«Into the Wild» (2007): Η ιστορία του αμφιλεγόμενου ερημίτη που έγινε «ένα» με την άγρια φύση

Με αφορμή τον σημερινό εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας Περιβάλλοντος (5 Ιουνίου), η «ΥΧ» ξαναθυμάται την πραγματική ιστορία του Αμερικανού ιδεαλιστή Κρίστοφερ Μακάντλες (1968-1992) και την εξόρμησή του στην Αλάσκα, όπως αυτή παρουσιάστηκε από τον κινηματογραφικό φακό του Σον Πεν.

Η ταινία διηγείται την πραγματική ιστορία του πρόωρα θανόντος Αμερικανού ιδεαλιστή Κρίστοφερ Μακάντλες (1968-1992), αξιοποιώντας ένα σενάριο βασισμένο στο ομότιτλο μπεστ σέλερ του δημοσιογράφου Τζον Κρακάουερ. Ο πολυτάλαντος Σον Πεν σκηνοθετεί αυτό το συναισθηματικά στιβαρό χρονικό επιστροφής στις αρχέγονες ρίζες, ένα ταξίδι μιας τραυματισμένης ψυχής με τελικό προορισμό την Αλάσκα και έπαθλο τη σύνδεση με τον «ανώτερο εαυτό».

Πρωταγωνιστής είναι ο 22χρονος Κρις (Εμίλ Χιρς), γόνος εύπορης οικογένειας, ο οποίος εν έτει 1990 έχει μόλις αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο, όταν ξαφνικά αποφασίζει να απορρίψει τα υλικά αγαθά και τις προοπτικές μιας λαμπρής σταδιοδρομίας. Λίγο αργότερα, κάνει τις προθέσεις του πράξη, «αποδρώντας» μακριά από τις συμβάσεις των «πολιτισμένων» ανθρώπινων κοινωνιών και τον ασφυκτικό μικροαστισμό της οικογενειακής του εστίας.

Θα περιπλανηθεί στα ενδότερα της βορειοαμερικανικής υπαίθρου, δίχως υπάρχοντα, μονάχα με μερικά απαραίτητα σύνεργα επιβίωσης, και αυτά… λειψά. Στόχος του, να αποτάξει πλήρως την υπαρξιακή αυταπάτη του αμερικάνικου ονείρου, να ενσωματωθεί στο παρθένο οικοσύστημα και να τραφεί από τους πόρους του, κυνηγώντας ζώα και αναζητώντας βρώσιμα φυτά. Η αναγεννητική εμπειρία στην άγρια φύση της Αλάσκας είναι το «Α» και το «Ω» στην ιστορία του «απελεύθερου» Κρις.

Η αφήγηση ξεκινά και τελειώνει στο περίφημο κατάλυμα του «Magic Bus», ενός σκουριασμένου λεωφορείου που έχει εγκαταλειφθεί στη μέση του πουθενά και μετατρέπεται σε καταφύγιο-ορμητήριο.

Ανάμεσα παρεμβάλλονται πολυάριθμα φλας μπακ, σαν κατακερματισμένες απολογιστικές ματιές στη ζωή του κεντρικού προσώπου. Ακόμα και όταν η εστίαση επικεντρώνεται στην καθημερινότητα του Κρις στο «Μαγικό Λεωφορείο», το σπικάζ που ντύνει την εικόνα φέρει την «υπογραφή» της αδελφής του, μιας –ουσιαστικά αποκλεισμένης– εξωτερικής παρατηρήτριας που προσπαθεί να τον κατανοήσει – όπως ακριβώς και ο θεατής.

Μια αντισυμβατική προσωπικότητα που εξακολουθεί να διχάζει

Η προσέγγιση του Πεν στον χαρακτήρα του Μακάντλες οριοθετείται από ξεκάθαρα συναισθήματα σεβασμού που κλίνει προς τον θαυμασμό. Όταν ο χολιγουντιανός σταρ-σκηνοθέτης μοιράζεται μαζί μας τις εμμονές του πρωταγωνιστή της ιστορίας, όπως την –καταδικαστική για τον ίδιο– τάση να αγνοεί τις υποδείξεις των πιο έμπειρων ντόπιων και να απαρνιέται πεισματικά τα εφόδια που θεωρεί ότι θα του έδιναν κάποιου είδους αθέμιτο πλεονέκτημα έναντι της φύσης (π.χ. χρήματα, χάρτες), τις αποδίδει σε έναν αγνό, «ρομαντικό» ιδεαλισμό. Κι, όμως, πρόκειται για ένα πρόσωπο που διχάζει μέχρι και σήμερα.

Ο Κρις έχει σχολιαστεί κατά καιρούς ως «νάρκισσος», «σχιζοφρενής» (αλγεινή εντύπωση προκαλεί η τροπαιοποίηση των θηραμάτων του σε μερικές φωτογραφίες-ντοκουμέντα που τράβηξε ο ίδιος), «αυτοκτονικός», «χίπστερ» (υπό την έννοια της επιτηδευμένης συμπεριφοράς που κάποιοι επιλέγουν να του προσάψουν) ή ακόμα και «βανδαλιστής» καταφυγίων έκτακτης ανάγκης (χωρίς φυσικά να υπάρχει καμία απόδειξη ενοχής).

