Ο καύσωνας καίει αποδόσεις και παραγωγούς

Ορατές πλέον οι επιπτώσεις σε σταφύλι, ελιά, οπωροκηπευτικά, βιομηχανική ντομάτα, κτηνοτροφικά φυτά και βαμβάκι

Soybeans show the affect of the Texas drought near Navasota, Texas. USDA photo by Bob Nichols.

των Μαρίας Αντωνίου, Γιώργου Ρούστα, Γιάννη Σάρρου, Αφροδίτης Χρυσοχόου

«Στην Ελλάδα, η ζέστη είναι τέτοια που τηγανίζεις αβγό στον ήλιο», έγραφε πριν από μερικά 24ωρα η Deutsche Welle, κάνοντας λόγο για το χειρότερο κύμα καύσωνα που πλήττει τη χώρα από το 1987. Ένα κύμα με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό όχι μόνο τις υψηλότατες θερμοκρασίες, αλλά και τη μεγάλη διάρκεια, πλέον της μίας βδομάδας, με τις απόλυτες μέσες θερμοκρασίες να σκαρφαλώνουν στους 46-47οC.

Με τον υδράργυρο να μην υποχωρεί, η κατάσταση έγινε ακόμη πιο αφόρητη μετά τις περισσότερες από 100 πυρκαγιές που εκδηλώθηκαν στη χώρα, αφήνοντας πίσω τους εκτεταμένες καταστροφές και απώλειες, μεταξύ των οποίων ελαιώνες, οπωρώνες και μελίσσια, σύμφωνα με τις πρώτες αναφορές, κατάσταση όμως που θα εκτιμηθεί το επόμενο διάστημα. Σύμφωνα, μάλιστα, με το ευρωπαϊκό πρόγραμμα Copernicus, τα κύματα καύσωνα αυξάνουν τον κίνδυνο δασικών πυρκαγιών και ατμοσφαιρικής ρύπανσης, μετατρέποντας χώρες της Μεσογείου σε hot-spot σημεία εκδήλωσης τέτοιων φαινομένων.

Μεγάλη η καταπόνηση για καλλιέργειες και κτηνοτροφία

Καλλιέργειες και κτηνοτροφία, όπου δεν έπεσαν θύματα της πύρινης λαίλαπας, βιώνουν τη δική τους καταπόνηση, με τις ανάγκες σε νερό να είναι το πρώτο που αυξάνεται, ενώ διάχυτη είναι η αγωνία των παραγωγών για τις συνέπειες σε αποδόσεις και παραγωγή το επόμενο διάστημα, ακόμη κι αν δεν είναι ορατές κατά τη διάρκεια του φαινομένου. Κι όλα αυτά, ενώ προμηνύεται η έλευση νέου κύματος υψηλών θερμοκρασιών, παρά τη μεταβολή του καιρού που αναμένεται από σήμερα, Παρασκευή, κυρίως για τις βόρειες περιοχές.

Ο καύσωνας περιόρισε μέχρι και την αυτοφυή βλάστηση για βοσκή

Τον δικό της «Γολγοθά» ανεβαίνει η κτηνοτροφία, με τους παραγωγούς να προσπαθούν να προστατεύσουν τα ζώα τους από τις ακραίες θερμοκρασίες, κάτι που αυξάνει τα κόστη, με τις ανάγκες βόσκησης να μην καλύπτονται λόγω των υψηλών θερμοκρασιών ακόμη και σε ορεινές περιοχές. Σύμφωνα με τον δήμαρχο Αγράφων, Αλέξανδρο Καρδαμπίκη, πολλοί κτηνοτρόφοι αντιμετωπίζουν πρόβλημα, καθώς «άλλες χρονιές, το χορτάρι ήταν περισσότερο και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, καλύπτοντας σε μεγάλο ποσοστό τις ανάγκες των ζώων». Όπως ο ίδιος επισημαίνει, φέτος σημαντικός αριθμός κτηνοτρόφων έχει προχωρήσει στην αγορά μηδικής με υψηλότερο κόστος από πέρυσι, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες διατροφής των ζώων.

