Στις κάδες παραμένουν οι περσινές ελιές

Δύσκολους γρίφους καλούνται να λύσουν οι ελαιοπαραγωγοί της Φθιώτιδας και συγκεκριμένα των περιοχών που παράγουν την ποικιλία Καλαμών. Και ενώ η παραγωγή βρίσκεται στο ζενίθ της συλλογής με υψηλές στρεμματικές αποδόσεις, ένα μεγάλο ποσοστό της περσινής παραγωγής βρίσκεται ακόμη στις κάδες. Συνήθως κάθε χρόνο κατά την έναρξη της συλλογής η παραγωγή της προηγούμενης χρονιάς σχεδόν έχει πουληθεί και οι ελαιοπαραγωγοί προετοιμάζουν τις κάδες τους για τη νέα χρονιά.

Οι κανόνες του παιχνιδιού είναι γνωστοί και ο νόμος της προσφοράς και ζήτησης έχει τις δικές του διακυμάνσεις, όπως εξηγεί ο Δημήτρης Μπουράμας, παραγωγός από τις Λιβανάτες Λοκρίδας. «Η τρέχουσα συλλεκτική περίοδος που διανύουμε έχει τους δικούς της ρυθμούς. Οι στρεμματικές αποδόσεις ξεπερνούν κάθε προηγούμενο, αλλά και η ποιότητα των καρπών είναι καλύτερη σε σύγκριση με άλλες χρονιές.

Η απουσία του δάκου ευνόησε την καλλιέργεια της ελιάς με αποτέλεσμα να μην έχουμε χτυπήματα στους καρπούς. Το αρνητικό είναι ότι ένα μεγάλο ποσοστό από τις περσινές ποσότητες ελιάς παραμένουν στις κάδες εδώ και έναν χρόνο περίπου. Από τα 2,40 ευρώ το κιλό για το 200άρι που πουλούσαμε τον Φεβρουάριο σήμερα συζητάμε για 1,30 έως 1,60 ευρώ το κιλό για την ίδια κατηγορία» εξηγεί.

Πρόβλημα οι εισαγωγές

Για αθρόες εισαγωγές ελιάς από Αίγυπτο, αλλά και άλλες χώρες κάνει λόγο ο Παρασκευάς Μπακάρας, παραγωγός από την ίδια περιοχή. Ο ίδιος, όπως και άλλοι παραγωγοί, ζητούν από την πολιτεία να γίνονται οι έλεγχοι για την ταυτότητα του προϊόντος που διακινείται στην εγχώρια αγορά, αλλά και στο εξωτερικό.

Η ιχνηλασιμότητα του προϊόντος προσδιορίζει και την ταυτότητά του: «Δεν μπορούμε εμείς να παράγουμε με όρους και κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως για παράδειγμα στον τομέα της φυτοπροστασίας και, παράλληλα, να διακινούνται ελιές από τρίτες χώρες στις οποίες δεν εφαρμόζονται οι στοιχειώδεις κανόνες διαχείρισης των φυτοφαρμάκων. Μαθηματικά οδηγούμαστε σε αδιέξοδο, διότι οι ελιές τρίτων χωρών ταυτίζονται με τις δικές μας, με αποτέλεσμα να χάνουμε το συγκριτικό πλεονέκτημα της τοπικής ταυτότητας».

Στη συζήτηση τέθηκε και το ερώτημα για τον ρόλο που μπορεί να παίξει η Διεπαγγελματική Οργάνωση επιτραπέζιας ελιάς στη στήριξη του προϊόντος τους. Η απάντηση που έδωσε το σύνολο των παραγωγών ήταν άκρως αρνητική. Ορισμένοι έφτασαν μάλιστα στο σημείο να μιλάνε για μία προέκταση της ΠΕΜΕΤΕ και έναν δούρειο ίππο στα συμφέροντα των ελαιοπαραγωγών.