Ρύζι: Στα 50 λεπτά με το καλημέρα το Ρονάλντο, έπιασαν τα 75 λεπτά οι Καρολίνες

Δυναμικό το ξεκίνημα της φετινής εμπορικής περιόδου στο ρύζι, με τις λιγοστές πράξεις που έχουν εκτελεσθεί μέχρι στιγμής να ανεβάζουν τον πήχη υψηλότερα από την περσινή, κατά γενική ομολογία, άκρως ικανοποιητική από πλευράς τιμών σεζόν.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στα μεσόσπερμα Ρονάλντο, που αντιστοιχούν σχεδόν στο 80% –και– της φετινής σοδειάς, οι πρώτες δουλειές έχουν γίνει στην περιοχή των 50 λεπτών/κιλό, ενώ ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η εκκίνηση στις δυσεύρετες, αλλά περιζήτητες από τους εγχώριους μύλους Καρολίνες, οι οποίες έχουν ήδη πιάσει τα 75 λεπτά.

Την ίδια στιγμή, τα 40 λεπτά στα οποία έχουν φύγει οι πρώτες ποσότητες των μακρύσπερμων Bonnet υπολείπονται μεν των 47 λεπτών με τα οποία άνοιξε η αυλαία της περσινής σεζόν, δεν παύουν όμως να συνιστούν μια λογική, όπως αναφέρουν οι συνεταιριστές, τιμή – πολύ περισσότερο αν λάβει κανείς υπόψη του ότι στο συγκεκριμένο είδος είναι πολύ έντονος ο ανταγωνισμός από τις τριτοχωρικές και δη τις ασιατικές εισαγωγές.

Από το νέο έτος οι Τούρκοι

Μέχρι στιγμής, εκτιμάται ότι έχει πωληθεί περί το 15% της φετινής ελληνικής παραγωγής και, καθώς πλησιάζουμε στο τέλος του φορολογικού έτους, οι πωλήσεις πραγματοποιούνται με φειδώ από τους παραγωγούς.

Ωστόσο, αρκούν για να καλύψουν τη ζήτηση, δεδομένου ότι οι Τούρκοι, κύριοι αγοραστές του ελληνικού ρυζιού, δεν έχουν κάνει ακόμα την εμφάνισή τους. Αυτό αναμένεται να αλλάξει από τις αρχές της νέας χρονιάς και αφού στο μεταξύ έχουν αρθεί οι εισαγωγικοί τους δασμοί.

«Είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό ότι, εν τη απουσία των Τούρκων, οι τιμές παραμένουν στα επίπεδα αυτά. Λογικά το δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου θα εντείνουν το ενδιαφέρον τους. Αυτήν τη στιγμή, η ζήτηση η οποία προέρχεται κυρίως από τους εγχώριους ορυζόμυλους ‘‘ισοφαρίζει’’ την πώληση, οπότε όλοι είναι ικανοποιημένοι», σχολιάζει στην «ΥΧ» ο επικεφαλής της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ρυζιού και πρόεδρος του Συνεταιρισμού Α’ Χαλάστρας, Χρήστος Γκατζάρας. «Τα 50 λεπτά στο έμφλοιο μεσόσπερμο ρύζι είναι μια πολύ καλή τιμή, όπως και τα 73 λεπτά που πληρώνονται οι Καρολίνες, για τις οποίες μάλιστα είχαμε και κάποιες πράξεις, για μικρές βέβαια ποσότητες, στα 75 λεπτά», συμπληρώνει.

«Στα τελειώματα του αλωνισμού, κάναμε μια πράξη στα 49 λεπτά στο Ronaldo, ενώ πρόσφατα κλείσαμε άλλη μια δουλειά στα 50 λεπτά», σημειώνει, από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Συνεταιρισμού Β’ Χαλάστρας, Βασίλης Κουκουρίκης. Στα μακρύσπερμα, όπως προσθέτει ο ίδιος για τις Καρολίνες, οι πρώτες κουβέντες περιστρέφονταν γύρω από τα 70 λεπτά, ωστόσο, πολύ γρήγορα, λόγω και της έλλειψής τους, οι τιμές σκαρφάλωσαν στα 73-75 λεπτά.

