Βιολογικά: «Ένα πρόγραμμα λίγων με πολλά στρέμματα»

Ο βιοκαλλιεργητής και γεωπόνος, Κώστας Αραμπατζής, μιλάει για τη στόχευση που πρέπει να έχει το πρόγραμμα Βιολογικής και τις παρούσες αδυναμίες του

«Πριν από την εφαρμογή του προγράμματος χρειάζεται να προετοιμαστεί το έδαφος, να γίνει μια καμπάνια προώθησης των βιολογικών προϊόντων στην αγορά, ώστε να έχουν αντίκρισμα οι προκηρύξεις». Αυτή είναι η εκτίμηση του γεωπόνου Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, Κώστα Αραμπατζή, ο οποίος καλλιεργεί βιολογικά αμπέλια σε 15 στρέμματα στη Ροδόπη.

Ο ίδιος παρατηρεί, μάλιστα, ότι ορισμένοι καταναλωτές δεν εμπιστεύονται τα βιολογικά. «Πρέπει να υπάρχει αγοραστική δύναμη για να μπορέσουν τα προϊόντα που καλλιεργούνται ως βιολογικά να πωλούνται ως βιολογικά, γιατί αλλιώς ο βιοκαλλιεργητής δεν εισπράττει την υπεραξία και απογοητεύεται».

Αναφορικά με την οικονομική κρίση που μαστίζει την Ελλάδα και το πόσο επηρέασε την αγοραστική δύναμη των πολιτών, απαντά ότι δεν είναι σημαντική η διαφορά στις τιμές μεταξύ συμβατικών και βιολογικών προϊόντων, ενώ τονίζει ότι τα οφέλη είναι πολλαπλάσια, και αυτό είναι κάτι που πρέπει να μάθει ο καταναλωτής.

«Το πρόγραμμα πρέπει να δομείται με τέτοιον τρόπο, ώστε οι βιοκαλλιεργητές να έχουν ουσιαστική ανταπόδοση από το παραγόμενο προϊόν. Να μας βοηθάει μεν, αλλά η αξία να αποδίδεται στο ότι παράγουμε βιολογικά προϊόντα, που είναι ωφέλιμα για τη διατροφή».

Επέκταση

Επισημαίνει ότι η διάρκεια είναι τριετής και ο χρόνος δεν είναι επαρκής. «Οι περισσότεροι γνωρίζουν ότι ο χρόνος ένταξης μιας συμβατικής καλλιέργειας σε βιολογική είναι τρία χρόνια. Επομένως, πριμοδοτείται ο καλλιεργητής να γίνει βιολογικός λαμβάνοντας μόνο τα αρχικά έξοδα». Θυμίζει, μάλιστα, ότι σε προηγούμενο πρόγραμμα τριετούς διάρκειας υποσχέθηκαν ένα πρόγραμμα γέφυρα, κάτι που δεν έγινε.

Στα αρνητικά καταγράφει ότι στη μοριοδότηση η βαθμολογία εξαρτάται κατά 50% από την καλλιεργούμενη έκταση. «Όποιος καλλιεργήσει πολλά στρέμματα, παίρνει πολλά μόρια. Κατά πόσο αυτό συνάδει με τη φιλοσοφία των βιολογικών;» αναρωτιέται, κάνοντας λόγο για τεχνοκρατική λογική, καθώς πρόκειται για πρόγραμμα λίγων με πολλά στρέμματα, ενώ στην ουσία οι συνειδητοί βιοκαλλιεργητές με μικρή έκταση αποκλείονται. «Είναι πιο εύκολο ένας καλλιεργητής με λίγα στρέμματα να χειριστεί καλύτερα τα βιολογικά γιατί είναι πιο ευέλικτος».

Σύμφωνα με τον ίδιο, θα έπρεπε να δίνονται οι ίδιες δυνατότητες σε καλλιεργητές με λίγα στρέμματα που είναι συνειδητοποιημένοι απέναντι στην προστασία της υγείας του καταναλωτή και του περιβάλλοντος.

Επίσης, θυμίζει ότι στην προηγούμενη πρόσκληση οι θέσεις καλύφθηκαν εν ριπή οφθαλμού και έμειναν πολλοί εκτός, κάτι που είναι βασικό να μη συμβεί στην τρέχουσα.

Χαρακτηρίζει ευνοϊκά τα ηλικιακά κριτήρια για τη μετατροπή βιολογικών πρακτικών και τη στήριξη εκτάσεων σε προστατευόμενες περιοχές (NATURA). Επίσης, επικροτεί τη μοριοδότηση όσων ήδη εφαρμόζουν βιολογική γεωργία, στη διατήρηση βιολογικών πρακτικών.