Χριστούγεννα στο χωριό: Ήθη, έθιμα και παραδόσεις των Χριστουγέννων στην ελληνική ύπαιθρο

«Χριστόκλουρα», «Κολίντα Μπάμπω», «το πάντρεμα της φωτιάς», «το τάισμα της βρύσης» και πολλές ακόμη παραδόσεις θα αναβιώσουν με ευλάβεια σε όλη τη χώρα
26/12/2025
10'+ διάβασμα
christougenna-sto-chorio-ithi-ethima-kai-paradoseis-ton-christougennon-stin-elliniki-ypaithro-370291

Καθώς τα χωριά της υπαίθρου και οι επαρχιακές πόλεις φορούν τα γιορτινά τους, γεμίζοντας φως και χρώμα ενόψει Χριστουγέννων, οι κουζίνες των σπιτιών πλημμυρίζουν από τα αρώματα των παραδοσιακών εδεσμάτων.

Οι ήχοι των παιδικών καλάντων και τα τρίγωνα που αντηχούν στους δρόμους συμπληρώνουν τη χαρούμενη ατμόσφαιρα, ενώ οι ευχές και οι συναντήσεις δίνουν νόημα στην κοινότητα και τη συλλογική γιορτή. Με δεκάδες έθιμα που συνδυάζουν χριστιανικές παραδόσεις και αρχαιοελληνικά ήθη, οι κάτοικοι τιμούν μία από τις σημαντικότερες θρησκευτικές γιορτές, λίγες ημέρες πριν από την έλευση της νέας χρονιάς. Τα έθιμα αυτά λειτουργούν ταυτόχρονα ως έκφραση πίστης και ως καθρέφτης των ανησυχιών και των ελπίδων της αγροτικής κοινωνίας, συνδέοντας το παρελθόν με το παρόν και ενισχύοντας την αίσθηση της κοινότητας.

Χριστόκλουρα ή Χριστουγεννιάτικο ψωμί

Ένα έθιμο που, με μικρές παραλλαγές, συναντάμε τόσο στην ηπειρωτική όσο και στη νησιωτική Ελλάδα. Οι Σαρακατσάνες έφτιαχναν τη Χριστόκλουρα, ένα στρογγυλό ψωμί στο οποίο «κεντούσαν» διάφορα σχέδια συνήθως εμπνευσμένα από την αγροτική και κτηνοτροφική ζωή. Στη συνέχεια, άλειφαν την κουλούρα με μέλι και τη μοίραζαν στην οικογένεια. Στην Κεφαλλονιά, η οικογένεια μαζεύεται στο σπίτι του γηραιότερου και αφού τοποθετήσουν τρία δαυλιά στο πάτωμα, ακουμπάνε πάνω τους την κουλούρα. Έτσι, σχηματίζουν έναν κύκλο, ακουμπώντας με το δεξί τους χέρι την κουλούρα όσο ο νοικοκύρης ψέλνει το «Η γέννησίς σου, Χριστέ ο Θεός ημών». Τελειώνοντας, ρίχνει λάδι στα δαυλιά, τα ανάβει και, στη συνέχεια, κόβει την κουλούρα και τη μοιράζει σε όλους για να δειπνήσουν.

Στην Κρήτη, οι γυναίκες φτιάχνουν το χριστόψωμο με το καλύτερο αλεύρι, με ροδόνερο, μέλι, κανέλα και σουσάμι. Όσο ζυμώνουν δίνουν την ευχή «Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει» και έπειτα δίνουν σχήμα στο ψωμί, κάνοντας έναν μεγάλο σταυρό από ζυμάρι, παράλληλα στα κενά το στολίζουν με διάφορα σχέδια, όπως λουλούδια, πουλιά, καρπούς κ.ά. Στη Σπάρτη, φτιάχνουν ένα ψωμί με σταυρό για τον Χριστό, το οποίο τρώνε ανήμερα των Χριστουγέννων, ενώ τα υπόλοιπα τα διακοσμούν με αμύγδαλα και καρύδια.

