Μονόδρομος για την αύξηση της παραγωγικότητας και την προστασία του περιβάλλοντος η αγροτεχνολογία

Πρόσφατα, το βρετανικό Ινστιτούτο Public Policy Projects (PPP), σε συνεργασία με το ερευνητικό κέντρο AGRI – EPI CENTRE, δημοσίευσε μελέτη που περιγράφει τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται στη Μεγάλη Βρετανία για τον μετασχηματισμό του αγροδιατροφικού της τομέα, ώστε να ανταποκριθεί σε μια διπλή πρόκληση:

Από τη μία, στην ανάγκη μιας βιώσιμης γεωργίας και κτηνοτροφίας, απαλλαγμένης από τις εκπομπές των λεγόμενων «αερίων του θερμοκηπίου».

Από την άλλη, στην παράλληλη αύξηση της παραγωγικότητας του πρωτογενούς τομέα για να τραφεί ο διαρκώς αυξανόμενος πληθυσμός.

Στην εισαγωγή αναφέρεται ότι η χώρα μπαίνει σε αυτή την πρόκληση από πλεονεκτική θέση, καθώς διαθέτει έναν διασυνδεδεμένο και ισχυρό δημόσιο τομέα, αλλά και μια αγροτική πολιτική που έχει ήδη ενσωματώσει επιτυχώς πρακτικές γεωργίας ακριβείας, ολοκληρωμένης φυτοπροστασίας και ψηφιακές τεχνολογίες, με στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας των 216.000 εκμεταλλεύσεών της.

Ωστόσο, το γεγονός ότι ήδη χρησιμοποιείται το 71% της γης για την παραγωγή τροφίμων, αλλά και ότι το 2020 το 48% των εκπομπών μεθανίου και το 69% των εκπομπών οξειδίων του αζώτου της χώρας προέρχονταν από τον πρωτογενή τομέα, δημιουργεί την ανάγκη λήψης ενός πλέγματος μέτρων.

Aξίζει να σημειωθεί ότι η Μ. Βρετανία ήδη από το 2013 είχε ξεκινήσει να υλοποιεί μια εθνική στρατηγική για την αξιοποίηση των νέων αγροτικών τεχνολογιών στον πρωτογενή τομέα της, χρηματοδοτώντας και δημιουργώντας τέσσερα ερευνητικά κέντρα αγροτεχνολογιών, με το AGRI – EPI CENTRΕ να είναι ένα από αυτά. Οι δομές αυτές συνεργάζονται με την κυβέρνηση, τις μεγάλες αγροτικές οργανώσεις της χώρας, όπως η National Farmers Union (NFU) και άλλους φορείς, με στόχο «να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ των δημιουργών νέων τεχνολογιών και των αγροτών».

Για τη συγγραφή της μελέτης, πραγματοποιήθηκαν τέσσερις θεματικές συζητήσεις («ψηφιακές στρογγυλές τράπεζες») για τα τέσσερα πιο σημαντικά θέματα στα οποία χρειάζονται παρεμβάσεις, ώστε ο πρωτογενής τομέας της χώρας να καταστεί κλιματικά ουδέτερος έως το 2040 (σ.σ. η «Πράσινη Συμφωνία» της ΕΕ φιλοδοξεί την επίτευξη αυτού του στόχου έως το 2050, έχοντας όμως φτάσει στο 55% του στόχου έως το 2030). Στις συζητήσεις αυτές συμμετείχαν και αγρότες μέσω της NFU. Για κάθε ένα από τα τέσσερα κεφάλαια, η μελέτη περιλαμβάνει προτάσεις για την επίτευξη του στόχου μιας κλιματικά ουδέτερης γεωργίας και κτηνοτροφίας.

1. Καινοτομία: Βελτιστοποίηση των συνεργασιών

Στην πρόκληση να υιοθετήσουν περισσότεροι αγρότες καινοτόμες τεχνολογίες και στην ανάγκη καλύτερης συνεργασίας μεταξύ κράτους, πανεπιστημίων, ερευνητικών φορέων και παραγωγών αναφέρεται το πρώτο κεφάλαιο της μελέτης.

«Τα επιμέρους προγράμματα έχουν καταφέρει να εμπλέξουν ένα πολύ μικρό ποσοστό των αγροτών, παρά το δεδομένο ενδιαφέρον που υπάρχει για τη χρήση νέων αγροτεχνολογιών», αναφέρουν οι συγγραφείς. Σημαντικό στοιχείο που τίθεται, επίσης, προς συζήτηση είναι πώς θα πειστούν οι αγρότες ότι η χρήση των νέων τεχνολογιών θα ενισχύσει την κερδοφορία τους. Ωστόσο, για να γίνει αυτό, όπως σημειώνεται, θα πρέπει να μεταφερθούν οι κατάλληλες πληροφορίες στους κατάλληλους ανθρώπους, γιατί δεν είναι όλοι οι αγρότες ίδιοι.

