Ποιοι αγρότες παίρνουν προβάδισμα για ένταξη στον εξωδικαστικό συμβιβασμό

Μια πιο διασταλτική ερμηνεία της εμπορικής ιδιότητας φαίνεται διατεθειμένη να υιοθετήσει η κυβέρνηση, προκειμένου να καταστεί δυνατή η ένταξη όσο το δυνατόν περισσότερων επαγγελματιών του αγροτικού χώρου στις διατάξεις του εξωδικαστικού συμβιβασμού.

Οι προσπάθειες αυτήν τη στιγμή επικεντρώνονται στο να δημιουργηθούν προϋποθέσεις ένταξης τουλάχιστον στις οργανωμένες εκμεταλλεύσεις, που απασχολούν ανθρώπινο δυναμικό και στις οποίες η αγροτική δραστηριότητα ασκείται συστηματικά, με ειδικά μηχανήματα και εγκαταστάσεις.

βουλητων Γιάννη Τσατσάκη, Άννας Στεργίου

Η απάντηση που έδωσε πρόσφατα στη Βουλή ο υπουργός Ανάπτυξης, Δημήτρης Παπαδημητρίου, σε σχετική ερώτηση του βουλευτή της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, Βασίλη Κεγκέρογλου, προκάλεσε σύγχυση και απορίες, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η πλειοψηφία των παραγωγών μένει εκτός του μηχανισμού που τίθεται σε λειτουργία στις 3 Αυγούστου. Ωστόσο, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της «ΥΧ», η υπόθεση… έχει ακόμα πολύ ψωμί, καθώς οι πιέσεις από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης αλλά και από βουλευτές της περιφέρειας, ώστε να γίνει ο νόμος πιο «δεκτικός» στους αγρότες, είναι ισχυρές και οι ζυμώσεις συνεχίζονται σε ανώτατο κυβερνητικό επίπεδο.

Τα βιβλία δεν αρκούν

Σύμφωνα με πληροφορίες, οι προσπάθειες αυτήν τη στιγμή επικεντρώνονται στο να δημιουργηθούν προϋποθέσεις ένταξης τουλάχιστον στις οργανωμένες εκμεταλλεύσεις, που απασχολούν ανθρώπινο δυναμικό και στις οποίες η αγροτική δραστηριότητα ασκείται συστηματικά, με ειδικά μηχανήματα και εγκαταστάσεις. Οι εν λόγω εκμεταλλεύσεις θεωρείται ότι μπορούν να θεμελιώσουν εμπορική ιδιότητα, άρα και πτωχευτική ικανότητα, που είναι και το κλειδί για υπαγωγή στον νέο μηχανισμό -και όχι απλώς η τήρηση βιβλίων εσόδων-εξόδων, όπως είχε αρχικά διαφανεί.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή: Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν. 4469/2017, ο εξωδικαστικός αφορά και σε φυσικά πρόσωπα, με την προϋπόθεση να συντρέχει στο πρόσωπό τους η εμπορική ιδιότητα και κατά συνέπεια και η πτωχευτική ικανότητα. Όπως επισημαίνει στην «ΥΧ» ο Άγγελος Γιουρέλης, δικηγόρος-νομικός σύμβουλος του ΙΝΚΑ Θεσσαλίας, έμπορος, κατά το άρθρο 1 του Εμπορικού Νόμου, είναι εκείνος που ασκεί εμπορικές πράξεις και σύνηθες επάγγελμα έχει την εμπορία. «Η εμπορική ιδιότητα, είτε υφιστάμενη είτε αναγόμενη στο παρελθόν, κατά το χρονικό όμως σημείο κατά το οποίο έπαυσαν οι πληρωμές, είναι η προϋπόθεση που προσδίδει πτωχευτική ικανότητα στο φυσικό πρόσωπο, επιτρέποντας την υπαγωγή του στο πεδίο εφαρμογής του 4469/2017», εξηγεί ο συνομιλητής μας και προσθέτει: «Επομένως, κριτήριο για την υπαγωγή φυσικού προσώπου στη ρύθμιση του νόμου αποτελεί η πτωχευτική του ικανότητα κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης και όχι η φύση των χρεών του, αν δηλαδή είναι εμπορικά ή αστικά, χωρίς να γίνεται διάκριση ανάμεσα σε επαγγελματικά δάνεια – αλληλόχρεους λογαριασμούς ή στεγαστικά – καταναλωτικά δάνεια».

