Περιβαλλοντικό μπόνους 31,7 ευρώ το στρέμμα βαμβακιού από το 2025

✱ Μελέτη του ΓΠΑ τεκμηριώνει την ενίσχυση για τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος στην καλλιέργεια
✱ Την οριζόντια εφαρμογή του μέτρου προτείνει η ΔΟΒ
✱ Στα 70,4 και 42,22 ευρώ/στρέμμα τα αντίστοιχα ποσά για βιομηχανική ντομάτα και κινόα

Τη χορήγηση μιας Ειδικής Ενίσχυσης Βάμβακος, ύψους έως 31,7 ευρώ/στρέμμα, στους βαμβακοπαραγωγούς όλης της χώρας, εφόσον ακολουθούν συγκεκριμένες πρακτικές για τη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα, στοιχειοθετεί μελέτη του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, που συντάχθηκε με πρωτοβουλία της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Βάμβακος (ΔΟΒ) και του ΥΠΑΑΤ, τα βασικά σημεία της οποίας παρουσιάζει σήμερα σε αποκλειστικότητα η «ΥΧ».

Η μελέτη βρίσκεται ήδη στα χέρια του υπουργού, Λευτέρη Αυγενάκη, ο οποίος διόλου τυχαία προανήγγειλε από το βήμα του 4ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Βάμβακος μια «πιλοτική παρέμβαση» στην καλλιέργεια, η οποία, όπως όλα δείχνουν, θα υλοποιηθεί από την επόμενη καλλιεργητική περίοδο. Στόχος της ΔΟΒ, όπως υπογραμμίζει απαντώντας σε σχετικό ερώτημα της «ΥΧ» ο πρόεδρός της, Ευθύμης Φωτεινός, είναι στο μέτρο να «ενταχθούν οριζόντια και με το ποσό που αναφέρει η μελέτη όλοι οι παραγωγοί και όλες οι εκτάσεις που θα σπαρθούν με βαμβάκι την άνοιξη του 2025». Για να γίνει αυτό, θα χρειαστεί ένα κονδύλι της τάξης των 75 εκατ. ευρώ, το οποίο θα μπορούσε να αντληθεί από τα περιβαλλοντικά μέτρα της ΚΑΠ.

Σε πρώτη φάση, επομένως, το κρίσιμο ζήτημα είναι να αποσαφηνιστεί το ύψος των διαθέσιμων χρημάτων και, κατόπιν αυτού, να ακολουθήσει η διαβούλευση για τη διαχείριση και τον τρόπο κατανομή τους. Σε κάθε περίπτωση, η σχεδιαζόμενη ενίσχυση δημιουργεί νέα δεδομένα και μπορεί να καταστήσει το βαμβάκι πιο ελκυστικό στα μάτια των παραγωγών, ιδίως αν συνδυαστεί με μια βελτίωση του κλίματος στην αγορά του προϊόντος, που φέτος ταλανίστηκε από το δύσκολο μακροοικονομικό περιβάλλον.

Πέραν του βαμβακιού, η μελέτη που συντάχθηκε από την ερευνητική ομάδα του καθηγητή Δημήτρη Μπιλάλη πραγματεύεται τη χορήγηση μιας αντίστοιχης ενίσχυσης στη βιομηχανική ντομάτα, αλλά και στην κινόα, μια καινοτόμο καλλιέργεια με αρκετές προοπτικές, όπως αναφέρεται, για τη χώρα μας. Ειδικότερα, στην περίπτωση της ντομάτας, καταλήγει σε μια πρόταση για επιδότηση 70,4 ευρώ/στρέμμα, ενώ για την κινόα η ενίσχυση διαμορφώνεται σε 42,22 ευρώ/στρέμμα.

Για τον υπολογισμό των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου, η ερευνητική ομάδα του ΓΠΑ χρησιμοποίησε το λογισμικό Cool Farm Tool. Από τα αποτελέσματα της μελέτης προέκυψε πως οι συνολικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τη βαμβακοκαλλιέργεια έφθασαν τα 0,74 kg CO2eq/kg παραγόμενου προϊόντος. Οι συνολικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου για την καλλιέργεια βάμβακος έφτασαν τα 43.110 kg CO2eq, ενώ οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ανά στρέμμα ήταν 283 kg CO2eq.