Από την άλλη, στη Ζάκυνθο, η κουλούρα ζυμώνεται με μπαχαρικά, καρύδια, σταφίδα, κρασί και λάδι και διακοσμείται με σχέδια από το ίδιο το ζυμάρι, ενώ φροντίζουν να τη διατηρούν ζεστή μέχρι το βράδυ που συγκεντρώνονται όλοι στο οικογενειακό τραπέζι. Ο νοικοκύρης σηκώνει τον δίσκο, τον οποίο όλοι ακουμπάνε με το χέρι τους, και τον μεταφέρει πάνω από τη φωτιά στο τζάκι, σταυρώνει την κουλούρα τρεις φορές και τη λούζει με λαδόκρασο, ψάλλοντας το «Η γέννησις σου, Χριστέ». Παράλληλα, η γυναίκα του θυμιατίζει, καθώς ένας από τους νέους της οικογένειας πυροβολεί με το τουφέκι στον αέρα, δίνοντας το σήμα για τη γέννηση του Χριστού. Στη συνέχεια, κόβουν την κουλούρα. Το πρώτο κομμάτι ανήκει στον Χριστό, το δεύτερο στον φτωχό, το τρίτο στο σπίτι και τα υπόλοιπα μοιράζονται κατά ηλικία στα μέλη της οικογένειας. Φυσικά, έπεται το γνωστό φαγοπότι και οι ευχές.

Χριστουγεννιάτικο στεφάνι

Στα χωριά συνηθίζουν να κρεμάνε στους τοίχους και τις εξώπορτες πλεξούδες από σκόρδα, πάνω στις οποίες καρφώνουν γαριφαλάκια για να διώξουν την κακογλωσσιά που «καρφώνει» την ευτυχία του σπιτιού τους.

Την εξώπορτα των σπιτιών κοσμεί, επίσης, ένα στεφάνι από έλατο, διακοσμημένο με χριστουγεννιάτικα στολίδια. Σύμφωνα με την παράδοση, το στεφάνι φέρνει τύχη στους ενοίκους του σπιτιού.

Χριστόξυλο

Σε πολλές περιοχές της Βόρειας Ελλάδας λαμβάνει χώρα ένα χριστουγεννιάτικο έθιμο που τις ρίζες του συναντάμε πίσω στον χρόνο και στην αγροτική ζωή των περιοχών αυτών. Εποχές που τα αγροτόσπιτα ζεσταίνονταν αποκλειστικά με τζάκια και ξυλόσομπες.

Ο νοικοκύρης, λοιπόν, του σπιτιού βγαίνει στα χωράφια του και ψάχνει για το καλύτερο ξύλο, το Χριστόξυλο. Το πιο γερό, το πιο όμορφο, το πιο χοντρό. Το ξύλο προέρχεται ή από πεύκο ή από ελιά, Αφού επιλέξει το Χριστόξυλό του, επιστρέφει στο σπίτι του. Αυτό το Χριστόξυλο θα καίγεται στο τζάκι του σπιτιού για δώδεκα μέρες, όσο κρατάνε και οι γιορτές των Χριστουγέννων. Από τα Χριστούγεννα έως και τα Φώτα.

Πριν ο νοικοκύρης καταφθάσει με το Χριστόξυλο, θα πρέπει η νοικοκυρά να έχει καθαρίσει καλά το σπίτι και ο χώρος γύρω από το τζάκι να μην έχει καθόλου παλιές στάχτες. Η παράδοση λέει ότι πρέπει να καθαρίζονται και οι καπνοδόχοι των τζακιών, για να μην κατεβαίνουν οι καλικάντζαροι, όπως αναφέρονται και στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα παραμύθια.

