Κάνουν πρεμιέρα φέτος οι νέες ποικιλίες σουσαμιού 85 ημερών

Στην τελική φάση εισέρχεται την ερχόμενη εβδομάδα η σπορά του σουσαμιού, σε μια ζώνη που εκτείνεται φέτος σε 1.000 στρέμματα (διπλάσια σε σχέση με πέρυσι) και ξεκινά από τη Στερεά Ελλάδα, περνά μέσα από τη Θεσσαλία και καταλήγει στην Κεντρική Μακεδονία.

Η διαδικασία ξεκίνησε στα τέλη Απριλίου, χρειάστηκε ωστόσο να διακοπεί για κάποιες μέρες λόγω των αντίξοων καιρικών συνθηκών, όπως εξηγεί στην «ΥΧ» ο Κώστας Παυλίδης που, μαζί με τον αδελφό του, Σάββα, έχουν καταφέρει τα τελευταία τέσσερα χρόνια να επαναφέρουν στο προσκήνιο μια σχεδόν ξεχασμένη, αλλά πλέον πολλά υποσχόμενη καλλιέργεια.

Η νέα παραγωγική χρονιά εκκινεί, όπως και η περσινή, με «κλειδωμένη» την ελάχιστη τιμή παραγωγού στo 1,3 ευρώ/κιλό, απόρροια της συμφωνίας που η εταιρεία τους, Ελληνικά Βιοκαύσιμα ΑΕ, έχει κλείσει με τη χαλβαδοποιία Όλυμπος της οικογένειας Παπαγιάννη, η οποία για άλλη μια χρονιά θα απορροφήσει το σύνολο των ποσοτήτων που θα συγκομιστούν.

Τη φετινή σεζόν πρεμιέρα θα κάνουν στο χωράφι και οι νέες επίσπορες ποικιλίες με βιολογικό κύκλο 85 ημερών που, όπως τονίζει ο Κώστας Παυλίδης, καθιστούν το σουσάμι μια ακόμα πιο συμφέρουσα επιλογή για παραγωγούς που έχουν ως κύρια καλλιέργεια σιτηρά ή κτηνοτροφικά φυτά, όπως βίκο και βρώμη. «Πρόκειται για ποικιλίες Super White σουσαμιού, τύπου Αιθιοπίας, που θεωρείται παγκοσμίως το πλέον ποιοτικό και αναζητείται διακαώς από τις βιομηχανίες τροφίμων, οι οποίες το πληρώνουν ανάλογα», συμπληρώνει ο ίδιος.

«Εφόσον το χωράφι είναι ποτιστικό, μπορούν να σπαρθούν, για παράδειγμα, αμέσως μετά τον αλωνισμό του κριθαριού ή του σιταριού και, έχοντας μια απόδοση της τάξης των 160-170 κιλών/στρέμμα, να αφήσουν ένα εξαιρετικό πρόσθετο εισόδημα στον καλλιεργητή. Το όφελος, μάλιστα, είναι πολλαπλό, αν συνυπολογίσουμε τον εμπλουτισμό του εδάφους, που ανοίγει τον δρόμο για υψηλότερες αποδόσεις στην κύρια καλλιέργεια την επόμενη σεζόν», προσθέτει.

Στόχος τα 220 κιλά/στρέμμα

Για τα χωράφια, βέβαια, που σπέρνονται αυτό το διάστημα, ο πήχης των στρεμματικών αποδόσεων τοποθετείται ψηλότερα, αφού στόχος των αδελφών Παυλίδη είναι να σταθεροποιηθούν στα 220 κιλά/στρέμμα, επίδοση που την περσινή χρονιά «έπιασαν» κάποιοι από τους συνεργαζόμενους παραγωγούς.

«Όσο μαθαίνουμε την καλλιέργεια και τις πρακτικές της, πηγαίνουμε καλύτερα. Αν σκεφτεί κανείς ότι ξεκινήσαμε την πρώτη χρονιά με μια μέση απόδοση 90 κιλά/στρέμμα, καταλαβαίνει την απόσταση που έχουμε διανύσει», σημειώνει, από την πλευρά του, ο Σάββας Παυλίδης.

Όπως αναφέρει ο ίδιος, ακόμα και με μια μετριοπαθή εκτίμηση για απόδοση 200 κιλών/στρέμμα και με τα κόστη να κυμαίνονται, αναλόγως της περιοχής, μεταξύ 110 και 130 ευρώ/στρέμμα, «μιλάμε για ένα διόλου ευκαταφρόνητο έσοδο της τάξης των 130 ευρώ/στρέμμα και μάλιστα χωρίς καμία επιδότηση».

