Για την επιδότηση της εργασίας, η Ιταλία αξιοποίησε αρκετά τα κοινοτικά κονδύλια που προορίζονται για ενίσχυση των εθνικών δομών, όπως είναι για την Ελλάδα ο ΟΑΕΔ. Η απαγόρευση των απολύσεων, από την άλλη, έφερε σε πολύ δύσκολη θέση κάποιες επιχειρήσεις που δεν είχαν έσοδα, οπότε υπήρξε πρόβλεψη για επιδότηση και για τις επιχειρήσεις.

Το βασικό χαρακτηριστικό των επιπτώσεων της πανδημίας είναι ο ασύμμετρος χαρακτήρας τους. Στην Ιταλία, δεν κατέρρευσε μόνο ο τουρισμός, τα εστιατόρια και τα μπαρ, αλλά και κάποιοι τομείς που έχουν ειδικό βάρος για την ιταλική οικονομία, όπως για παράδειγμα οι εκθέσεις: Στο Μιλάνο κάθε χρόνο πραγματοποιούνται εκθέσεις μόδας, επίπλου, design και κάθε μία φέρνει στην πόλη πάνω από μισό εκατομμύριο εύπορους τουρίστες που ξοδεύουν χρήματα και μετά επιστρέφουν στη χώρα τους και αγοράζουν ιταλικά προϊόντα.

Ακόμη, η κουλτούρα, οι αρχαιολογικοί χώροι, τα μουσεία, ο κινηματογράφος, η όπερα, φέρνουν επίσης εκατομμύρια επισκέπτες. Σε ό,τι αφορά τα πανεπιστήμια, μόνο στο Πολυτεχνείο του Μιλάνο που βρίσκομαι εγώ, σε σύνολο 47.500 φοιτητών οι 7.300 είναι ξένοι και αυτοί φέτος δεν ήρθαν.

Από την άλλη, κάποιοι τομείς πράγματι έδειξαν τεράστια αντοχή. Θυμάμαι τέτοια εποχή πέρυσι σοβαροί αναλυτές εξέφραζαν τον φόβο ότι η ιταλική βιομηχανία θα εκτοπιστεί από την αγορά. Ε, λοιπόν, την ίδια στιγμή που στο κέντρο του Μπέργκαμο εκτυλίσσονταν οι σκηνές με τα στρατιωτικά καμιόνια που είδαμε όλοι, λίγο έξω από την πόλη όπου υπάρχει βαριά βιομηχανία μηχανημάτων και εργαλείων, στα εργοστάσια, οι εργοδότες και τα συνδικάτα χωρίς καθόλου θόρυβο επινοούσαν και έθεταν σε εφαρμογή υγειονομικά πρωτόκολλα, τα οποία επέτρεπαν την απρόσκοπτη λειτουργία τους με ασφάλεια.

Το αποτέλεσμα είναι ότι, ενώ το ιταλικό ΑΕΠ υποχώρησε κατά 9%, οι εξαγωγές όχι μόνο δεν κατέρρευσαν, αλλά το 2020 αυξήθηκαν κατά 1% έναντι του 2019. Ήταν τόσο μεγάλη αυτή η επιτυχία που βελτίωσε και τις εργασιακές σχέσεις: Oι κλαδικές συλλογικές διαπραγματεύσεις του ιταλικού ΣΕΒ με τα αντίστοιχα συνδικάτα των βιομηχανικών εργατών κατέληξαν σε αποφάσεις για προσλήψεις και αυξήσεις από 63-120 ευρώ τον μήνα. Αυτό είναι εκπληκτικό, ειδικά για μια χώρα που βρίσκεται σε οικονομική στασιμότητα εδώ 25 χρόνια.


Vicky Pryce
Επικεφαλής οικονομική σύμβουλος CEBR, London

«Διπλή πρόκληση για τη Μεγάλη Βρετανία ο συνδυασμός Brexit και κορωνοϊού»

Η Μεγάλη Βρετανία έχει να αντιμετωπίσει μια διπλή πρόκληση που συνίσταται στον συνδυασμό της πανδημίας με το Brexit. Συγκεκριμένα, είχε το μεγαλύτερο πρόβλημα απ’ όλες τις χώρες, όσον αφορά την πτώση του ΑΕΠ, η οποία εκτιμάται ότι ήταν περίπου 10% το 2020 κι ενώ βρισκόμαστε ήδη στο τρίτο lockdown.

Το πρώτο τρίμηνο του 2021 δεν φαίνεται καθόλου καλό, αλλά ο κόσμος, λόγω και της επιτυχίας του εμβολιαστικού προγράμματος, έχει καλύτερη διάθεση και αισιοδοξία. Η χώρα έχει καταφέρει να εμβολιάσει το 40% των ενηλίκων, κάτι που κανείς δεν περίμενε, ενώ δεν υπάρχει φόβος για τους εμβολιασμούς, όπως βλέπουμε να συμβαίνει σε άλλες χώρες.

