Κοινή προοπτική για τον κλάδο της γεωργίας και των τροφίμων στην Ευρώπη μετά το 2027
Στις σύγχρονες κοινωνίες, η σχέση γεωργία – φύση έχει γίνει ολοένα και πιο τεταμένη, καθώς οι σύγχρονες μορφές παραγωγής και επεξεργασίας τροφίμων συμβάλλουν σημαντικά στην
υπερεκμετάλλευση του φυσικού κεφαλαίου, το οποίο είναι ταυτόχρονα προϋπόθεση αυτής της παραγωγής, αλλά και ένα δημόσιο αγαθό (το κλίμα, η βιοποικιλότητα, η ποιότητα του εδάφους, του νερού και του αέρα κ.λπ.).
Από την άλλη πλευρά, η αναγκαιότητα για αύξηση της παραγωγικότητας μέσω της τεχνολογίας, της εντατικοποίησης, της επέκτασης ή της τυποποίησης της γεωργικής παραγωγής είναι επιτακτική, αλλά δεν εγγυάται σε καμία περίπτωση αξιοπρεπή κερδοφορία και κοινωνική βιωσιμότητα για όλους τους αγρότες. Για να τεθεί απλά, τα πράγματα έχουν εξελιχθεί με τέτοιον τρόπο ώστε πολύ συχνά η γεωργική παραγωγή και οι φυσικές της προϋποθέσεις να έχουν μπλεχτεί σε μια κατάσταση lose-lose.
Με δεδομένη την εξίσου αναγκαία ύπαρξη τροφίμων και φυσικών πόρων, είναι σαφές ότι αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να επιλυθεί ούτε προς τη μία ούτε προς την άλλη κατεύθυνση μόνη της, ούτε μέσω της προώθησης μιας παραγωγής τροφίμων που δεν είναι συμβατή με το περιβάλλον, ούτε μέσω της προστασίας του περιβάλλοντος που αγνοεί τις κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες της γεωργίας, ούτε μέσω της απλής αναβολής του ενός ή του άλλου. Αντίθετα, επιβάλλεται να δημιουργηθεί μια κατάσταση win-win. Όπως δηλώνει και η εντολή του Στρατηγικού Διαλόγου για το Μέλλον της Γεωργίας της ΕΕ, «η γεωργία και η προστασία της φύσης να μπορούν να συνυπάρχουν».
Η γεωργία, η δημόσια χρηματοδότησή της και η ρύθμισή της πρέπει να επαναπροσδιοριστούν υπό τις αλλαγμένες κοινωνικές συνθήκες, καθώς το εισόδημα των αγροτών και η ασφάλεια των τροφίμων αποτελούν ένα σημαντικό επιχείρημα, αλλά πρέπει παράλληλα να συμπληρωθεί και από επιχειρήματα που επικεντρώνονται με αξιοπιστία στην περιβαλλοντική και κοινωνική ευθύνη.
Αυτό είναι εν πολλοίς και το γενικό πλαίσιο, στο οποίο τοποθετείται ο Στρατηγικός Διάλογος για το Μέλλον της Γεωργίας της ΕΕ μετά το 2027, καθώς με εντολή από την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τον Ιανουάριο του 2024, τα μέλη του Διαλόγου είχαν το καθήκον να εργαστούν πάνω σε τέσσερα βασικά ζητήματα που αφορούν α) τις προοπτικές των αγροτών και των αγροτικών περιοχών, β) την υποστήριξη της γεωργίας εντός των ορίων του πλανήτη μας και των οικοσυστημάτων του, γ) τις ευκαιρίες της τεχνολογίας και της καινοτομίας και δ) το μέλλον του ευρωπαϊκού διατροφικού συστήματος σε ένα ανταγωνιστικό πεδίο.