Ενδιαφέρον από το εξωτερικό

Το εγχείρημα των δύο επιχειρηματιών έχει προσελκύσει την προσοχή ακόμα και βιομηχανιών από το εξωτερικό που τα τελευταία χρόνια «ψάχνονται» για ευρωπαϊκό σουσάμι, πόσω μάλλον φέτος που το Σουδάν, ένας από τους λίγους μεγάλους εξαγωγείς του προϊόντος παγκοσμίως, σπαράσσεται από τον εμφύλιο πόλεμο.

«Η Ελλάδα, πέρα από το να καλύψει το δικό της έλλειμμα που σήμερα ανέρχεται σε 30.000 τόνους ετησίως, έχει όλες τις προϋποθέσεις για να γίνει ο βασικός προμηθευτής της Ευρώπης που σήμερα βασίζεται αποκλειστικά στις εισαγωγές», υπογραμμίζει ο Σάββας Παυλίδης.

«Δυστυχώς, όμως, φαίνεται ότι οι κρατούντες εξακολουθούν να μην μπορούν ή να μη θέλουν να αντιληφθούν το μέγεθος της ευκαιρίας που έχουμε μπροστά μας», παρεμβαίνει ο Κώστας Παυλίδης. «Πώς αλλιώς να εξηγηθεί το γεγονός ότι, για παράδειγμα, στο πλαίσιο των eco-schemes επιδοτούνται καλλιέργειες, όπως η κινόα, για τις οποίες δεν υπάρχει καν αγορά, ενώ αγνοείται ένα προϊόν, όπως το σουσάμι, το οποίο έχει ήδη δώσει τα διαπιστευτήριά του τόσο στο χωράφι όσο και… στην τσέπη του παραγωγού, ενώ ζητείται έντονα από την εγχώρια βιομηχανία», διερωτάται.

Ψήφο εμπιστοσύνης για τρίτη χρονιά δίνει ο αγρότης Σταύρος Μακρής

Ο Σταύρος Μακρής, (στη φωτό με τον γιό του) από τον Αλμυρό Βόλου, καλλιεργεί σιτάρι, κριθάρι, βίκο, τριφύλλι και βρώμη και, έχοντας πίσω του μια συνεργασία αρκετών ετών με τα αδέλφια Παυλίδη, είδε με ενδιαφέρον την προσπάθειά τους να αναβιώσουν την καλλιέργεια του σουσαμιού.

«Ξεκίνησα πριν από δύο χρόνια δοκιμαστικά με 10 στρέμματα ως επίσπορη καλλιέργεια μετά το σιτάρι», δηλώνει στην «ΥΧ». «Στην αρχή, όπως ήταν φυσικό, ψαχνόμασταν. Προσπαθούσαμε να καταλάβουμε πότε πρέπει να σπείρουμε, τι φάρμακα να ρίξουμε και πότε να ποτίσουμε… Παρά τις προκλήσεις και τα απρόοπτα, ωστόσο, πήρα μια απόδοση της τάξης των 160 κιλών/στρέμμα», προσθέτει.

«Τη δεύτερη χρονιά αποφάσισα να βάλω 80 στρέμματα ξανά ως επίσπορη, αυτήν τη φορά σε εκτάσεις που καλλιεργούσα βίκο. Τα αποτελέσματα ήταν ακόμα καλύτερα, αφού οι αποδόσεις κινήθηκαν κατά μέσο όρο στα 200 κιλά, ενώ σε κάποια χωράφια ‘‘έπιασα’’ τα 220 κιλά», σημειώνει ο κ. Μακρής. «Φέτος, λοιπόν, αποφάσισα να αφήσω 50-60 στρέμματα για να τα σπείρω με σουσάμι από την άνοιξη. Αν πάρω 20-30 κιλά/στρέμμα παραπάνω σε σχέση με πέρυσι, νομίζω ότι δεν θα έχει αξίζει πλέον τον κόπο να (ξανα)βάλω βίκο. Θα καλλιεργήσω βέβαια και επίσπορο, με ενδιαφέρουν οι νέες ποικιλίες μικρού βιολογικού κύκλου», συμπληρώνει.

Ο κ. Μακρής δηλώνει, μέχρι στιγμής, ιδιαίτερα ικανοποιημένος από το οικονομικό αντίκρισμα της καλλιέργειας. «Είναι πολύ σημαντικό να έχεις και ένα δεύτερο εισόδημα από το ίδιο χωράφι. Σίγουρα απαιτεί μια επιπλέον προσπάθεια από εμάς, δηλαδή να κάνουμε τις απαραίτητες εργασίες και να προετοιμάσουμε το χωράφι μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Επίσης, ως καλλιέργεια, θέλει την προσοχή και τις φροντίδες της. Δεν ζητάει, όμως, κάτι παραπάνω σε σχέση, για παράδειγμα, με το καλαμπόκι ή το βαμβάκι που επιλέγουν άλλοι συνάδελφοι», καταλήγει.