Αφού, λοιπόν, έχουν γίνει όλες οι προετοιμασίες και έρθει η παραμονή των Χριστουγέννων, όλη η οικογένεια μαζεύεται γύρω από το τζάκι και ο άντρας ανάβει την καινούρια φωτιά και τοποθετεί το Χριστόξυλο στην άκρη της πυροστιάς για να μην καεί. Η ονομασία «Χριστόξυλο» έχει βγει γιατί ο λαός λέει ότι, καθώς αργοκαίει το Χριστόξυλο, ζεσταίνεται και ο Χριστός στην κρύα και υγρή σπηλιά της Βηθλεέμ, όπου μόλις γεννήθηκε. Γι’ αυτό και μέλημα είναι το Χριστόξυλο να μην καεί αμέσως, αλλά να κρατήσει έως και τα Φώτα.

Κόλιντα Μπάμπω

Ένα τοπικό έθιμο με τριπλή συμβολική σημασία, που διατηρείται αναλλοίωτο εδώ και πάρα πολλά χρόνια και είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο στους νομούς Πέλλας, Φλώρινας, αλλά και σε άλλες περιοχές της χώρας όπου υπάρχουν ντόπιοι, αναβιώνει την προπαραμονή των Χριστουγέννων, μεταφέροντας με ιδιαίτερο τρόπο το μήνυμα της γέννησης του Θεανθρώπου.

Πρόκειται για το παραδοσιακό έθιμο της Μακεδονίας «Κόλιντα Μπάμπω», το οποίο χάρη στους Πολιτιστικούς Συλλόγους κάθε προαναφερόμενης περιοχής, αλλά και στους κατοίκους των χωριών, βρίσκει κάθε χρόνο νόημα και ύπαρξη στις γειτονιές και στις πλατείες.

«Κόλιντα Μπάμπω» σημαίνει «τα κάλαντα στη γιαγιά». Είναι τα νυχτερινά κάλαντα ή κόλιντα των παιδιών προς τη γιαγιά που περιμένουν να λάβουν τα καλύτερα δώρα. Σύμφωνα με το έθιμο, το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, μια επιβλητική φωτιά, από ξύλα που έχουν μαζέψει εθελοντές από την προηγούμενη ημέρα, στήνεται σε πλατείες ή σε γειτονιές. Τα ξύλα στοιβάζονται όλα μαζί και ανάβονται το βράδυ.

Στη διάρκεια του ανάμματος της φωτιάς, υπάρχει κόσμος που φωνάζει «Κόλιντα Μπάμπω». «Παλιά έλεγαν κάλαντα, ενώ τα τελευταία χρόνια υπάρχουν μουσικές και τραγούδια από ορχήστρες», εξηγεί για τη διαδικασία του εθίμου ο Χρήστος Σφέτκος, μέλος του Πολιτιστικού και Χορευτικού Ομίλου Καρυδιάς – Άγρας Μίγκας.

Το αναμμένο πουρνάρι

Σύμφωνα με την παράδοση, όταν οι βοσκοί πήγαν να προσκυνήσουν τον νεογέννητο Ιησού στη φάτνη έκοψαν τα κλαδιά από ένα πουρνάρι και τους έβαλαν φωτιά, προκειμένου να βλέπουν τον δρόμο. Η φωτιά και τα τριξίματα από το καιγόμενο πουρνάρι γέμισαν τον σκοτεινό δρόμο τους με φως και ζωντάνια από τους κρότους. Για αυτόν τον λόγο, στην Άρτα, όταν κάποιος επισκέπτεται ένα σπιτικό για να ευχηθεί χρόνια πολλά, κρατάει ένα πουρνάρι ή κάποιο άλλο κλαδί από δέντρο που όταν καίγεται κάνει κρότο. Το ίδιο κάνουν και τα παντρεμένα παιδιά, όταν πάνε στο πατρικό τους για να φιλήσουν το χέρι των γονιών τους: Ανάβουν στον δρόμο το κλαδί από ένα πουρνάρι και γεμίζει ο τόπος χαρούμενες φωτιές και κρότους.

Κάτι αντίστοιχο κάνουν και στα Γιάννενα. Όταν πάνε να ευχηθούν στα σπίτια συγγενών και φίλων, έχουν στη χούφτα τους δαφνόφυλλα και πουρναρόφυλλα, τα οποία μόλις μπουν στο σπίτι τα πετάνε στο τζάκι και αυτά αρχίζουν να τρίζουν και να πετάνε σπίθες, ενώ παράλληλα εύχονται «Αρνιά, κατσίκια, νύφες και γαμπρούς!».

