Στα δίχτυα της ιταλικής καραντίνας πιάστηκαν τσιπούρα και λαβράκι

Η γειτονική χώρα αποροφά το 45% των ελληνικών εξαγωγών

Σοβαρό πλήγμα στις ελληνικές επιχειρήσεις ιχθυοκαλλιεργειών, σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη συγκυρία για τον κλάδο, απειλούν να καταφέρουν τα έκτακτα μέτρα που έχει ενεργοποιήσει η ιταλική κυβέρνηση, στην προσπάθειά της να φρενάρει την εξάπλωση του κορωνοϊού.

Οι πρώτες εκτιμήσεις που μεταφέρουν στην «ΥΧ» στελέχη του κλάδου μιλούν για μείωση 50% της ζήτησης για τσιπούρα και λαβράκι στη Βόρεια Ιταλία (την περιοχή δηλαδή που έχει «χτυπήσει» με μεγαλύτερη σφοδρότητα ο ιός) και μείωση 20% στο υπόλοιπο της χώρας, με πιθανότητα μάλιστα τα ποσοστά αυτά να αυξηθούν μετά την «καραντίνα» στην οποία ουσιαστικά μπήκε ολόκληρη η χώρα εδώ και μερικά 24ωρα.

Οι απώλειες εντοπίζονται αρχικά στο κομμάτι της λιανικής, όπου οι μαζικές αγορές στις οποίες προχωρούν τις τελευταίες εβδομάδες οι Ιταλοί από τα σούπερ μάρκετ αφορούν περισσότερο συσκευασμένα τρόφιμα μακράς διάρκειας (π.χ. ζυμαρικά, κονσέρβες) και λιγότερο φρέσκα και δη ακριβότερα προϊόντα, όπως τα ψάρια και τα υπόλοιπα ιχθυηρά.

Κόπηκαν μαχαίρι οι έξοδοι

Μεγαλύτερο ωστόσο φαίνεται ότι είναι το πρόβλημα στην εστίαση καθώς, υπό το φόβο της μετάδοσης του κορoνοϊού και τις παραινέσεις γιατρών και κυβέρνησης, οι έξοδοι των καταναλωτών για φαγητό ή διασκέδαση έχουν περιοριστεί στο ελάχιστο.

Ούτως ή άλλως, βέβαια, οι περιορισμοί που έχουν τεθεί τόσο στο ωράριο, όσο και στις συνθήκες λειτουργίας των καταστημάτων, είναι πρωτόγνωροι. Ενδεικτικά, τα μπαρ και τα εστιατόρια, αρχικά στη λεγόμενη «πορτοκαλί ζώνη» (Λομβαρδία και άλλες 14 περιοχές με συνολικό πληθυσμό 16 εκατ.) και πλέον στο σύνολο της χώρας θα λειτουργούν από τις 6 το πρωί μέχρι τις 6 το απόγευμα και με την προϋπόθεση ότι τηρείται απόσταση ασφαλείας τουλάχιστον ενός μέτρου μεταξύ των πελατών. Επιπλέον, τα πολυκαταστήματα και οι (κεντρικές ή τοπικές) αγορές θα μένουν ανοιχτές μόνο από τη Δευτέρα μέχρι και την Παρασκευή κάθε εβδομάδα, τα σχολεία και τα πανεπιστήμιο (όπως, φυσικά, και οι καντίνες τους) θα παραμείνουν κλειστά, ενώ γάμοι και κηδείες αναβάλλονται μέχρι νεωτέρας.

Ήδη, τοπικές εισαγωγικές επιχειρήσεις αναφέρουν μειώσεις παραγγελιών, οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις αγγίζουν το 70% σε σχέση με πέρυσι, ενώ αρκετές καταφεύγουν και σε «γενναίες» μειώσεις τιμών, προκειμένου να «ξεστοκάρουν» εμπόρευμα, κίνηση που βέβαια συμπιέζει ακόμα περισσότερο την αγορά.