Ακόμη, μικρότερες ποσότητες γάλακτος περιμένουν κτηνοτρόφοι σε Κεντρική και Δυτική Μακεδονία από τον καύσωνα, ρυθμίζοντας τις εργασίες τους τα ξημερώματα και κρατώντας τα ζώα μέσα στις εγκαταστάσεις για να αποφύγουν τον καυτό ήλιο.

Φόβοι για μικρότερες αποδόσεις και ποιοτική υποβάθμιση

Μειωμένες αποδόσεις είναι το πρώτο που περιμένουν οι γεωπόνοι, ιδιαίτερα στην περίπτωση που τα φυτά βρίσκονται στην ανάπτυξη ή όπου η ανομβρία και οι εδαφολογικές συνθήκες έχουν αφήσει σχεδόν ξερά τοπία.

Στην περίπτωση του βαμβακιού αναφέρθηκε ο Δρ. Μωχάμεντ Νταράουσε, προϊστάμενος του Εθνικού Κέντρου Ταξινόμησης Βάμβακος, μιλώντας στην «ΥΧ». Όπως εξήγησε, «είναι διαφορετικό το πώς λειτουργεί και πώς αντιδρά το φυτό όταν ο υδράργυρος περνά τους 40οC για μία μέρα από ό,τι όταν για 7-10 ημέρες βρίσκεται αντιμέτωπο με τέτοιες θερμοκρασίες. Η ανάπτυξη σταματά, το φυτό χάνει τα μικρά καρύδια, δεν ανθίζουν και δεν δένουν τα λουλούδια, αντέχουν μόνο τα μεγάλα καρύδια», εξηγεί για τον τρόπο άμυνάς του. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι επιπτώσεις πολλαπλασιάζονται όταν πρόκειται για χωράφια που δεν κρατούν νερό ή όταν δεν υπάρχει μεγάλη διαθεσιμότητά του. Όλα αυτά για το βαμβάκι, το οποίο αποτελεί από τη φύση του ένα φυτό υποτροπικό που αντέχει σε υψηλές θερμοκρασίες, κάτι που δεν ισχύει για άλλα φυτά που βρίσκονται στην ανάπτυξη.

Εξαιρετικά ευαίσθητη είναι η βιομηχανική ντομάτα, η οποία σε παρατεταμένες συνθήκες άνω των 40οC σταματά να αναπτύσσεται, επισημαίνουν οι γεωπόνοι. Ακόμη, κηπευτικά, καλαμπόκι (που πλησιάζει για το ενσίρωμα) υφίστανται καταπόνηση, κάτι που αργότερα θα δείξει μειωμένη στρεμματική απόδοση.

Διψούν για νερό βαμβάκι, βιομηχανική ντομάτα, οπωροκηπευτικά και κτηνοτροφικά φυτά

Ενδεικτική είναι η εικόνα που μεταφέρουν οι επικεφαλής ΤΟΕΒ από τη Θεσσαλία, όπου το ενδιαφέρον των παραγωγών στρέφεται αποκλειστικά στα ποτίσματα και οι υπεύθυνοι ελπίζουν με συνετή διαχείριση να αποφευχθούν προβλήματα στην πορεία. Καλλιέργειες που είναι εύρωστες, δεν θα έχουν τόσο μεγάλο πρόβλημα, όμως εκείνες που είχαν ζημιές από προηγούμενα φαινόμενα ή δεν είχαν ποτιστεί καλά ή καθυστέρησαν στην ανάπτυξη αντιμετωπίζουν ζητήματα, εξηγούν γεωπόνοι της περιοχής, σύμφωνα με τον Παναγιώτη Κακαφίκα, γεωπόνο, πρόεδρο της Αειφορικής ΑΕ. Σε αυτά περιλαμβάνεται και το καλαμπόκι. Παράλληλα, μειωμένες αποδόσεις και ποιοτική υποβάθμιση υπογραμμίζουν ορισμένοι για τη βιομηχανική ντομάτα που φυτεύτηκε μετά το Πάσχα. Αντίστοιχη εικόνα μεταφέρεται και από την Κεντρική και Δυτική Μακεδονία, όπου τα οπωροκηπευτικά έχουν «ανάψει».