Το πάντρεμα της φωτιάς

Ο γάμος ή πάντρεμα της φωτιάς, όπως είναι πιο γνωστό το έθιμο, γίνεται κάθε παραμονή Χριστουγέννων σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Πρόκειται ουσιαστικά για παραλλαγή του εθίμου του «Χριστόξυλου». Το πάντρεμα αυτό της φωτιάς γίνεται με ένα ξύλο από κάποιο δέντρο θηλυκού ονόματος, π.χ καρυδιά, το οποίο και συμβολίζει τη νοικοκυρά του σπιτικού και ένα με ξύλο αρσενικού δέντρου (πλάτανος κ.λπ.), το οποίο ασφαλώς συμβολίζει τον νοικοκύρη της οικίας. Πολλές φορές, τα αρσενικά ξύλα διάλεγαν να είναι αγκαθωτά, καθώς, κατά τη λαϊκή παράδοση που γέννησε αυτό το έθιμο, τα αγκαθωτά δέντρα τρομάζουν και απομακρύνουν τις κακές δυνάμεις και τα δαιμονικά όντα που βλάπτουν το νοικοκυριό και τα αγαθά, όπως είναι οι διάσημοι καλικάντζαροι.

Κάθε πρωί της 24ης Δεκεμβρίου (σ.σ. λέγε με Παραμονή), λοιπόν, οι νοικοκυρές καθάριζαν το τζάκι και την καμινάδα και το βράδυ έβαζαν ξύλα σταυρωμένα μεταξύ τους και άναβαν τη φωτιά. Θεωρούσαν πολύ σημαντικό, κάτι σε στυλ ποδαρικού ή αγιοβασιλιάτικου φλουριού, το πρόσωπο που θα έρθει σε επαφή με αυτή φωτιά. Συνήθως, ο βενιαμίν της οικογένειας ανακάτευε τη φωτιά με κάποιο σίδερο ή ξύλο. Κατά το ανακάτεμα, οι αγρότες συνήθως έλεγαν διάφορες όμορφες ευχές, ευελπιστώντας να αυξήσουν το βιός και τις σοδειές τους ή έστω να τα διατηρήσουν.

Το έθιμο του παντρέματος της φωτιάς διανθίζεται από τόπο σε τόπο, αναπτύσσοντας όμορφες ή και πολύ σπάνιες παραλλαγές. Για παράδειγμα, στα αγροτικά χωριά της Λαμίας καίνε δύο πανομοιότυπα ξύλα, λέγοντας ευχές, ενώ στη Λάρισα καίνε στη φωτιά του τζακιού κέδρους και κερασιές.

Τα σπάργανα του Χριστού

  «Τα σπάργανα του Χριστού» είναι ένα γλύκισμα που ετοιμάζουν σε κάθε σπίτι, για το τραπέζι της Παραμονής. Οι νοικοκυρές ψήνουν σε πυρωμένη πέτρα χυλό από σταρένιο αλεύρι, ενώ, στη συνέχεια, τις «τηγανίτες» αυτές τις μελώνουν σε ζαχαρόνερο, καρύδια και κανέλα. Πολιτιστικοί Σύλλογοι αναβιώνουν το έθιμο σε γειτονιές ή πλατείες, με πιο σημαντική εκδήλωση εκείνη στο Κάστρο των Ιωαννίνων. Το έθιμο συμβολίζει τα σπάργανα του Ιησού στη φάτνη.

Με βαθιά πίστη, οι Ηπειρώτες και στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι τους δίνουν συμβολισμούς. Έως και σήμερα, σε πολλά σπίτια, οι νοικοκυρές μαγειρεύουν «γιαπράκια». Είναι λαχανοντολμάδες με φύλλα από λάχανο και το φαγητό συμβολίζει το «φάσκιωμα» του νεογέννητου Χριστού. Παλαιότερα, το χοιρινό είχε εξέχουσα θέση στο γιορτινό τραπέζι, αλλά και στα γλέντια, που γίνονταν ανήμερα των Χριστουγέννων στις πλατείες των χωριών.

