Ο εμπορικός πόλεμος και οι οικονομικές ανισότητες

γράφει ο Νίκος Λάππας

Με τον διεθνή εμπορικό πόλεμο να κλιμακώνεται και την Κίνα να επιβάλλει δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα αξίας 113 δισ. δολαρίων ως απάντηση στην επιβολή δασμών από τις ΗΠΑ σε κινεζικά προϊόντα αξίας 253 δισ. δολαρίων, ο αγροδιατροφικός τομέας συνεχίζει να μετρά κέρδη και ζημιές.

Οι Αμερικανοί παραγωγοί των μεγάλων εξαγωγικών προϊόντων προς την Κίνα, όπως της σόγιας, του βαμβακιού και των κτηνοτροφικών για παράδειγμα, εκφράζουν την έντονη δυσαρέσκειά τους, αν και δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι δημιουργούνται κανάλια διακίνησης αμερικανικής σόγιας στην Κίνα μέσω Αργεντινής. Ωστόσο, ο πρόεδρος Τραμπ καλεί τους αγρότες να επιδείξουν τον πατριωτισμό τους και να κατανοήσουν ότι η Κίνα στοχεύει αυτούς λόγω του ότι παραμένουν «πιστοί στον πρόεδρό τους».

Η ηγεσία της Κίνας, από την πλευρά της, προσπαθεί να κερδίσει τη διεθνή γνώμη και με άλλους τρόπους. Τις ημέρες αυτές, για παράδειγμα, δημοσιοποίησε μια Λευκή Βίβλο για τον συμπληρωματικό ρόλο που κατέχουν οι δύο χώρες στο παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι και το πώς επωφελούνται από τον διεθνή καταμερισμό εργασίας. Με τον τρόπο τους υπενθύμισαν την «οικονομική αρχή» ότι οι χώρες με υπερπροσφορά κεφαλαίου και γης, όπως οι ΗΠΑ, εξειδικεύονται στις εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων προηγμένης τεχνολογίας και αγροτικών εμπορευμάτων. Αντίθετα, χώρες με υπερπληθώρα εργατικού δυναμικού επωφελούνται από προϊόντα εντάσεως εργασίας, όπως είναι τα ευρείας κατανάλωσης.

Ωστόσο, ενδιαφέρον προκαλεί η πρόσφατη έμμεση εμπλοκή του ΟΗΕ στη διένεξη αυτή. Ο Οργανισμός, μέσω του FAO, διατυπώνει την άποψη ότι οι φτωχοί του πλανήτη, ειδικά μετά και τις πιέσεις που δέχονται από την κλιματική αλλαγή, μπορούν να τραφούν υπό την προϋπόθεση ότι διεξάγεται ελεύθερα το παγκόσμιο εμπόριο. Με τον τρόπο αυτόν, βέβαια, παίρνει έμμεσα θέση και υπέρ της δημιουργίας παγκόσμιας ανάπτυξης μέσω της απελευθέρωσης του εμπορίου.

Δεν απαντά, ωστόσο, σε ένα αμείλικτο ερώτημα. Όπως αναφέρθηκε και στην τελευταία Σύνοδο του Νταβός, το 80% του νέου πλούτου που παράχθηκε διεθνώς το 2017, κατέληξε στο 1% του παγκόσμιου πληθυσμού. Πρέπει, λοιπόν, εκτός από τις αυξομειώσεις των τιμών των εμπορευμάτων αυτή την περίοδο, να δώσουμε απαντήσεις και στο τι δημιουργεί και αναπαράγει ανισότητες στον τόπο, στη χώρα, παγκόσμια.