Όμως, για τον Πεν, ο άδολος, σχεδόν αφελής, ενθουσιασμός που κινεί τα νήματα στον συγκεκριμένο χαρακτήρα είναι το «άλλοθι» ακόμα και για τις πιο μελανές πτυχές της δράσης του.

Αλάσκα: Η αγριωπή γοητεία του «τελευταίου συνόρου»

Ελάχιστα θεάματα θα μπορούσαν να συναγωνιστούν σε δέος τα παρθένα τοπία της βορειοαμερικανικής υπαίθρου. Ακόμα και οι αδυσώπητοι κίνδυνοι, που ελλοχεύουν, τελικά προσθέτουν πινελιές στην ακατέργαστη, αγριωπή ομορφιά της εικόνας.

Σε αυτή την ταινία, η Αλάσκα δεν συνιστά απλώς «το τελευταίο σύνορο» των ΗΠΑ (σ.σ. είναι συγχρόνως το βόρειο, το ανατολικό και το δυτικό άκρο της χώρας), αλλά ολόκληρου του κόσμου, είτε αυτό έχει να κάνει με το… αλλόκοσμα πρωτόγονο κάλλος του έντονου αναγλύφου της (τα βουνά, οι παγετώνες, τα φιόρδ και τα άγρια ενδιαιτήματα), είτε –συμβολικά– με τα όρια της κοσμικής ζωής που έχει σπάσει ο ερημίτης «εισβολέας» της.

Οι λυρικές λήψεις και η μαγευτική μουσική του θρυλικού Έντι Βέντερ των Pearl Jam παρασύρουν σε ανύποπτο χρόνο μαζί τους, οδεύοντας σε ένα ποιητικά φορτισμένο, ελεγειακό φινάλε συνταρακτικού ύφους. Θρηνώντας τη –θαρρούσε κανείς αστείρευτη– φλόγα της μετεφηβικής ανεμελιάς του Κρις, που αργοσβήνει μπροστά στη μεγαλειώδη αμειλικτότητα της φύσης.

Όταν ο Μακάντλες αποφασίζει να επιστρέψει στην κοινωνία, διαπιστώνει ότι το δύσβατο μονοπάτι του ερχομού του έχει γίνει πλέον απροσπέλαστο. Αποκλεισμένος, και χωρίς βασικά εφόδια που θα του επέτρεπαν την επιβίωση, επιστρέφει αποδυναμωμένος στη βάση του. Στις τελευταίες σκηνές του έργου, ο πρωταγωνιστής παραπαίει άρρωστος και υποσιτισμένος στο «Μαγικό Λεωφορείο», όπου είχε καταλύσει για την τελευταία μεγάλη περιπέτειά του.

Οι καταχωρήσεις στο ημερολόγιό του γίνονται ολοένα και πιο ζοφερές. Ο φακός, ως μπαγκέτα μαέστρου, προσαρμόζεται στη βαρύτητα των στιγμών, προσεγγίζοντάς τες σαν τελετουργικό «αναχώρησης». Ο επιθανάτιος ρόγχος του Κρις μετατρέπεται σε μια σοκαριστική ψυχρολουσία από βασανιστικά «αν», προτού η ταραχή δώσει τη θέση της στη γαλήνη της συνειδητοποίησης ότι αυτή η ζωή επιτέλεσε τον βασικό της σκοπό: Να μην μπει ποτέ σε καλούπια, ψάχνοντας για ουσία πέρα από την τοξική υποκρισία, τα ιδιοτελή συμφέροντα και τους θλιβερούς συμβιβασμούς των οργανωμένων ανθρώπινων κοινωνιών. Και τότε, το βλέμμα του Κρις, ημερεμένο, χάνεται στον συννεφιασμένο ουρανό.

«Είχα μια ευτυχισμένη ζωή!»

Κοντά στην ημερομηνία του θανάτου του, ο Μακάντλες τράβηξε τον εαυτό του μια φωτογραφία, καθώς ο ίδιος επιδιδόταν σε ένα νεύμα αποχαιρετισμού. Το σημείωμα που κρατούσε στο χέρι του ανέγραφε τα εξής: «Είχα μια ευτυχισμένη ζωή και ευχαριστώ τον Κύριο. Αντίο και ο Θεός μαζί σας!».

Μετά από 113 ημέρες παραμονής στην ορεινή περιοχή όπου είχε καταλύσει κατά την τελευταία του εξόρμηση, οι καταχωρίσεις στο ημερολόγιο του Κρίστοφερ Μακάντλες σταματούν. Ο νεαρός υπολογίζεται ότι έφυγε από τη ζωή τον Αύγουστο του 1992, με πιθανότερα αίτια θανάτου την ασιτία ή τη δηλητηρίαση από κάποια τροφή.