Τα έθιμα στην Ήπειρο αποτυπώνουν τις πτυχές της πολιτιστικής και πολιτισμικής ταυτότητας του τόπου, καθώς είναι άμεσα συνυφασμένα με τις συνθήκες του μακρινού παρελθόντος, με τις αρχές και τις αξίες των περασμένων γενεών.

Για να υποδεχτούν τη Γέννηση του Χριστού, νήστευαν το «σαρανταήμερο», δηλαδή από τις 15 Νοεμβρίου έως και τις 24 Δεκεμβρίου. Ακόμη και σήμερα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που με ευλάβεια τηρούν τη νηστεία.

Το τάισμα της βρύσης

Τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων πραγματοποιείται το «τάισμα της βρύσης» σε χωριά της Κεντρικής Ελλάδας.

Οι κοπέλες πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση για να κλέψουν το άκραντο, δηλαδή το αμίλητο νερό. Σε όλη τη διαδρομή παραμένουν σιωπηλές. Όταν πάρουν το νερό, αλείφουν τη βρύση με βούτυρο και μέλι, με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι, και όπως γλυκό είναι το μέλι, έτσι γλυκιά να είναι και η ζωή τους.

Για να έχουν καλή σοδειά, την ταΐζουν με διάφορα προϊόντα, όπως βούτυρο, ψωμί, τυρί, όσπρια ή κλαδί ελιάς. Μάλιστα, όποια κοπέλα φτάνει πρώτη στη βρύση, θα είναι η πιο τυχερή όλο τον χρόνο. Έπειτα, ρίχνουν στη στάμνα ένα βατόφυλλο και τρία χαλίκια, κλέβουν το νερό από τη βρύση και γυρίζουν στο σπίτι τους πάλι αμίλητες, μέχρι να πιούν όλοι από το άκραντο νερό. Με το ίδιο νερό ραντίζουν τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού και σκορπίζουν τα τρία χαλίκια στο σπίτι. Στη λαϊκή παράδοση, ο βάτος φέρνει αισιοδοξία και καλά μαντάτα, και διώχνει τα ξόρκια.

Ρουγκάτσια

Αφού πάρουν την ευλογία από την εκκλησία, οι φουστανελοφόροι ξεχύνονται στους δρόμους με τα σπαθιά τους και χορεύουν ακούραστα με τη συνοδεία ζουρνά. Τα Ρουγκάτσια είναι αναμφίβολα ένα από τα ωραιότερα Ρουµλουκιώτικα έθιµα που τελούνται μέχρι και σήμερα στη Βέροια και τα γύρω χωριά της πεδιάδας, με κάποιες μικρές παραλλαγές από το παλιό έθιμο. Πρόκειται για μία ομάδα φουστανελοφόρων ανδρών που φέρουν σπαθιά και κατά τη διάρκεια του δωδεκαήμερου των Χριστουγέννων περιφέρονται στα χωριά της Καμπανίας, χορεύοντας υπό τους ήχους ζουρνάδων και νταουλιού, ενώ επισκέπτονται τα σπίτια της περιοχής, σε έναν κύκλο τεσσάρων συνεχόµενων χορών, που όλοι μαζί αποκαλούνται «Ρουγκατσιάρικος».

Κύριος σκοπός αυτού του εθίμου είναι η συγκέντρωση χρημάτων για κάποιον καλό σκοπό, όπως την ανέγερση ενός ναού ή την συντήρηση κάποιου παλιού, για επισκευές σε σχολικά κτήρια και άλλες παρόμοιες ενέργειες, που φέρνουν στο επίκεντρο το κοινό καλό. Οι κάτοικοι της περιοχής παίρνουν την ευχή για καλή χρονιά και δίνουν τον οβολό τους, για να προσφέρουν στο σύνολο.