Όπως δηλώνει και η εντολή του Στρατηγικού Διαλόγου, η γεωργία και η προστασία της φύσης πρέπει να μπορούν να συνυπάρχουν
Επιπλέον, τα μέλη του Στρατηγικού Διαλόγου έλαβαν υπόψη το γεγονός ότι, ενώ οι κεντρικές λειτουργίες της γεωργίας και των τροφίμων θα συνεχίσουν να είναι θεμελιώδεις, υφίστανται ταχύτατες αλλαγές. Αυτές οδηγούνται, κατά κύριο λόγο, από την τριπλή κρίση του πλανήτη –την κλιματική αλλαγή, την απώλεια βιοποικιλότητας και τη ρύπανση– που ασκούν σημαντική πίεση σε αυτές. Επιπλέον, οι αυξανόμενες παγκόσμιες πολιτικές και οικονομικές εντάσεις έχουν επιδεινώσει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, οι οποίες επηρεάζουν επίσης πολλούς αγρότες και αγροδιατροφικούς φορείς. Αυτό συμβαίνει σε ένα κλίμα αυξανόμενων κοινωνικών συγκρούσεων που συνυφαίνονται με τη διεύρυνση του χάσματος μεταξύ πόλεων και αγροτικών περιοχών.
Μέσα από α) επτά συνεδρίες ολομέλειας στις Βρυξέλλες, β) έναν απροσδιόριστο αριθμό διαβουλεύσεων και συναντήσεων ομάδων εργασίας/δράσης με σχετικούς ευρωπαϊκούς οργανισμούς του αγροδιατροφικού και περιβαλλοντικού τομέα, με κορυφαίους εκπρόσωπους από τους τομείς της γεωργίας, της περιβαλλοντικής προστασίας, της προστασίας των ζώων και των καταναλωτών, των επιχειρήσεων, των εργαζομένων, των αγροτικών περιοχών και του τραπεζικού τομέα και, παράλληλα, γ) με συστάσεις σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο που καλύπτουν μια περίοδο περίπου 10-15 ετών, πραγματοποιήθηκε μία προσπάθεια να εντοπιστούν εκείνοι οι τρόποι που θα συμφιλιώνουν γεωργία και φύση. Πρόκειται για μια λειτουργική συντονιστική ενσωμάτωση οικονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών παραγόντων στην αγροτική παραγωγή, θεωρώντας τη γεωργία ως μέρος ολόκληρου του διατροφικού συστήματος, από το μεμονωμένο αγρόκτημα μέχρι κάθε καταναλωτή και πολίτη.
Μέσα από τη διαδικασία του Στρατηγικού Διαλόγου, τα μέλη έχουν θέσει τα θεμέλια για μια νέα κουλτούρα δέσμευσης και συνεργασίας, που αντανακλά την αποφασιστικότητά τους να συνεργαστούν για ένα βιώσιμο, ανθεκτικό και ανταγωνιστικό μέλλον
Για να γίνει επιτυχημένο αυτό το εγχείρημα, τα μέλη του Στρατηγικού Διαλόγου επιδίωξαν να καταλήξουν σε μια εννοιολογική συναίνεση που ανοίγει νέες προοπτικές για τη γεωργία, τα τρόφιμα και τις αγροτικές περιοχές. Έτσι, έχει καταρτιστεί ένα ολοκληρωμένο σύνολο κατευθυντήριων πολιτικών αρχών και συστάσεων, που λαμβάνουν υπόψη τη διαφορετικότητα και την πολυπλοκότητα των αγροδιατροφικών συστημάτων, απευθυνόμενο κυρίως στα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, ιδίως στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε όλους τους σχετικούς τομείς της, καθώς και στα κράτη-μέλη. Μέσα από τη διαδικασία του Στρατηγικού Διαλόγου, τα μέλη έχουν θέσει τα θεμέλια για μια νέα κουλτούρα δέσμευσης και συνεργασίας, που αντανακλά την αποφασιστικότητά τους να συνεργαστούν για ένα βιώσιμο, ανθεκτικό και ανταγωνιστικό μέλλον, έχοντας ένα σταθερό σημείο εκκίνησης και κοινά θεμέλια και στόχους για την κατεύθυνση της μετάβασης του τομέα.
Οι συστάσεις που αναλύονται στην έκθεση είναι δομημένες σε πέντε πυλώνες:
- Συνεργασία για ένα βιώσιμο, ανθεκτικό και ανταγωνιστικό μέλλον: Αυτή η ενότητα ασχολείται με την ανάγκη προσαρμογής της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης μετάβασης προς πιο βιώσιμα και ανταγωνιστικά διατροφικά συστήματα, τη σημασία της ενίσχυσης της θέσης των αγροτών στην αλυσίδα αξίας των τροφίμων, την πρόσβαση στη χρηματοδότηση και τον ρόλο του εμπορίου και των διεθνών προτύπων.