Ο μεγαλύτερος πελάτης

Για τις ελληνικές επιχειρήσεις ιχθυοκαλλιεργειών, η ιταλική αγορά αποτελεί εδώ και δεκαετίες τον Νο 1 εξαγωγικό προορισμό. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Συνδέσμου Ελληνικών Θαλασσοκαλλιεργειών (ΣΕΘ), το 2018 η Ιταλία απορρόφησε το 45% των ελληνικών εξαγωγών τσιπούρας και λαβρακιού, με τις συνολικές ποσότητες να ανέρχονται σε 42.934 τόνους και να αντιστοιχούν στο 55% των εισαγωγών της χώρας στα δύο είδη. Ειδικότερα, το 2018 εισήγαγε 37.242 τόνους τσιπούρας, εκ των οποίων οι 22.900 τόνοι, δηλαδή το 61,5% προήλθε από την Ελλάδα. Λαμβάνοντας υπόψη και την ιδιοπαραγωγή της Ιταλίας, η Ελλάδα κατείχε τη χρονιά αυτή μερίδιο αγοράς 52% στο σύνολο των πωλήσεων νωπής τσιπούρας στη χώρα. Αντίστοιχα, από τους 30.750 τόνους λαβρακιού που εισήγαγε το 2018, οι 20.034 τόνοι, ήτοι το 65,15% προήλθε από την Ελλάδα με το μερίδιο αγοράς της χώρας μας στο σύνολο της ιταλικής αγοράς νωπού λαβρακιού να ανέρχεται στο 56%.

Το πλήγμα ωστόσο δεν περιορίζεται στη μείωση των πωλήσεων εντός της Ιταλίας, καθώς η χώρα αποτελεί «σταθμό» μεταπώλησης ελληνικών ψαριών, τα οποία εισάγονται και στη συνέχεια επαναπροωθούνται σε άλλες αγορές.

 

Άγκυρα στα χαμηλά έχουν ρίξει οι τιμές

Η μετατροπή ολόκληρης της Ιταλίας σε «κόκκινη ζώνη» και οι συνακόλουθες επιπτώσεις στη ζήτηση για ψάρια έρχονται στο χειρότερο χρονικό σημείο για τις επιχειρήσεις του κλάδου οι οποίες, μετά τις ζημιές που προκάλεσε η καταιγίδα Γκλόρια στην Ισπανία, αλλά και τις εκτιμήσεις για σημαντικές μειώσεις στην παραγωγή γόνου, ήλπιζαν σε ανάκαμψη των τιμών τους επόμενους μήνες.

Πλέον, το ενδεχόμενο αυτό, αν λάβει κανείς υπόψιν του και τον αντίκτυπο στον τουρισμό, μοιάζει να απομακρύνεται, την ώρα που οι τιμές παραμένουν καθισμένες σε πολυετή χαμηλά. Ενδεικτικά, σύμφωνα με στελέχη του κλάδου, η τσιπούρα πωλείται σε ένα εύρος από 4,50 έως 4,80 ευρώ το κιλό, ενώ το λαβράκι από 3,80 έως 4,10 ευρώ το κιλό. Σύμφωνα με το τελευταίο report του FAO Globifish, οι μέσες τιμές για το ελληνικό λαβράκι στην ιταλική αγορά διαμορφώθηκαν τον Ιανουάριο μεταξύ 3,60- 4,01 ευρώ/κιλό για μεγέθη 300-450 γρ. και μεταξύ 3,90-4,34 ευρώ/κιλό για μεγέθη 450-600 γρ., όσο δηλαδή και τον προηγούμενο μήνα (Δεκέμβριος 2019), επίπεδα που κρίνονται μη βιώσιμα για τις επιχειρήσεις του χώρου.

Αντίστοιχα, η τσιπούρα παρέμεινε μεταξύ 4,30- 4,78 ευρώ/κιλό για τα μεγέθη 300-450 γρ. και μεταξύ 4,50- 5,01 ευρώ/κιλό για τα αμέσως μεγαλύτερα μεγέθη των 450-600 γρ.