Αναφορικά µε την ετυμολογία της λέξης «Ρουγκάτσια» έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς διάφορες απόψεις. Αυτό το έθιμο το συναντάμε με μικρές παραλλαγές και σε άλλες περιοχές της Μακεδονίας, αλλά και της Θεσσαλίας, όπου ομάδες ανδρών μεταμφιέζονται κατά τη διάρκεια του δωδεκαήμερου και συγκεκριμένα στις τρεις μεγάλες γιορτές των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων, που περιοδεύουν σε πόλεις και χωριά. Χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτών των μεταμφιέσεων είναι ότι οι συµµετέχοντες παίρνουν αλλού τη µορφή ζώων, όπως αρκούδα, λύκος, τράγος, και αλλού ντύνονται µε ρούχα οπλισμένων ανδρών, όπως συμβαίνει και στο Ρουµλούκι.

Όσον αφορά την προέλευση του ξεχωριστού αυτού εθίμου, κάποιοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι έχει τις ρίζες του στην αρχαιότητα και τα «Μικρά Διονύσια», άλλοι το συνδέουν με τα «Ανθεστήρια», ενώ κάποιοι άλλοι θεωρούν ότι είναι κατάλοιπο της Ρωμαϊκής και Βυζαντινής Εποχής. Απ’ όπου κι αν προέρχονται, τα Ρουγκάτσια έχουν κατορθώσει να επιβιώσουν στο πέρας των αιώνων και να προσαρμοστούν στις ανάγκες της κάθε εποχής. Στη Βόρεια Ελλάδα, πολλοί είναι οι νεαροί άνδρες που λαμβάνουν κάθε χρόνο συμμετοχή σε αυτό το έθιμο και προσδοκούν να το μεταλαμπαδεύσουν και στις επόμενες γενιές, πράξη ιδιαίτερα συγκινητική, αν αναλογιστούμε την αποξένωση του Νεοέλληνα από τα ήθη και τα έθιμα της πατρίδας μας.

  Οι Μπαμπουσιαραίοι

Τη δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων, δύο νέοι άνδρες μεταμφιέζονται σε ζευγάρι, ο ένας σε άνδρα, τον Μπαμπούσιαρο, και ο άλλος σε γυναίκα του Μπαμπούσιαρου. Ο άνδρας φορά νεροκολοκύθα στο κεφάλι με τρύπες στα μάτια και το στόμα, προβιά προβάτου και κουδούνια στον λαιμό και τη μέση. Στους Πετράδες, ο άνδρας κρατάει ξύλινο σπαθί για να τρυπάει μ’ αυτό τους φοβιτσιάρηδες. Το ζεύγος περιφέρεται με συνοδεία γκαϊντατζήδων, ζουρνατζήδων και ενός νταουλτζή που παίζουν δυνατή, άγρια μουσική που ξεσηκώνει τον κόσμο. Οι νοικοκυραίοι τους κερνούν κρασί και τους δίνουν καρύδια, ψωμί, κρέας κ.λπ. Η γυναίκα-Μπαμπούσιαρος φιλάει το χέρι του νοικοκύρη και συνεχίζουν τον δρόμο τους χορεύοντας. Ο δυνατός χορός των Μπαμπουσιαραίων με χτυπήματα των ποδιών τους στη γη, καθώς και η ξέφρενη μουσική συμβολίζουν την καρποφορία και τη βλάστηση.

Τα κάλαντα

Τα κάλαντα είναι ένα πανάρχαιο ελληνικό έθιμο που διατηρείται ακέραιο ακόμα και σήμερα. Τα παιδιά γυρνούν από σπίτι σε σπίτι, δύο μαζί ή και περισσότερα, και τραγουδούν τα κάλαντα, συνοδεύοντας το τραγούδι τους με το τρίγωνο ή ακόμα και κιθάρες, ακορντεόν, λύρες, ή φυσαρμόνικες.

