Ελαιόλαδο: Την αυλαία της φετινής συγκομιδής άνοιξε η «Αθηνολιά»

✱ Μειωμένη η παραγωγή στη Νότια Πελοπόννησο ✱ Έσπασαν το φράγμα των 8,50 ευρώ οι τελευταίες πράξεις

Με κάποιους εμπόρους να έχουν κάνει ήδη την εμφάνισή τους σε κύριες ελαιοπαραγωγικές περιοχές της χώρας ολοκληρώνονται σταδιακά οι τελευταίες πράξεις για την πώληση του περσινού ελαιολάδου σε ιδιαίτερα υψηλές τιμές, αγγίζοντας και τα 8,70 ευρώ.

Την ίδια ώρα, στη Νότια Πελοπόννησο ξεκίνησε η συγκομιδή, με τα βλέμματα των περισσοτέρων να είναι στραμμένα στη Λακωνία. Όσο για τις τιμές της φετινής χρονιάς, ελάχιστοι είναι εκείνοι που ρισκάρουν να κάνουν την οποιαδήποτε πρόβλεψη, τόσο λόγω της μειωμένης παραγωγής και κατανάλωσης όσο και της συμπεριφοράς που θα επιδείξουν οι αγορές το επόμενο διάστημα.

Στη Λακωνία ξεκίνησε ήδη η συγκομιδή της τοπικής Αθηνολιάς, η οποία καλλιεργείται από τους παραγωγούς του Αγροτικού Συνεταιρισμού Αγίων Αποστόλων.

Ωστόσο, η παραγωγή, όπως μεταφέρει στην «ΥΧ» ο πρόεδρος του συνεταιρισμού, Παναγιώτης Μπατσάκης, είναι πολύ μικρή. «Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η καταστροφή είναι σχεδόν ολοκληρωτική», επισημαίνει, υπογραμμίζοντας ότι από τον Νοέμβριο θα ξεκινήσει η συγκομιδή της Κορωνέικης. «Η Κορωνέικη κράτησε παραγωγή, αλλά στην περιοχή μας δεν υπάρχουν πολλές τέτοιες καλλιέργειες», διευκρινίζει.

Ο ίδιος, πάντως, αποκαλύπτει ότι οι έμποροι έχουν δείξει ενδιαφέρον. «Υπενθυμίζω ότι η τελευταία πράξη, που αφορά τα περσινά λάδια πήγε στα 8,70 ευρώ. Για τα φετινά λάδια, όμως, δεν μπορεί να γίνει καμία πρόβλεψη. Εκτιμώ, πάντως, ότι θα ανέβει και άλλο η τιμή για τα φετινά».

Αφού εξηγεί ότι με βάση τις υπάρχουσες ενδείξεις φαίνεται ότι η παγκόσμια παραγωγή ελαιολάδου δεν θα επαρκεί, εκτιμά ότι κατά συνέπεια όλοι θα βγουν στις αγορές. «Εμείς θα περιμένουμε» τονίζει.

Βασικός στόχος το κλείσιμο της περσινής χρονιάς

Από την ΚΑΣΕΛΛ, που δραστηριοποιείται στην περιοχή των Μολάων, όπου η κύρια καλλιέργεια είναι η Κορωνέικη, ο πρόεδρος, Νίκος Γραμματικάκης, επισημαίνει ότι βασικός στόχος τους είναι να κλείσει ουσιαστικά η περσινή σοδειά. Όπως εξηγεί, οι τελευταίες πράξεις έκλεισαν στα 8,60 ευρώ.

Ωστόσο, όπως σημειώνει, για τις τιμές «δεν μπορεί κανείς να κάνει κάποια πρόβλεψη, καθώς από τη μία μεριά η παραγωγή θα είναι μειωμένη κατά 50% και από την άλλη έχει πέσει η κατανάλωση πάρα πολύ».

Τονίζει δε ότι «για το φετινό λάδι δεν υπάρχει κάτι ξεκάθαρο. Οι μεμονωμένες παραγγελίες που λένε κάποιοι ότι ξεκίνησαν στα 9 ευρώ δεν αποτελούν ασφαλή ένδειξη για το πού θα οδηγηθούμε». Όπως ξεκαθαρίζει, «πρώτα πρέπει να ολοκληρώσουμε τη συγκομιδή που θα αρχίσει στα τέλη Οκτωβρίου, με τον κύριο όγκο να πηγαίνει για Νοέμβριο».

Για στασιμότητα της αγοράς κάνει λόγο από την πλευρά του ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Μεταμόρφωσης, όπου καλλιεργείται Κορωνέικη, Γιάννης Λάγγης.

«Αυτήν τη στιγμή υπάρχει μία στασιμότητα στην αγορά ελαιολάδου από τους εμπόρους, με στόχο να ρίξουν την τιμή κάτω από το σημείο όπου βρίσκεται». Όπως σημειώνει, «στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν αποθέματα αρκετών τόνων, ενώ εμείς στον συνεταιρισμό έχουμε επίσης αρκετούς τόνους».

Ο ίδιος εκτιμά ότι η παραγωγή θα φτάσει μόλις στο 30% της περσινής χρονιάς, δηλαδή θα έχουμε μια μείωση της τάξης του 70%. «Όσο για το φετινό ελαιόλαδο δεν μπορούμε να κάνουμε καμία πρόβλεψη. Το μόνο που ακούγεται είναι η αγορά από ιδιωτικό εργοστάσιο με τιμή στα 9 ευρώ. Αυτό φυσικά δεν λέει κάτι».

Μειωμένη κατά 50% με 60% εκτιμάται η παραγωγή στη Μεσσηνία

Στον Νομό Μεσσηνίας, όπως μεταφέρει ο πρόεδρος της Ομάδας Παραγωγών «Νηλέας», Γιώργος Κόκκινος, η μείωση της παραγωγής σε σύγκριση με την περασμένη χρονιά εκτιμάται στο 50%-60% τόσο στην ποικιλία Μαυροελιά όσο και στην Κορωνέικη. «Το πρόβλημα δημιουργήθηκε τον Φεβρουάριο, έναν μήνα άνυδρο και με υψηλές θερμοκρασίες. Ήδη, έχουμε ξεκινήσει τη συγκομιδή και από την επόμενη εβδομάδα θα αρχίσουμε όλοι».

Πάντως, όπως εξηγεί, η Μαυροελιά είναι σε καλύτερη κατάσταση και έχει καλύτερη απόδοση. Σε ό,τι αφορά τις τιμές, ο κ. Κόκκινος εμφανίζεται επιφυλακτικός. «Οι τιμές θα επηρεασθούν από τη μείωση της κατανάλωσης. Φυσικά και δημιουργείται το ερώτημα τι θα συμβεί εάν παραμείνει η μείωση στην κατανάλωση και παράλληλα έχουμε αύξηση της παραγωγής», υπογραμμίζει.