Συγκρίνοντας τα ευρήματα από τις τρεις καλλιέργειες, η μελέτη αναφέρει ότι «οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου είναι σημαντικά υψηλότερες σε καλλιέργεια βιομηχανικής ντομάτας, ενώ σε καλλιέργεια κινόα οι συνολικές εκπομπές σημειώθηκαν αρκετά χαμηλότερες. Όσον αφορά τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ανά στρέμμα, προκύπτει ότι η βιομηχανική ντομάτα σημείωσε τις υψηλότερες τιμές, ενώ, και σε αυτή την περίπτωση, η καλλιέργεια κινόα είχε σημαντικά χαμηλότερο αποτύπωμα άνθρακα. Στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου ανά κιλό παραγόμενου προϊόντος, τα πράγματα είναι τελείως αντίθετα. Στην κινόα σημειώνονται οι υψηλότερες τιμές, ενώ στη βιομηχανική τομάτα οι τιμές είναι σημαντικά χαμηλότερες. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί, λόγω της μεγάλης απόδοσης της καλλιέργειας βιομηχανικής ντομάτας».

Και στις τρεις περιπτώσεις σημειώνεται η επιτακτική ανάγκη μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, η οποία μπορεί να επιτευχθεί υιοθετώντας τα κατάλληλα μέτρα και πρακτικές (βελτιστοποίηση λίπανσης, άρδευσης και εδαφοκατεργασίας). Ωστόσο, δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά επιφέρουν αλλαγές στον τρόπο καλλιέργειας από τους παραγωγούς και έχουν αντίκτυπο στο εισόδημά τους, «κρίνεται αναγκαίος ο υπολογισμός του ύψους ενίσχυσης που θα χρειαστεί για την εξισορρόπηση των απωλειών».

Μέσω τιμολογίων οι έλεγχοι σε καύσιμα και λιπάσματα

Για τον υπολογισμό και την καταβολή της ενίσχυσης, είναι απαραίτητο ένα μέσο, με το οποίο θα καθίστανται δυνατά η απόδειξη συμμόρφωσης και ο έλεγχος των παραγωγών. Σε αυτή την κατεύθυνση, οι ερευνητές προτείνουν ένα πρωτόκολλο ελέγχου εφαρμογής «βάσει του οποίου θα καθορίζονται οι παράμετροι σε ετήσια βάση και η εισαγωγή των δεδομένων στην κατάλληλη ψηφιακή εφαρμογή π.χ. φορολογικά έντυπα, τις οποίες πρέπει να τηρούν σε ετήσια βάση οι δικαιούχοι […] προκειμένου να καθίστανται ελέγξιμοι και διασταυρώσιμοι οι ισχυρισμοί επίτευξης των ετήσιων ποσοτικοποιημένων στόχων μέσω της ψηφιακής εφαρμογής».

Επίσης, λαμβάνονται υπόψη η «απώλεια εισοδήματος, το πρόσθετο κόστος και το κόστος συναλλαγής στη βάση των προτεινόμενων γεωργικών πρακτικών και άλλων μεθόδων μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και η αντιστοίχιση της ενίσχυσης με την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων ποσοστιαίας μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου».

Στα καύσιμα, ο έλεγχος των παραγωγών θα μπορούσε να γίνει μέσω των τιμολογίων που θα διαθέτουν από την αγορά τους. Με την προσκόμισή τους θα μπορούν να αποδείξουν τη μείωση χρήσης καυσίμων, μέσω της μείωσης της ποσότητας καυσίμου που θα έχουν προμηθευτεί για τις γεωργικές εργασίες που πραγματοποιούν. Ομοίως, αναφορικά με τη χρήση νέου τύπου λιπασμάτων (που περιέχουν παρεμποδιστές), τα οποία μπορούν να συμβάλουν στη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα, αλλά και οργανικών (που συμβάλλουν στο θετικό ισοζύγιο άνθρακα στο έδαφος), η απόδειξη χρήσης μπορεί να γίνει με την επίδειξη τιμολογίων από την αγορά τους.

Ετήσιο report

Πέρα από τα αποδεικτικά αυτά, σύμφωνα με το πρωτόκολλο που προτείνεται στη μελέτη, ο παραγωγός θα έχει στη διάθεσή του και τα ετήσια reports, για τα αποτυπώματα άνθρακα που προκύπτουν από την καλλιέργειά του μέσω του προγράμματος υπολογισμού. Το report αυτό θα προκύπτει από τη χρήση του Cool Farm Tool, ή οποιουδήποτε άλλου διαπιστευμένου εργαλείου υπολογισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τις καλλιέργειες. Με τη διατήρηση αυτών των ετήσιων reports, ο παραγωγός θα μπορεί να αποδείξει τη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα που προκύπτει από την καλλιέργειά του, στο επιθυμητό ποσοστό (20%), σε βάθος πενταετίας.