Υψηλές απαιτήσεις σε νερό αναφέρονται και από τη Στερεά Ελλάδα, με σημαντικό αριθμό καλλιεργειών να χρειάζεται ήπιες θερμοκρασίες, αφού βρίσκονται στο στάδιο της ολοκλήρωσης του κύκλου παραγωγής.

Σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται οι ελιές, τα κηπευτικά, το καλαμπόκι, η μηδική, το βαμβάκι κ.ά. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί ο κάμπος της Κωπαΐδας, όπου πολλές καλλιέργειες, και ειδικά το βαμβάκι, χρειάζονται άρδευση, όμως το νερό δεν καλύπτει τις υπάρχουσες ανάγκες. «Ήδη, από τον πρώτο καύσωνα, τα καλαμπόκια επηρεάστηκαν σημαντικά, με αποτέλεσμα το γέμισμά τους να είναι μειωμένο σε σπόρους. Η μηδική, λόγω των υψηλών απαιτήσεων σε νερό, δεν φτάνει τις μέγιστες αποδόσεις και η παραγωγή δείχνει μειωμένη. Υπάρχουν περιοχές με βαμβάκι που για 20 μέρες δεν έχουν ποτιστεί τα χωράφια, σε μία περίοδο που βρίσκεται στο στάδιο της ανθοφορίας και στον σχηματισμό του καρυδιού», εξηγεί ο Θοδωρής Χριστοδούλου, γεωπόνος από τον Ορχομενό. «Τα στάχυα του ρυζιού βρίσκονται στο στάδιο του σχηματισμού του καρπού και ο καύσωνας επηρεάζει την ανάπτυξή τους», προσθέτει ο ορυζοκαλλιεργητής, Γιώργος Τσίγκας, από την περιοχή της Ανθήλης Φθιώτιδας.

Τη σφραγίδα του σε μήλα, σταφύλια και ελιές αφήνει ο καύσωνας

Εγκαύματα από την ηλιακή ακτινοβολία, με τον υδράργυρο σκαρφαλωμένο επί μέρες στα ύψη, σημειώνονται στα μήλα, όπου οι παραγωγοί φοβούνται περαιτέρω μείωση της παραγωγής από αυτήν που προκάλεσαν οι παγετοί προηγουμένως. «Αν συνεχιστούν οι συνθήκες καύσωνα και το επόμενο διάστημα, η ζημιά θα είναι μεγάλη», εκτίμησε ο Δημήτρης Βαενάς, πρόεδρος του Συνεταιρισμού Ορεινών Μήλων Βιτσίου Καστοριάς, σημειώνοντας ότι τα εγκαύματα είναι ήδη ορατά στο σύστημα της παλμέτας, όπου ο καρπός είναι περισσότερο εκτεθειμένος στις ακτίνες του ήλιου, σε αντίθεση με τα ελεύθερα δέντρα. Όπως εξήγησε, αυτός ο καρπός είναι «άχρηστος» μετά, καίγεται και πετιέται ή κατευθύνεται μόνο για χυμό, ενώ επεσήμανε ότι «δυστυχώς, η καθαρή εικόνα αυτών των επιπτώσεων θα έρθει αργά, τον Σεπτέμβρη».

Σταφίδιασμα της ρόγας στο επιτραπέζιο σταφύλι είναι η εικόνα που μεταφέρουν γεωπόνοι από την Κορινθία. Αντιστοίχως, όμως, και η Κρήτη εκτιμά μεγάλες απώλειες σε επιτραπέζια και οινοποιήσιμα σταφύλια, αλλά και περαιτέρω επιδείνωση στις ελιές, με τους καρπούς να σταφιδιάζουν από τον παρατεταμένο καύσωνα. «Στην Κρήτη είναι γεμάτο μικροκλίματα, υπήρξαν λεκάνες όπου οι θερμοκρασίες έπιασαν ταβάνι και ήταν συνεχόμενες και τη νύχτα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τα περισσότερα αμπέλια να πάνε εκτός, να έχουμε μαρασμό του σταφυλιού και κάψιμο, το οποίο πλέον είναι μη εμπορεύσιμο», εξηγεί ο Πρίαμος Ιερωνυμάκης, πρόεδρος της Οργάνωσης Αμπελουργών Ελαιοκαλλιεργητών Κρήτης.

