Οι επτά διατροφικές τάσεις που θα αλλάξουν το τοπίο του λιανεμπορίου την επόμενη δεκαετία

Έρευνα του ΙΕΛΚΑ αποτυπώνει τις αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες, αλλά και τις προκλήσεις που έχουν να αντιμετωπίσουν οι επιχειρήσεις-προμηθευτές των σούπερ μάρκετ

Τις επτά κυρίαρχες ή και αναδυόμενες τάσεις που θα καθορίσουν μέσα στην επόμενη δεκαετία τις διατροφικές συνήθειες των Ελλήνων καταναλωτών και, κατά συνέπεια, θα αναδιαμορφώσουν τόσο τον κλάδο των σούπερ μάρκετ όσο και τη σχέση των τελευταίων με τους προμηθευτές τους εντοπίζει έρευνα του ΙΕΛΚΑ (Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών).

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2019 με δείγμα 950 καταναλωτών από όλη την Ελλάδα και αφορά τη χρονική περίοδο 2020-2030. Τα αποτελέσματά της, δε, παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς αποτυπώνουν τις διαφορές στα διατροφικά μοντέλα μεταξύ των διαφορών κρατών, αλλά και τις συγκλίσεις που παρατηρούνται στο πλαίσιο μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.

Αναλυτικά, οι επτά τάσεις για τις οποίες κάνει λόγο το ΙΕΛΚΑ έχουν ως εξής:

1. Χορτοφαγία – διατροφή χωρίς κρέας

Το 62% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι έχουν αυξήσει την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών σε μια προσπάθεια να τρέφονται περισσότερο υγιεινά.

Το αντίστοιχο ποσοστό στην Κίνα, όπου όμως η διατροφή στηρίζεται πολύ στα λαχανικά, διαμορφώνεται στο 55%, στη Γαλλία στο 48% και στη Βραζιλία στο 42%. Προφανώς, οι δημογραφικές εξελίξεις και οι περιορισμοί στην παραγωγή, που τίθενται λόγω της ανάγκης προστασίας του περιβάλλοντος, επηρεάζουν τη στροφή του κοινού προς τη χορτοφαγία. Όσον αφορά την πλήρη αποχή από την κατανάλωση κρέατος, στην Ελλάδα το ποσοστό των χορτοφάγων παραμένει χαμηλό, στο 3%. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχουν χώρες, όπως η Σουηδία, που το ποσοστό των χορτοφάγων φτάνει ακόμα και το 15%, ενώ σε χώρες όπως η Ινδία ξεπερνάει το 35%.

2. Νέα τρόφιμα

Το 25% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι οι φυτικές εναλλακτικές των ζωικών τροφίμων είναι περισσότερο υγιεινές, π.χ. Το γάλα αμυγδάλου σε σχέση με το αγελαδινό γάλα.

Όπως αναφέρει το ΙΕΛΚΑ, «προϊόντα όπως το φυτικό τυρί, τα φυτικά γάλατα κ.λπ., υπάρχουν ήδη στην ελληνική αγορά, με το επόμενο βήμα να είναι το κρέας εργαστηρίου ή από φυτικά συστατικά. Υπάρχει άλλωστε ήδη ένα καταναλωτικό κοινό που κάνει τις συγκεκριμένες διατροφικές επιλογές, αν και σε χαμηλότερο ποσοστό σε σχέση με το εξωτερικό».

3. Νέες γεύσεις

Η δοκιμή και η ανακάλυψη νέων γεύσεων αποτελεί ακόμα μια τάση της εποχής, όπου ο καθένας μπορεί να βρεθεί, τουλάχιστον γευστικά, παντού, μέσα από συνταγές και διαδικτυακά ταξίδια. Το 71% των ερωτηθέντων απάντησαν ότι αγαπούν να ανακαλύπτουν νέες γεύσεις, ενώ το 66% απάντησαν ότι η ποικιλία των προϊόντων αποτελεί το βασικό κριτήριο για να διαλέξουν ένα συγκεκριμένο σημείο πώλησης έναντι ενός άλλου. Το 29% δήλωσε επίσης ότι η ποικιλία από άλλες κουζίνες είναι ένα απαραίτητο συστατικό στη διατροφή του, ποσοστό υψηλό, αν σκεφτεί κανείς πως μόλις πριν από λίγα χρόνια η πίτσα και η καρμπονάρα ήταν τα πλέον «εξωτικά» πιάτα που προτιμούσαν οι Έλληνες.

4. Τα σνακ και τα εύκολα γεύματα

Παρά το γεγονός ότι τα ποσοστά όσων παραδέχονται ότι ενδίδουν στα σνακ –ή εκείνων που ιδιαίτερα το βράδυ αναζητούν στο ψυγείο κάτι εύκολο να χορτάσουν την πείνα τους– εμφανίζονται στην έρευνα σχετικά χαμηλά, είναι φανερό ότι η ευκολία στη διατροφή αποτελεί τάση του μέλλοντος.

