Σε φθίνουσα πορεία η μελισσοκομία

Τη χρονιά καλείται να σώσει το πεύκο

Αρνητικό ισοζύγιο καταγράφει για ακόμα μία χρονιά η παραγωγή ελληνικού μελιού, λόγω των απότομων μεταβολών του καιρού, με την κατάσταση φέτος να δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο εξαιτίας της πανδημίας, που άλλαξε τα δεδομένα στον κλάδο και ανάγκασε χιλιάδες μελισσοκόμους να μεταβάλουν τις νομαδικές συνήθειές τους.

«Χαμένη» χρονιά

Όπως ανέφερε στην «ΥΧ» ο γραμματέας του Μελισσοκομικού Συλλόγου Αχαΐας «Η ΑΝΘΕΙΑ», Βασίλης Αλιχός, η φετινή χρονιά είχε πολλές ιδιαιτερότητες, που δυστυχώς έφεραν σε ακόμα πιο δύσκολη θέση τον κλάδο.

«Είχαμε μια δύσκολη άνοιξη και ένα δύσκολο καλοκαίρι. Χάθηκαν ποσότητες ανοιξιάτικου μελιού, όπως η πορτοκαλιά και το πεύκο. Μετά την καραντίνα, οι απότομες βροχές και οι εκτός εποχής καύσωνες προκάλεσαν ζημιές στα μελίσσια σε Θάσο και Εύβοια και χάθηκε και η παραγωγή μελιού από έλατο και βελανιδιά.

«Την παρτίδα καλείται να σώσει το πεύκο, που από τον Αύγουστο έως και τον Οκτώβριο έχουμε τη βασική ανθοφορία του και τουλάχιστον το 65% της ελληνικής παραγωγής. Αλλά δυστυχώς, δεν φαίνεται να αλλάζει κάτι», τόνισε ο κ. Αλιχός.

Εγκατάλειψη

Επιπλέον, ο ίδιος εκφράζει την ανησυχία του για τη διαμορφωθείσα κατάσταση, η οποία, όπως αναφέρει, έχει μετατρέψει το επάγγελμα του μελισσοκόμου σε ένα «ακριβό» σπορ.

«Ο μελισσοκόμος έχει εξαντληθεί. Δεν υπάρχει παραγωγή, δεν υπάρχουν έσοδα. Το κόστος διαχείρισης των κυψελών είναι πολύ υψηλό και για να τα βγάλει πέρα κάποιος, πρέπει να κάνει και δεύτερη δουλειά. Για τον λόγο αυτόν, τείνει να γίνει χόμπι πλέον και όχι επαγγελματική απασχόληση. Πολλοί συνάδελφοι έχουν εγκαταλείψει τη μελισσοκομία και αυτό φαίνεται αν κάποιος κοιτάξει τις αγγελίες και παρατηρήσει πόσες αφορούν πωλήσεις εξοπλισμών και άλλων μελισσοκομικών εργαλείων», επισημαίνει.

Ο ίδιος προσθέτει ότι «ακόμα και οι μελισσοκόμοι που έχουν 2.500 κυψέλες αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στις δύσκολες συνθήκες και μην μπορώντας να καθετοποιήσουν την παραγωγή τους, αφού δεν υπάρχουν κίνητρα από την πολιτεία, αναγκάζονται να συνεργαστούν με χονδρέμπορους, δίνοντας το μέλι τους σε εξευτελιστικές τιμές.

Δυστυχώς, δεν υπάρχει κανένας έλεγχος από το κράτος. Δεν έχει δοθεί κανένα κίνητρο στους ανθρώπους που παράγουν προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας. Δεν υπάρχει καμία στήριξη. Και δεν λέω οικονομική, που σίγουρα θα μπορούσαν βέβαια, αλλά με άλλους τρόπους, όπως απαλλαγή από ασφαλιστικές εισφορές».