Στη δίνη του κορωνοϊού, της κλιματικής αλλαγής και της νοθείας η μελισσοκομία

✱ Μείωση 50% της παραγωγής στη Δυτική Ελλάδα ✱ Προβλήματα και στη διάθεση του προϊόντος

Μία από τις χειρότερες χρονιές της διένυσε φέτος η μελισσοκομία, εξαιτίας της πανδημίας που ανέκοψε την παραγωγική διαδικασία και τη διάθεση του προϊόντος, αλλά και των κλιματολογικών συνθηκών που επηρέασαν την ανάπτυξη των μελισσιών. Η πτώση στην παραγωγή υπολογίζεται ακόμα και στο 50% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, με τη Νοτιοδυτική Ελλάδα να παρουσιάζει τη μεγαλύτερη ζημιά.

Όπως επισημαίνει στην «ΥΧ» ο γραμματέας του Μελισσοκομικού Συλλόγου Αχαΐας «Η Ανθεία», Βασίλης Αλιχός, το «χτύπημα» της πανδημίας ήταν διπλό για τη μελισσοκομία, δεδομένου ότι η πρώτη καραντίνα βρήκε τους μελισσοκόμους στο φουλ της παραγωγής και η δεύτερη λίγο πριν κλείσει η χρονιά, στον τρύγο του πεύκου.

«Η φετινή παραγωγή επηρεάστηκε πολύ εξαιτίας της πανδημίας. Στην πρώτη καραντίνα οι μελισσοκόμοι δεν μπορούσαν να μετακινηθούν εύκολα για να φροντίσουν τα μελίσσια τους. Η πρώτη ανάπτυξη είναι πολύ σημαντική και δεν έγινε σωστά, γιατί οι μελισσοκόμοι δεν μπορούσαν να φτάσουν στα μελίσσια τους. Δεν είχαν τη δυνατότητα να δικαιολογήσουν το προσωπικό που χρειάζονταν. Πώς θα μπορούσαν να σηκώσουν 1.000 μελίσσια δύο άτομα; Ούτε 300 μελίσσια δεν μπορούσαν. Δεν υπήρχε εργατικό δυναμικό ούτε στις τοποθετήσεις μελισσιών, ούτε στη συλλογή, ούτε στην εξαγωγή. Η δεύτερη καραντίνα ήρθε όταν έβγαινε το πεύκο», εξηγεί.

Από την άλλη πλευρά, οι μελισσοκόμοι είχαν να αντιμετωπίσουν και το ξηροθερμικό κλίμα, το οποίο προκάλεσε τη μείωση της παραγωγικότητας των μελισσών. Η κλιματική αλλαγή συνεχίζει να επηρεάζει τον κλάδο. Η παρατεταμένη ξηρασία επηρέασε όλη την παραγωγή. Τα ανθόμελα ήταν πολύ λίγα, το έλατο ήταν σχεδόν μηδενικό, το θυμάρι σε μέτρια επίπεδα. «Σε καλύτερη μοίρα βρέθηκε μόνο το πεύκο, όπου η παραγωγή φαίνεται να είναι καλή, ωστόσο η θετική αυτή εξέλιξη δεν αγγίζει όλους τους μελισσοκόμους, παρά μόνο τους μεγάλους», εξηγεί ο κ. Αλιχός.

Το ελληνικό μέλι είναι από τα ελάχιστα προϊόντα που είναι τόσο εκτεθειμένα στη νοθεία και στις ελληνοποιήσεις. Πρέπει να βρούμε τρόπους να ξεχωρίσουμε το ελληνικό μέλι από τα εισαγόμενα και τα μείγματά τους με ελληνικά μέλια

Διάθεση

Όμως, και στο κομμάτι της διάθεσης του προϊόντος οι μελισσοκόμοι δέχθηκαν μεγάλο πλήγμα εξαιτίας του λουκέτου στον χώρο της εστίασης, της μείωσης των τουριστών, αλλά και της πώλησής του μεμονωμένα από τους ίδιους τους παραγωγούς. «Πώς να διαθέσει ο μελισσοκόμος το προϊόν του, όταν βρισκόμαστε σε κατάσταση καραντίνας; Και όλα αυτά τη στιγμή που ο αθέμιτος ανταγωνισμός και η νοθεία συνεχίζουν να κατατρώνε τον κλάδο. Τα φθηνά εισαγόμενα μέλια αμφίβολης ποιότητας έχουν κατακλύσει τα σούπερ μάρκετ, με αποτέλεσμα να έχει μειωθεί η ζήτηση ακόμα και κατά 90%. Και δεν είναι υπερβολή», σημειώνει ο γραμματέας του Μελισσοκομικού Συλλόγου Αχαΐας.

Καταλήγοντας, ο κ. Αλιχός τόνισε πως παρά το γεγονός ότι η πανδημία ήταν κάτι που κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει και όλοι μοιραζόμαστε την ίδια ανησυχία και αβεβαιότητα, εντούτοις στο θέμα της παραγωγής, τυποποίησης και διάθεσης του μελιού υπάρχουν τρόποι για να προστατέψεις το σημαντικό αυτό ελληνικό προϊόν και να ενισχύσεις την υπεραξία του. «Το ελληνικό μέλι είναι από τα ελάχιστα προϊόντα που είναι τόσο εκτεθειμένα στη νοθεία και στις ελληνοποιήσεις. Πρέπει να βρούμε τρόπους να ξεχωρίσουμε το ελληνικό μέλι από τα εισαγόμενα και τα μείγματά τους με ελληνικά μέλια.

Πρέπει να προχωρήσει επιτέλους η διαδικασία της θέσπισης ελληνικού σήματος στο μέλι, γιατί με τον τρόπο αυτόν θα διαχωριστεί το ποιοτικό μέλι από τα άλλα «μέλια». Από την άλλη, το ελληνικό σήμα θα βοηθήσει στη βελτίωση της ποιότητας και σε μια καλύτερη λειτουργία της αγοράς, με τη συνεχή επίβλεψη και παρακολούθηση της πολιτείας φυσικά που θα διενεργεί ελέγχους».

Ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδος (ΟΜΣΕ), Βασίλης Ντούρας, έχει ζητήσει τη στήριξη της πολιτείας μέσα από την ένταξη του κλάδου της μελισσοκομίας στους πληττόμενους ΚΑΔ, καθώς με τον τρόπο αυτόν θα δοθεί στους παραγωγούς η δυνατότητα διευκόλυνσης – ρύθμισης σε οφειλές στο Δημόσιο και στις τράπεζες.