Το 29% απαντά ότι δυσκολεύεται να βρει τι θα φάει «ειδικά το βράδυ», το 25% δηλώνει ότι συχνά λόγω έλλειψης χρόνου αντικαθιστά κύρια γεύματα με σνακς, το 19% δυσκολεύεται να βρει με ποιον τρόπο θα θεραπεύσει τις νυχτερινές λιγούρες και το 11% επιλέγει συχνά κονσέρβες και κατεψυγμένο φαγητό, δηλαδή εύκολες, έτοιμες λύσεις.

«Το κοινό αναζητά όλο και περισσότερο εύκολες λύσεις για να καλύψει τη διατροφή του. Οι αλλαγές αυτές επηρεάζουν τόσο τη βιομηχανία, η οποία καλείται να απαντήσει με νέα προϊόντα, όσο και το λιανεμπόριο, το οποίο πρέπει να παρέχει πλέον λύσεις και όχι μόνο προϊόντα», επισημαίνεται στην έρευνα.

5. Υγεία και διατροφή

Παρά την τάση για ευκολία, την ίδια στιγμή, οι καταναλωτές γνωρίζουν πλέον ότι η καλή υγεία και κατ’ επέκταση η μακροζωϊα σχετίζεται άμεσα με τη διατροφή. Το 88% εκτιμά ότι η υγεία είναι αλληλένδετη με τη διατροφή και το 89% θεωρεί ότι το σπιτικό φαγητό είναι καλύτερο από το φαγητό έξω. Μια ακόμα τάση είναι η μείωση της ποσότητας ζάχαρης που χρησιμοποιείται, ενώ το 28% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι χρησιμοποιεί εναλλακτικά προϊόντα ως γλυκαντικό. Παράλληλα, ένα 38% του κοινού δηλώνει ότι γενικότερα αποφεύγει την κατανάλωση γλυκών και ζάχαρης.

Το κοινό θα ψάχνει πιο υγιεινές επιλογές για τη διατροφή του και οι επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι προετοιμασμένες να απαντήσουν σε αυτή την ανάγκη, καθώς το τι είναι υγιεινό σε ένα μεγάλο βαθμό θα είναι ασαφές για μεγάλες ομάδες του αγοραστικού κοινού.

6. Η επίδραση των κοινωνικών δικτύων

Τα social media όλο και περισσότερο επηρεάζουν και διαμορφώνουν τις επιλογές του καταναλωτικού κοινού, τόσο όσον αφορά τις αγορές τροφίμων, αλλά και όσον αφορά τη μαγειρική και την κατανάλωση. Το 40% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι έχουν ανεβάσει φωτογραφία με φαγητό που μαγείρεψαν στα social media, το 39% απάντησε ότι έχει μαγειρέψει με συνταγή που έχει διαβάσει στο διαδίκτυο και τη διαβάζει από το κινητό ή το τάμπλετ την ώρα της μαγειρικής, ενώ το 22% των ερωτηθέντων έχουν χρησιμοποιήσει ως διαιτολόγο τα social media, ζητώντας συμβουλές διατροφής.

Το 74% απάντησε επίσης ότι θα προτιμούσε να αγοράσει τρόφιμα από μια εταιρεία που τον έχει πείσει για την ειλικρίνεια και τη σωστή της λειτουργία. «Οι ταχύτητες διάδοσης πληροφοριών και υιοθέτησης τάσεων γίνονται όλο και πιο γρήγορες, δημιουργώντας την ανάγκη για τις επιχειρήσεις να ακολουθούν σε αυτούς του ρυθμούς, αλλά και να έχουν παρουσία σε αυτά τα μέσα», επισημαίνεται στην έρευνα.

7. Κλιματική αλλαγή και βιώσιμη ανάπτυξη

Η κλιματική αλλαγή και το περιβάλλον αναμένεται να επηρεάσουν σοβαρά την καταναλωτική συμπεριφορά και τις διατροφικές επιλογές του κοινού. Είναι, μάλιστα, πολύ ενδιαφέρον το ότι παρά την οικονομική κρίση και τις πιέσεις που έχουν δεχτεί τα εισοδήματα των νοικοκυριών, σημαντική μερίδα του κοινού (40%) είναι διατεθειμένη ακόμα και να πληρώσει υψηλότερη τιμή για προϊόντα που έχουν παραχθεί με προδιαγραφές και διαδικασίες πιο φιλικές προς το περιβάλλον.

«Πάντα θα υπάρχει μία ευαίσθητη ισορροπία ανάμεσα στα θέλω του καταναλωτή και στις δυνατότητες προσφοράς από τις επιχειρήσεις. Οι οργανισμοί που θα καταφέρουν να λειτουργήσουν κοντά σε αυτήν τη λεπτή γραμμή, θα είναι και αυτές που θα αναδειχθούν την επόμενη δεκαετία», επισημαίνεται στην έρευνα του ΙΕΛΚΑ.