Υπάρχει, λοιπόν, η αισιοδοξία ότι στις αρχές Ιουνίου θα ανοίξουν όλα. Ωστόσο, λόγω της μείωσης του ΑΕΠ αναμένεται να έχουμε πολλά προβλήματα με την επανεκκίνηση. Το 2021 περιμένουμε αύξηση 4% στο ΑΕΠ, αλλά προς το παρόν δεν βλέπουμε κάτι τέτοιο. Τα δεδομένα, αυτήν τη στιγμή, είναι ότι ο κλάδος της βιομηχανίας πήγε καλά, η οικοδομή το ίδιο, όμως ο κλάδος των υπηρεσιών δεν έχει πάει καθόλου καλά και η οικονομία της Μεγάλης Βρετανίας είναι κατά 80% οι υπηρεσίες.

Η ανεργία έχει μείνει σχετικά χαμηλά στο 5,1%, γιατί η κυβέρνηση έχει πάρει διάφορα μέτρα που βοηθούν τις επιχειρήσεις να κρατήσουν τον κόσμο στη δουλειά έστω και χωρίς να εργάζεται. Πληρώνουν το 80% των μισθών με το λεγόμενο «επίδομα διαθεσιμότητας». Υπολογίζουμε ότι 4,5 εκατ. άνθρωποι βρίσκονται αυτήν τη στιγμή υπό αυτό το καθεστώς.

Βέβαια, για να τα πληρώσει όλα αυτά η κυβέρνηση έχει δανειστεί τεράστια ποσά. Για αυτή την οικονομική χρονιά που ολοκληρώνεται στο τέλος Μαρτίου, το κράτος έχει δανειστεί 350 δισ. λίρες, ενώ υπολόγιζε στην αρχή της πανδημίας ότι θα δανειζόταν 55 δισ. λίρες. Το δημοσιονομικό έλλειμμα ήταν 17% του ΑΕΠ. Και τον επόμενο χρόνο, εφόσον συνεχίζεται η υποστήριξη, θα δανειστούμε άλλες 250 δισ. λίρες περίπου. Ήδη, έχει ανακοινωθεί αύξηση φόρων. Βγαίνουμε από την πανδημία με πολύ μεγάλες ανισότητες.

Βλέπουμε ότι για τους εργαζόμενους με τις υψηλότερες συγκριτικά αποδοχές ήταν πιο εύκολο να δουλέψουν από το σπίτι ή να έχουν βοήθεια από το κράτος. Αντίθετα, για τους εργαζόμενους που είχαν χαμηλότερες αμοιβές, τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα γιατί επρόκειτο για δουλειές που απαιτούσαν φυσική παρουσία. Πολλές γυναίκες έχουν φύγει εντελώς από τον χώρο της εργασίας.


Georges Siotis
Αν. καθηγητής Οικονομικών, Universidad Carlos III de Madrid

«Φόβοι για έκρηξη ανεργίας στην Ισπανία μετά το τέλος των μέτρων στήριξης»

Η Ισπανία ως οικονομία μοιάζει να βρίσκεται ανάμεσα στον Βορρά και στον Νότο της Ευρώπης. Βεβαίως, ως μια οικονομία που εξαρτάται πολύ από τον τουρισμό και τις υπηρεσίες, το ΑΕΠ της έχει πληγεί πάρα πολύ και, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Επιτροπής, το 2020 θα μειωθεί κατά 11%.

Η Ισπανική Στατιστική Υπηρεσία μιλάει για μείωση 9%-9,5% και περιμένει για το 2021 ρυθμό υψηλής ανάπτυξης 5%-6%.

Η ανεργία στην Ισπανία ήταν ήδη πολύ υψηλή σε σχέση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα και αυξήθηκε λίγο ακόμα, όχι βέβαια στον βαθμό που θα συνέβαινε, αν δεν υπήρχαν τα μέτρα της κυβέρνησης. Ουσιαστικά, έχουν «κρατικοποιηθεί» οι μισθοί, δηλαδή το κράτος πληρώνει τους μισθούς πολλών ανθρώπων που δεν εργάζονται ή που εργάζονται λίγες ώρες την εβδομάδα. Όταν σταματήσουν όμως αυτά τα μέτρα, μπορεί να έχουμε έκρηξη της ανεργίας.

Αυτό που ίσως διαφοροποιεί την Ισπανία είναι ότι η οικονομία της είναι πιο ευέλικτη, έχει δηλαδή μια ικανότητα να επιστρέφει γρήγορα, ακόμα και αν σημειώσει μεγάλη κάμψη. Είδαμε ότι στην προηγούμενη κρίση η χώρα είχε τεράστια ελλείμματα, οι εισαγωγές ήταν πολύ πιο υψηλές από τις εξαγωγές. Όμως, μέσα σε δύο-τρία χρόνια οι επιχειρήσεις, όταν είδαν ότι δεν υπήρχε ζήτηση στην εσωτερική αγορά, έκαναν μια τεράστια προσπάθεια εξωστρέφειας και τα κατάφεραν.