- Προώθηση βιώσιμων αγροδιατροφικών συστημάτων: Οι συστάσεις σε αυτόν τον τομέα επικεντρώνονται στην υποστήριξη και στην προώθηση βιώσιμων γεωργικών πρακτικών, συμπεριλαμβανομένης της κτηνοτροφίας, και υποστηρίζουν την αύξηση της ευαισθητοποίησης σχετικά με την καλή διαβίωση των ζώων και την ενδυνάμωση των καταναλωτών για να επιλέγουν βιώσιμες και ισορροπημένες δίαιτες.
- Προώθηση μετασχηματιστικής ανθεκτικότητας: Αντιμέτωπη με αυξανόμενους περιβαλλοντικούς, κλιματικούς, γεωπολιτικούς και οικονομικούς κινδύνους, η έκθεση τονίζει την ανάγκη ενίσχυσης των εργαλείων διαχείρισης κινδύνων και κρίσεων, καθώς και καλύτερης διατήρησης και διαχείρισης των γεωργικών εκτάσεων, της προώθησης γεωργίας ανθεκτικής στο νερό και της ανάπτυξης καινοτόμων προσεγγίσεων στην αναπαραγωγή φυτών.
- Δημιουργία ενός ελκυστικού και ποικιλόμορφου τομέα: Η σημασία της ανανέωσης των γενεών και της ισότητας των φύλων, καθώς και των ζωντανών αγροτικών περιοχών και αγροδιατροφικών συστημάτων, αναλύεται σε αυτή την ενότητα, περιλαμβάνοντας την ανάγκη προστασίας των εργαζομένων.
- Καλύτερη πρόσβαση στη γνώση και την καινοτομία: Οι συστάσεις καταλήγουν ότι πρέπει να διευκολυνθεί η πρόσβαση στη γνώση και τις δεξιότητες και ότι η ψηφιοποίηση αποτελεί ευκαιρία.
Με αυτό το υπόβαθρο, ο Στρατηγικός Διάλογος προτείνει ένα σύνολο συστάσεων, ιδίως:
1. Ενίσχυση της θέσης των αγροτών στην αλυσίδα αξίας τροφίμων.
2. Ανάπτυξη μιας νέας προσέγγισης για την επίτευξη της βιωσιμότητας.
3. Προετοιμασία μιας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) προσαρμοσμένης στις ανάγκες.
4. Χρηματοδότηση της μετάβασης.
5. Προώθηση της βιωσιμότητας και της ανταγωνιστικότητας στην εμπορική πολιτική.
6. Να καταστεί η υγιεινή και βιώσιμη επιλογή η πιο εύκολη επιλογή.
7. Ενίσχυση βιώσιμων γεωργικών πρακτικών.
8. Μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στη γεωργία.
9. Δημιουργία διαδρομών για βιώσιμη κτηνοτροφία στην ΕΕ.
10. Περαιτέρω δράσεις για καλύτερη διατήρηση και διαχείριση των γεωργικών εκτάσεων, προώθηση ανθεκτικής στη διαχείριση υδάτων γεωργίας και ανάπτυξη καινοτόμων προσεγγίσεων στη βελτίωση των φυτών.
11. Προώθηση ισχυρής διαχείρισης κινδύνων και κρίσεων.
12. Δημιουργία ενός ελκυστικού και ποικιλόμορφου τομέα.
13. Καλύτερη πρόσβαση και καλύτερη χρήση της γνώσης και της καινοτομίας.
14. Αλλαγή διακυβέρνησης και νέα κουλτούρα συνεργασίας.
Σημαντικό, λοιπόν, για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα κράτη-μέλη της Ένωσης και τις οργανωμένες ομάδες συμφερόντων του γεωργικού τομέα είναι να παρακολουθήσουν τον διάλογο που ανοίγει πλέον για τη γεωργία μετά το 2027, να προβληματιστούν και να αναλύσουν τις κοινές σκέψεις και συστάσεις που παρουσιάστηκαν σε αυτή την έκθεση. Σκοπός όλων μας θα πρέπει να είναι να τις μετατρέψουμε σε τολμηρές και άμεσες αποφάσεις προς όφελος της αγροτικής κοινότητας της ΕΕ, του αγροδιατροφικού συστήματος και των αγροτικών περιοχών και, τελικά, προς όφελος της ευρωπαϊκής κοινωνίας.