Παράλληλα, ο παραγωγός χρειάζεται να διαθέσει το περιβαλλοντικό σχέδιο διαχείρισης του γεωπόνου μελετητή. Τα παραπάνω δικαιολογητικά θα αναρτώνται στο ενιαίο πληροφοριακό σύστημα. Μετά την ανάρτησή τους, τα δικαιολογητικά θα «κλειδώνονται». Με αυτόν τον τρόπο, ο παραγωγός δεν θα έχει τη δυνατότητα να επέμβει σε προηγούμενη ανάρτησή του, πλην των περιπτώσεων που θα χρειάζεται να γίνει κάποια διόρθωση, η οποία θα πραγματοποιείται έπειτα από αντίστοιχη αίτηση του παραγωγού.

Η πρώτη καταχώριση κάθε παραγωγού, που θα αφορά την τιμή βάσης για την καλλιέργειά του, δεν θα μπορεί να διορθωθεί έπειτα από την ανάρτησή της. Τα τιμολόγια λειτουργούν ως αποδεικτικά για τη χρήση των προβλεπόμενων πρακτικών από τον παραγωγό, ενώ γίνεται και εντοπισμός των αλλαγών που έκανε ο ίδιος στις καλλιεργητικές του πρακτικές για να πετύχει τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Ο έλεγχος στα τιμολόγια θα είναι δειγματοληπτικός.

Το σχέδιο περιβαλλοντικής διαχείρισης τεκμηριώνεται και επαληθεύεται από τις ενέργειες του παραγωγού, καθώς και από τις εισροές που βάζει στην καλλιέργεια, οι οποίες με τη σειρά τους επαληθεύονται από τα τιμολόγια που έχει ήδη αναρτήσει. Μέσω των ετήσιων report sheets του αποτυπώματος CO2 από την εφαρμογή υπολογισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, καθώς και των υπόλοιπων εγγράφων μπορεί να γίνεται απόδειξη ότι παρατηρήθηκε μείωση στις εκπομπές από τον εκάστοτε παραγωγό (3%-6% ετησίως), με στόχο να γίνει δυνατή η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε ποσοστό 20% σε βάθος πενταετίας.

Επιδότηση βάσει εκτάσεων και όχι παραγωγής

Η τιμή ενίσχυσης προτείνεται να αφορά τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου ανά εκτάριο καλλιέργειας και όχι ανά κιλό παραγόμενου προϊόντος, καθώς, όπως αναφέρεται, «στόχος είναι η μείωση του αποτυπώματος άνθρακα στη γεωργία, με σκοπό μετά να μπορεί να εκτιμηθεί η συνολική απόδοση του μέτρου».

Επίσης, η σταθερότητα της ενίσχυσης εντοπίζεται στην καλλιεργούμενη έκταση του παραγωγού, για την επιλεχθείσα καλλιέργεια, και όχι στα συγκεκριμένα αγροτεμάχια, δεδομένων των αλλαγών αγροτεμαχίων που μπορούν να προκύψουν κατά την εφαρμογή συστήματος αμειψισποράς.

Πώς βγαίνει η «τιμή βάσης»

Κατά το πρώτο έτος της εφαρμογής, ο παραγωγός θα υπολογίζει (μέσω της εφαρμογής) το αποτύπωμα άνθρακα για την καλλιέργειά του όπως αυτό προέκυψε από την αμέσως προηγούμενη καλλιεργητική περίοδο. Η συγκεκριμένη τιμή θα λειτουργήσει ως εξατομικευμένη τιμή βάσης για τον κάθε παραγωγό. Στη μελέτη γίνεται αναφορά σε μια ενδεικτική τιμή βάσης, όπως προέκυψε από μελέτες του εργαστηρίου Γεωργίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών για τις εξεταζόμενες καλλιέργειες.

Στόχος του παραγωγού θα είναι η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από τη δική του τιμή βάσης, που ο ίδιος έχει ορίσει από το score sheet της εφαρμογής, με την πρώτη του καταχώριση. Για τον υπολογισμό του ύψους ενίσχυσης απαιτείται, επίσης, η γνώση της μέσης καλλιεργούμενης έκτασης της κάθε καλλιέργειας. Ακόμα, συμπληρώνεται η Ακαθάριστη Αξία Παραγωγής, οι μεταβλητές δαπάνες, το κόστος χειρισμού της πλατφόρμας, το κόστος συναλλαγής, τα κόστη των εισροών της καλλιέργειας, οι αμοιβές του ξένου προσωπικού (εργατικά) και η αξία του μη αμειβόμενου προσωπικού. Τα παραπάνω συμπληρώνονται στα πεδία που αφορούν τη μέχρι τώρα παραγωγή (συμβατική). Στη συνέχεια, με τη χρήση κατάλληλων υπολογισμών, γίνεται ο ορισμός της τιμής ενίσχυσης.