«Φανταστείτε ότι καταγεγραμμένα από τις ΔΑΟΚ είχαμε εξαγωγή 15.000-20.000 τόνους επιτραπέζιου σταφυλιού τα προηγούμενα χρόνια, πάλι με μικρές ζημιές, και φέτος ως έχουν σήμερα τα πράγματα, δεν θα είναι πάνω από 5.000», αναφέρει χαρακτηριστικά. «Εάν όμως συνεχιστεί, τα πράγματα θα είναι ακόμη πιο δυσάρεστα και τις επιπτώσεις δεν θα τις έχει μόνο ο παραγωγός, θα τις πληρώσει η ίδια η τοπική οικονομία» πρόσθεσε, εξηγώντας ότι οι παραπάνω αποκλείσεις είναι αποτέλεσμα του καύσωνα, ο οποίος, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, θα συνεχιστεί στο νησί. Ομοίως και οι ελιές, οι ξερικές και όσες βρίσκονται σε ειδικά μικροκλίματα με ανεβασμένες θερμοκρασίες, έρχονται αντιμέτωπες με την αφυδάτωση του καρπού.

Πάντως, στην ευρύτερη εικόνα για τη χώρα, καλλιέργειες οπωροκηπευτικών που βρίσκονται σε εξέλιξη θα έχουν ηλιοεγκαύματα. Παράλληλα, και σε δενδρώδεις που έχουν ολοκληρώσει τον κύκλο τους για φέτος, δεν αποκλείεται ο παρατεταμένος καύσωνας να δημιουργήσει πρόβλημα για την επόμενη χρονιά, ειδικότερα όπου συνδυάζονται με έλλειψη νερού, συμπληρώνει ο κ. Κακαφίκας.

Κι όλα αυτά, σε μία χρονιά κατά την οποία έχουν προηγηθεί σοβαρά πλήγματα από πλήθος ακραίων και ανεπίκαιρων καιρικών φαινομένων, που σε συνδυασμό με τις τρέχουσες συνθήκες φέρνουν τους παραγωγούς στα όριά τους και την κατάσταση μάλλον εκτός των ορίων που μπορούν πλέον να διαχειριστούν ΥΠΑΑΤ και ΕΛΓΑ. Ήδη, από τον παγετό της άνοιξης, η ζημιά εκτιμάται στο επίπεδο των 400 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με όσα κατέθεσε η Ελλάδα στην ΕΕ. Όμως, η ζημιά που «κρύβουν» οι καύσωνες εκτιμάται ότι θα είναι πολύ μεγαλύτερη, καθιστώντας το ζήτημα πλέον κεντρικό για την κυβέρνηση, αλλά και το πολιτικό σύστημα γενικότερα, που θα πρέπει να βρει τρόπους να αντεπεξέλθει σε μία κατάσταση που δείχνει να επιδεινώνεται διαρκώς.

ΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, κατά τις ημέρες Δευτέρα και Τρίτη, 2 και 3 Αυγούστου, κατέγραψαν στη Μακρακώμη Φθιώτιδας θερμοκρασίες που άγγιξαν τους 46,3οC και 46,2οC, ενώ στον Λαγκαδά Θεσσαλονίκης τους 47,1οC.

Σε Στυλίδα, Σπάρτη, Κρανίδι, Άργος και περιοχές της Μεσσηνίας και του Ηρακλείου, ο υδράργυρος ξεπέρασε τους 45οC, με τη λίστα να μην έχει τέλος, αφού με τέτοια ύψη θερμοκρασιών φλέρταραν περιοχές της Θεσσαλίας, όπως η Λάρισα και τα Δέντρα Τυρνάβου, της Φθιώτιδας και της Βοιωτίας, όπως η Θήβα και η Λιβαδειά, σύμφωνα με το meteo.gr.

Πρόκειται για περιοχές που αποτελούν σημαντικά κέντρα για πολλές καλλιέργειες, τη στιγμή που και για την υπόλοιπη Ελλάδα και τις παραγωγές της οι θερμοκρασίες συχνά δεν κατέβαιναν από το επίπεδο των 40οC, παραμένοντας και τη νύχτα υψηλές.