Τα παιδιά γυρνούν από σπίτι σε σπίτι, χτυπούν την πόρτα και ρωτούν: «Να τα πούμε;». Αν η απάντηση από τον νοικοκύρη ή τη νοικοκυρά είναι θετική, τότε τραγουδούν τα κάλαντα για μερικά λεπτά, τελειώνοντας με την ευχή «Και του Χρόνου. Χρόνια Πολλά». Ο νοικοκύρης τα ανταμοίβει με κάποιο χρηματικό ποσό, ενώ παλαιότερα τους πρόσφερε μελομακάρονα ή κουραμπιέδες. Η λέξη κάλαντα προέρχεται από τη λατινική «calenda», που σημαίνει αρχή του μήνα και διαμορφώθηκε από το ελληνικό ρήμα καλώ. Πιστεύεται ότι η ιστορία τους προχωρεί πολύ βαθιά στο παρελθόν και συνδέεται με την Αρχαία Ελλάδα. Έχουν βρεθεί, μάλιστα, αρχαία γραπτά κομμάτια παρόμοια με τα σημερινά κάλαντα. Εκτός από τα χιλιοακουσμένα έχουμε και τα εξής:

Κάλαντα Χριστουγέννων (Μωραΐτικα)

Χριστούγεννα, Πρωτούγεννα, πρώτη γιορτή του χρόνου,
για βγάτε, δέτε, μάθετε, πως ο Χριστός γεννάται.
Γεννάται κι αναθρέφεται με μέλι και με γάλα,
το μέλι τρων οι άρχοντες, το γάλα οι αφεντάδες
και το μελισσοβότανο να νίβοντ’ οι κυράδες!
Κυρά ψηλή, κυρά λιγνή, κυρά γαϊτανοφρύδα,
κυρά μου οτάν στολίζεσαι να πας στην εκκλησιά σου,
βάνεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αγκάλη
και τον καθάριο Αυγερινό τον βάζεις δακτυλίδι.
Εμείς εδώ δεν ήρθαμε να φάμε και να πιούμε,
παρά σας αγαπούσαμε κι ήρθαμε να σας δούμε!
Δώστε μας και τον κόκκορα, δώστε μας και την κότα!
Δώστε μας και πέντ’ έξι αβγά, να πάμε σ άλλη πόρτα!

Κάλαντα Θράκης

Χριστός γεννιέται, χαρά στον κόσμο,
χαρά στον κόσμο, στα παλληκάρια.
Σαράντα μέρες, σαράντα νύχτες,
η Παναγιά μας κοιλοπονούσε.
Κοιλοπονούσε, παρακαλούσε,
τους αρχαγγέλους, τους ιεράρχες.
-Σεις αρχαγγέλοι και ιεράρχες,
στη Σμύρνη πηγαίν’ τε, μαμμές να φέρ’ τε.
Άγια Μαρίνα, άγια Κατερίνα,
στη Σμύρνη πάνε, μαμμές να φέρουν.
Όσο να πάνε κι όσο να έρθουν,
η Παναγιά μας ηληυτηρώθη.
Στην κούνια τό ‘βαλαν και το κουνούσαν,
και το κουνούσαν, το τραγουδούσαν.
Σαν ήλιος λάμπει, σα νιο φεγγάρι,
σα νιο φεγγάρι, το παλληκάρι.
Φέγγει σε τούτον το νοικοκύρη,
με τα καλά του, με τα παιδιά του,
με την καλή τη νοικοκυρά του…

Κάλαντα Κυκλάδων

Για σένα, κόρη όμορφη, ήρθαμε να τα πούμε
και τα καλά Χριστούγεννα για να σου ευχηθούμε.
Σ’ αυτό το σπίτι που ‘ρθαμε καράβια ν’ ασημένια
του χρόνου σαν και σήμερα να ‘ναι μαλαματένια.
Αν έχεις κόρη όμορφη, βάλε την στο τσιμπίδι
και κρέμασέ την αψηλά, να μην την φαν οι ψύλλοι.
Φέρτε μας κρασί να πιούμε και του χρόνου να σας πούμε,
και του χρόνου να σας πούμε φέρτε μας κρασί να πιούμε.