Σύμφωνα με τον συνομιλητή μας, οι συνολικές διαθέσιμες ποσότητες για τον συγκεκριμένο τύπο ρυζιού που, ως γνωστόν, κατευθύνεται αποκλειστικά στην εγχώρια αγορά, δεν ξεπερνούν τους 2.500 τόνους πανελλαδικά. Υπενθυμίζεται ότι, όπως είχε γράψει σε σχετικά αποκλειστικά ρεπορτάζ η «ΥΧ», οι προσπάθειες για να «αναβιώσει» η συμβολαιακή καλλιέργεια της Καρολίνας την προηγούμενη καλλιεργητική σεζόν ναυάγησαν, καθώς δεν βρέθηκε κοινός τόπος στις διαπραγματεύσεις μεταξύ συνεταιρισμών και μύλων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, αν και οι εκτάσεις έμειναν ουσιαστικά αμετάβλητες, η συνολική παραγωγή ρυζιού της χώρας μας για το 2023 εκτιμάται ότι είναι μειωμένη κατά τουλάχιστον 10% σε σύγκριση με την περσινή λόγω των χαμηλότερων στρεμματικών αποδόσεων. Σύμφωνα με τον κ. Κουκουρίκη, αυτό οφείλεται αφενός στην οψιμότητα της σοδειάς (καθώς, λόγω της κακοκαιρίας της άνοιξης, οι σπορές έγιναν στα τέλη Μαΐου) αφετέρου στις συνθήκες καύσωνα που επικράτησαν για ένα διάστημα 10-15 ημερών το καλοκαίρι.

Προς αύξηση στρεμμάτων το 2024

Το ενδιαφέρον είναι ότι, αν και απέχουμε ακόμα αρκετά από την επόμενη καλλιεργητική σεζόν, έχει ήδη αρχίσει να εκδηλώνεται ισχυρό ενδιαφέρον για το ρύζι, το οποίο εκτιμάται ότι θα «κερδίσει» στρέμματα από καλλιέργειες, όπως το καλαμπόκι και το βαμβάκι, που, σε επίπεδο οικονομικών απολαβών, έχουν απογοητεύσει ουκ ολίγους παραγωγούς.

«Πράγματι, διαφαίνεται μια τάση αύξησης των στρεμμάτων», υπογραμμίζει ο πρόεδρος της ΕΑΣ Θεσσαλονίκης, Χρήστος Τσιχήτας, καθώς το ρύζι είναι από τα λιγοστά αγροτικά προϊόντα που έχουν καταφέρει να συντηρήσουν το μομέντουμ των υψηλών τιμών. «Εφόσον (σ.σ. οι τιμές) παραμείνουν στα επίπεδα αυτά, όπως όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν αυτήν τη στιγμή, το πιθανότερο είναι το ενδιαφέρον των παραγωγών να αποτυπωθεί έμπρακτα στις σπορές της άνοιξης», προσθέτει ο ίδιος.

Ψηλά οι τιμές παγκοσμίως έως το 2025

Η ανοδική πορεία των τιμών του ελληνικού ρυζιού οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις καιρικές αντιξοότητες που αντιμετώπισαν την τελευταία διετία ευρωπαϊκές ορυζοπαραγωγικές χώρες, όπως η Ιταλία και η Ισπανία, προφανώς όμως δεν είναι άσχετη και με την παγκόσμια συνθήκη που έχει διαμορφωθεί για το προϊόν.

Στις τελευταίες της προβλέψεις για τις «Προοπτικές των εμπορευμάτων», η Παγκόσμια Τράπεζα εκφράζει την εκτίμηση ότι οι τιμές του ρυζιού διεθνώς θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα τουλάχιστον μέχρι το 2025 λόγω ενός συνδυασμού κλιματικών (φαινόμενο El Nino στην Ασία) και πολιτικών παραγόντων (περιορισμοί στις εξαγωγές από μεγάλες παραγωγικές χώρες).

Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, οι τιμές του ρυζιού ενισχύθηκαν το 2023 κατά 28% σε σύγκριση με πέρυσι, ενώ μια ακόμα αύξηση, της τάξης του 6%, αναμένεται για το 2024. Μόνο στο τρίτο τρίμηνο της χρονιάς, που ολοκληρώνεται σε λιγότερο από ένα δεκαήμερο, οι τιμές σημείωσαν άνοδο 18% στον απόηχο του απαγορευτικού στις εξαγωγές που ανακοίνωσε η Ινδία, μεγαλύτερος εξαγωγέας ρυζιού στον κόσμο με μερίδιο άνω του 40% στο παγκόσμιο εμπόριο.

Σημειωτέον ότι διατήρηση των τιμών του ρυζιού σε υψηλά επίπεδα στον βραχυπρόθεσμο τουλάχιστον ορίζοντα προέβλεπε και η Agrino στις οικονομικές καταστάσεις του 2022, που έδωσε τον φετινό Οκτώβριο στη δημοσιότητα. Όπως σημείωνε η διοίκηση της εταιρείας, στην αγορά του ρυζιού «παρατηρείται παγκόσμια έλλειψη, η μεγαλύτερη των τελευταίων 20 ετών» που, σε συνδυασμό με τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, τη λειψυδρία και την ξηρασία σε χώρες όπως η Ισπανία και η Ιταλία, προβλέπεται να «διατηρήσει τις τιμές σε υψηλά επίπεδα».

 

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Υπαιθρος Χώρα»
που κυκλοφόρησε την Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 2023