Η μελέτη παρουσιάζει τα ευρήματα έρευνας που πραγματοποιήθηκε σε μέλη της National Farmers Union (NFU). Στην ερώτηση «ποιες είναι οι αιτίες για τη διστακτικότητα των αγροτών να επενδύσουν στις αγροτεχνολογίες;», το 46% απάντησε ότι είναι η έλλειψη γνώσης και πληροφόρησης, το 30% η έλλειψη πρόσβασης σε χρηματοδότηση, το 17% η αβεβαιότητα για το μέλλον και το 7% οι δυσκολίες στην αλυσίδα εφοδιασμού.

Μία εκ των προτάσεων είναι να δημιουργηθεί ένα κεντρικό δίκτυο που θα έχει ως αποστολή την ενημέρωση των παραγωγών για βιώσιμες πρακτικές που έχουν «δουλέψει» στην πράξη, αλλά και για να ενημερώνει τους διαμορφωτές πολιτικής για την αποτελεσματικότητα των δράσεων και των πρακτικών στα τρόφιμα και στις καλλιέργειες/εκτροφές.

2. Δεδομένα: Άντληση του μέγιστου οφέλους από τις «σωστές» πληροφορίες

Το δεύτερο κεφάλαιο αναφέρεται στο λεπτό και υπό διαμόρφωση ζήτημα της χρήσης και ωφέλειας των δεδομένων από τις τεχνολογίες που χρησιμοποιούν οι αγρότες και άλλα μέρη της αγροδιατροφικής αλυσίδας.

Όπως αναφέρεται, θα πρέπει να αποσαφηνιστεί πώς θα μπορεί να γίνει η αξιοποίηση δεδομένων που προέρχονται από τους αγρότες χωρίς να επικρατεί ανασφάλεια σχετικά με την πρόσβαση στα προσωπικά τους δεδομένα. Επίσης, η πρόκληση είναι οι παραγωγοί να αποκομίζουν ένα ορατό όφελος, παρέχοντας αυτά τα δεδομένα χωρίς να επιβαρυνθούν με πιο περίπλοκες διαδικασίες.

3. Δοκιμές: Συγκεκριμένες και κοινά αποδεκτές διαδικασίες

Η πρόκληση εδώ είναι να μετρηθεί η συνεισφορά κάθε καινούργιας τεχνολογίας προς τον στόχο της βιωσιμότητας και της μείωσης των εκπομπών των «αερίων του θερμοκηπίου» με συγκεκριμένο, κατανοητό και ενιαίο τρόπο.

«Παρά το γεγονός ότι το 2015 δημιουργήθηκε ένα Κέντρο Αγροτικής Πληροφορικής και Μέτρησης Βιωσιμότητας, μέχρι σήμερα παραμένει ασαφές αν η δέσμευση άνθρακα, οι εισροές άνθρακα ή η παραγωγικότητα θα πρέπει να προτεραιοποιηθούν κατά τη μέτρηση του αντικτύπου μιας γεωργικής πρακτικής στο περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Για τον σκοπό αυτόν προτείνεται, μεταξύ άλλων, η σύσταση μιας ομάδας συμβουλευτικού χαρακτήρα σε εθνικό επίπεδο», αναφέρεται στη μελέτη.

4. Καταναλωτές: Βασικός μέτοχος στον διάλογο

Σε ένα περιβάλλον όπου οι καταναλωτές ενδιαφέρονται όλο και περισσότερο για το κατά πόσο τα προϊόντα που καταναλώνουν έχουν παραχθεί με βιώσιμες πρακτικές και ποια είναι η συμμετοχή τους στη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος, παραμένει ζητούμενο ένα μετρήσιμο και ευρέως αποδεκτό μέτρο που θα παρέχει αξιόπιστες πληροφορίες (π.χ. μέσω σήμανσης) προς αυτούς.

Eπιπλέον, προτείνεται να υιοθετηθεί από το υπουργείο Περιβάλλοντος της Μ. Βρετανίας μια αξιόπιστη διαδικασία μέτρησης των εκπομπών αερίων ανά παραγόμενη μονάδα ενός τροφίμου και όχι μόνο ανά μονάδα γης.

Οι κύριες αγροτεχνολογίες