Σύμφωνα με τη μελέτη, η ανάγκη για την ενίσχυση των καλλιεργειών προκύπτει μέσω των απωλειών στην παραγωγή που, με τη σειρά της, επιφέρει μείωση στην Ακαθάριστη Αξία Παραγωγής κατά την ένταξη. Επίσης, προστίθενται το κόστος συναλλαγής και το κόστος χρήσης της πλατφόρμας εκτίμησης αποτυπώματος CO2. Ακόμα, η ένταξη επιφέρει αύξηση στο κόστος των λιπασμάτων, καθώς τόσο τα παρεμποδισμένα, όσο και τα οργανικά λιπάσματα (compost, κοπριά κ.λπ.) οδηγούν σε αύξηση του κόστους των εδαφοβελτιωτικών.

Στα έξοδα φυτοπροστασίας δεν παρατηρείται αύξηση, καθώς δεν προτείνονται άμεσες αλλαγές στη χρήση φυτοπροστατευτικών σκευασμάτων, αλλά στον τρόπο εφαρμογής τους, καθώς η επίδραση του τύπου των φυτοπροστατευτικών σκευασμάτων δεν είναι μεγάλη στο αποτύπωμα CO2. Έτσι, στην προσπάθεια μείωσης χρήσης καυσίμων, θα επέλθει αύξηση στο κόστος του μη αμειβόμενου προσωπικού. Παράλληλα, με τη μείωση των εισροών αυξάνονται τα εργατικά κόστη για τη διαχείριση ζιζανίων κ.λπ.

Βαμβάκι

Με τη στρατηγική μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τις καλλιέργειες βάμβακος απαιτούνται κάποιες αλλαγές, οι οποίες, σύμφωνα με τη μελέτη, αφορούν κυρίως την καλλιεργητική πρακτική. Πιο συγκεκριμένα, θα υπάρξει αύξηση των χειρωνακτικών σκαλισμάτων, με σκοπό τη μείωση χρήσης γεωργικών μηχανημάτων, που απαιτούν καύσιμο (ντίζελ). Ακόμα, προτείνεται αλλαγή των χρησιμοποιούμενων λιπασμάτων σε νέου τύπου (με παρεμποδιστές) και οργανικά, τα οποία είναι πιο κοστοβόρα. Με τη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα από τις καλλιέργειες βάμβακος, αναμένεται μείωση της παραγωγής κατά 20%. Για να εξισορροπηθούν τα έξοδα και οι απώλειες αυτές, αλλά και να δοθεί ένα επιπλέον κίνητρο μείωσης του αποτυπώματος άνθρακα, προτείνεται μια τιμή επιδότησης, η οποία, έπειτα από υπολογισμούς, ανέρχεται στα 317 ευρώ ανά εκτάριο, ή 31,7 ευρώ ανά στρέμμα.

Βιομηχανική ντομάτα

Αντίστοιχα με το βαμβάκι, έτσι και με τις καλλιέργειες βιομηχανικής ντομάτας θα πρέπει να αυξηθούν τα χειρωνακτικά σκαλίσματα, με σκοπό τη μείωση χρήσης μηχανημάτων για την αντίστοιχη δουλειά. Επίσης, και σε αυτή την περίπτωση, το κόστος του παραγωγού αυξάνεται με την αγορά παρεμποδισμένων λιπασμάτων ή και οργανικών λιπασμάτων, τα οποία κοστίζουν περισσότερο από τα συμβατικά. Στην περίπτωση της βιομηχανικής ντομάτας, η μείωση της παραγωγής αγγίζει το 5%. Η τιμή επιδότησης, σε αυτή την περίπτωση, υπολογίστηκε στα 704 ευρώ ανά εκτάριο, ή 70,4 ευρώ ανά στρέμμα.

Κινόα

Στην περίπτωση της κινόα, κρίνεται επίσης απαραίτητη η αύξηση των χειρωνακτικών σκαλισμάτων, με σκοπό τη μείωση χρήσης καυσίμου για τα μηχανικά σκαλίσματα. Επίσης, το κόστος του παραγωγού και σε αυτή την περίπτωση αυξάνεται με τη χρήση των παρεμποδισμένων και οργανικών λιπασμάτων, δεδομένου του υψηλότερου κόστους τους. Η μείωση της παραγωγής στην καλλιέργεια της κινόα υπολογίζεται στο 20%. Το ύψος της επιδότησης στη συγκεκριμένη περίπτωση υπολογίζεται στα 422,2 ευρώ ανά εκτάριο, ή 42,22 ευρώ ανά στρέμμα.