Ο κ. Παπαδημητρίου δήλωσε ότι «εμπορική ιδιότητα θα μπορούσαν να έχουν μόνο οι αγρότες που δεν καλλιεργούν οι ίδιοι τις εκτάσεις τους, αλλά χρησιμοποιούν οργανωμένη επιχείρηση για την εκμετάλλευσή τους».
Ο κ. Παπαδημητρίου δήλωσε ότι «εμπορική ιδιότητα θα μπορούσαν να έχουν μόνο οι αγρότες που δεν καλλιεργούν οι ίδιοι τις εκτάσεις τους, αλλά χρησιμοποιούν οργανωμένη επιχείρηση για την εκμετάλλευσή τους».

Όπως μας πληροφορεί ο κ. Γιουρέλης, σύμφωνα με το άρθρο 8 του ΒΔ 2/1835, «δεν υπάγονται εις την αρμοδιότητα των εμποροδικείων και κατά ιδιοκτημόνων, γεωργών, αμπελουργών, αγωγαί περί πωλήσεως των από των κτημάτων αυτών προϊόντων, ουδέ αι κατ’ εμπόρων περί πληρωμής προϊόντων γη ή πραγματείων, ηγορεσμένων προς ιδίαν αυτών χρήσιν. Τα γραμμάτια κρίνουν όμως τα παρ’ εμπόρων υπογεγραμμένα θωρούνται ως ένεκα του εμπορίου αυτών γενόμενα, εάν άλλης τις αιτίας δεν υπάρχη ρητώς εκπεφρασμένη εις αυτά». Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 2 του ΒΔ της 2/14 Μαΐου 1835 «περί αρμοδιότητος των εμποροδικείων», «ο νόμος θεωρεί πράξεις εμπορικός τας αγοράς προϊόντων γης ή τέχνης, τας οποίας ήθελε κάμει τις είτε δια να μεταπώληση ταύτα ακατέργαστα, ως τα αγόρασεν, ή κατειργασμένα και μεταποιημένα εις χειροτεχνήματα».

Από τα παραπάνω, προκύπτει ότι, κατ’ αρχήν, η πρωτότυπη κτήση, όπως η παραγωγή προϊόντων (καρπών γης, μαλλιού, γάλακτος αγέλης) και η διάθεση αυτών, δεν εμπίπτουν στις πράξεις που συνθέτουν την εμπορική δραστηριότητα, αφού για την ύπαρξη τέτοιας δραστηριότητας απαιτείται αγορά και μεταπώληση κινητών πραγμάτων.

Τα κριτήρια

Επομένως, σύμφωνα με τον κ. Γιουρέλη, «η γεωργία και η κτηνοτροφία δεν αποτελούν αρχικά εμπορική δραστηριότητα, αφού λείπει το στοιχείο της διαμεσολάβησης. Επομένως, δεν είναι έμποροι τα πρόσωπα που ασχολούνται με την κτηνοτροφία, εφόσον βέβαια είναι οι ίδιοι παραγωγοί και πωλητές των προϊόντων της μονάδας τους. Δεν είναι εξίσου έμπορος ο κτηνοτρόφος ακόμα και αν έχει εργατικό προσωπικό, εφόσον εκτρέφει αυτοπροσώπως, πωλώντας τα προϊόντα εκτροφής».

«Για να μπορεί να προσδοθεί σε κάποιο από τα ανωτέρω πρόσωπα η εμπορική ιδιότητα, θα πρέπει η προηγούμενη δραστηριότητα να λαμβάνει χώρα συστηματικά και σε ευρεία κλίμακα, με χρήση μηχανημάτων, ειδικών εγκαταστάσεων, απασχόληση τρίτων με σκοπό –ειδικά στην περίπτωση της κτηνοτροφίας– διάθεσης στο εμπόριο με κέρδος μεγάλων ποσοτήτων γάλακτος, μαλλιού, δερμάτων, ζώων για παραγωγή κρέατος και έχει έτσι η δραστηριότητα αυτή οργάνωση κεφαλαίου και εργασίας, με την οποία γίνεται κερδοσκοπική εκμετάλλευση των υλών που αγοράζονται, των εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούνται και της εργασίας των άλλων, καθώς με τον τρόπο αυτό η εν λόγω δραστηριότητα θα είναι αντικειμενικώς εμπορική πράξη, διότι θα εμπεριέχει πλέον κατ’ ανάγκην τις εμπορικές πράξεις της επιχείρησης χειροτεχνίας, βιομηχανίας και προμήθειας», καταλήγει ο συνομιλητής μας.