Κάλαντα Προσοτσάνης Δράμας

Χριστός γεννάται χαρά στον κόσμο
χαρά στον κόσμο στα παλικάρια.
Σαράντα μέρες, σαράντα νύχτες
η Παναγιά μας κοιλοπονούσε.
Η Παναγιά μας κοιλοπονούσε
κοιλοπονούσε παρακαλούσε
τους Αποστόλους τους Ιεράρχες
να παν να φέρουν μήλα και ρόδα.
Οι Αποστόλοι για μήλα πάνε
οι Ιεράρχες για ρόδα πάνε.
Κι ως που να πάνε
κι ως που να έρθουν
η Παναγιά μας ξελευθερώθη.

Κάλαντα Πελοποννήσου

Χριστούγεννα, Πρωτούγεννα, πρώτη γιορτή του χρόνου.
Για βγάτε, διέτε, μάθετε πως ο Χριστός γεννιέται.
Γεννιέται κι ανατρέφεται στο μέλι και στο γάλα.
Το μέλι τρων οι άρχοντες, το γάλα οι αφεντάδες
και το μελισσοβότανο το λούζονται οι κυράδες.
Κυρά καμαροτράχηλη, κυρά γαϊτανοφρύδα,
κυρά μου όταν στολίζεσαι και πας στην εκκλησιά σου
κάνεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αγκάλη
και τον καθάριο Αυγερινό τον κάνεις δαχτυλίδι.
Εμείς εδώ δεν ήρθαμε να φάμε και να πιούμε
μόνο σας αγαπούσαμε κι ήρθαμε να σας δούμε.
Δώστε μας και τον κόκορα, δώστε μας και την κότα
δώστε μας και πεντ’ έξι αβγά να πάμε σ’ άλλη πόρτα.
Εδώ που τραγουδήσαμε πέτρα να μη ραΐσει
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού πολλούς χρόνους να ζήσει.

Κάλαντα Δωδεκανήσων

Αυτή είναι η ημέρα όπου ήλθ’ ο Λυτρωτής
από Μαριάμ Μητέρα εκ Παρθένου γεννηθείς. (δις)
Άναρχος αρχήν λαμβάνει και σαρκούται ο θεός
Αγέννητος γεννάται εις την φάτνην ταπεινός. (δις)
Άγγελοι το νέο λέγουν εις ποιμένας και βοσκούς
ο Αστήρ το θαύμα δείχνει εις τους μάγους και σοφούς. (δις)
Οι τρεις μάγοι ξεκινάνε τ’ άστρο έχουν βοηθό
τη σπηλιά ψάχνουν να βρούνε με τον άγιο θεό. (δις)
Λίβανο χρυσό και σμύρνα να του παν’ επιθυμούν
τη μικρή γλυκιά μορφή του σκύβουν και την προσκυνούν. (δις)
Όσοι έχετε στα ξένα να δεχτείτε με καλό ευτυχία να σας δίνει το Θεό παρακαλώ. (δις)

Κάλαντα Ηπειρώτικα

Ελάτε εδώ γειτόνισσες
Και εσείς γειτονοπούλες,
Τα σπάργανα να φτιάξουμε
και το Χριστό ν’ αλλάξουμε.
Τα σπάργανα για το Χριστό,
Ελάτε όλες σας εδώ.(δις)
Να πάμε να γυρίσουμε
Και βάγια να σκορπίσουμε.
Να βρούμε και την Παναγιά
οπού μας φέρνει τη χαρά.
Τα σπάργανα για το Χριστό,
ελάτε όλες σας εδώ.(δις)
Κοιμάται στα τριαντάφυλλα,
γεννιέται μες στα λούλουδα.
Γεννιέται μες στα λούλουδα,
κοιμάται στα τριαντάφυλλα.
Τα σπάργανα για το Χριστό,
ελάτε όλες σας εδώ.
Τα σπάργανα να φτιάξουμε