Συμφέρει τα κλωστήρια να εμπορευθούν αντί να κάνουν νήμα το βαμβάκι

Πάνω από τα 130 σεντς οι τιμές Δεκεμβρίου στο χρηματιστήριο, έπιασαν το 1 ευρώ οι προπωλήσεις

των Μαρίας Αμπατζή, Γιάννη Τσατσάκη

Στο 1 ευρώ/κιλό κυμαίνονται αυτό το διάστημα οι προπωλήσεις του σύσπορου επόμενης σοδειάς, με τις τιμές που προσφέρουν τα εγχώρια εκκοκκιστήρια να ακολουθούν την πορεία του χρηματιστηρίου, στο οποίο τα συμβόλαια Δεκεμβρίου έχουν πλέον ξεπεράσει τα 130 σεντς/λίμπρα.

Η τελευταία και πολυαναμενόμενη έκθεση προσφοράς-ζήτησης του USDA (Μάιος 2022) έδωσε νέα ώθηση στη χρηματιστηριακή αγορά, καθώς, στις πρώτες προβλέψεις για το 2022/2023, αναθεώρησε πτωτικά την αμερικανική παραγωγή κατά 1 εκατ. μπάλες (κάτι λιγότερο από 218.000 τόνους).

Παραμένει στεγνό το Τέξας

Η αναπροσαρμογή οφείλεται βέβαια στις καιρικές συνθήκες που επικρατούν στη ζώνη του Τέξας, όπου παράγεται σχεδόν το μισό αμερικανικό βαμβάκι. «Παρουσιάζει ένα από τα υψηλότερα επίπεδα ξηρασίας και οι βροχές της προηγούμενης εβδομάδας ωφέλησαν ελάχιστα», σχολιάζει στην «ΥΧ» ο αντιπρόσωπος-αγοραστής εκκοκκισμένου βάμβακος, Δημήτρης Μαδιανός. Οι επόμενες τρεις εβδομάδες θα είναι καθοριστικές για την καλλιέργεια, ωστόσο, με τα σημερινά δεδομένα, το USDA αναμένει οι συγκομιζόμενες εκτάσεις να μειωθούν στα 37 εκατ. στρέμματα, δηλαδή περίπου 4 εκατ. στρέμματα κάτω από εκείνες του 2021.

Τα νούμερα αυτά «βάρυναν» περισσότερο από την αναθεώρηση προς τα πάνω κατά 2,6 εκατ. δέματα της παγκόσμιας παραγωγής, τη στιγμή που η κατανάλωση αναθεωρήθηκε πτωτικά κατά 954.000 δέματα, παραμένοντας ωστόσο πολύ ψηλά, στα 122 εκατ. δέματα. Στο μεταξύ, τα συμβόλαια Ιουλίου (που αφορούν την προηγούμενη σοδειά) κινούνται πάνω από τα 150 σεντς/λίμπρα, απέχοντας περί τα 18 σεντς από εκείνα του Δεκεμβρίου (νέα σοδειά).

Όπως σημειώνει ο κ. Μαδιανός, «αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχουν αρκετά διαθέσιμα βαμβάκια. Αυτό που τραβάει την αγορά προς τα πάνω δεν είναι τόσο η ζήτηση, αλλά κυρίως το ότι υπάρχουν πάρα πολλά βαμβάκια αγορασμένα από κλωστήρια, των οποίων οι τιμές δεν έχουν ακόμα φιξαριστεί, κυρίως γιατί περιμένουν εδώ και έναν χρόνο ότι η αγορά θα διορθώσει, κάτι που όμως δεν έχει συμβεί».

Ανταγωνισμός από τις συνθετικές ίνες

Το πού θα κινηθεί τιμολογιακά η νέα σοδειά σαφώς και επηρεάζεται από τον πολύ αυξημένο πληθωρισμό, τον πόλεμο και την ενεργειακή κρίση. Ήδη, κάποιοι αναλυτές θεωρούν ότι οι παράγοντες αυτοί αναπόφευκτα θα «γράψουν» στην κατανάλωση ότι ακόμα και τα 122 εκατ. δέματα που προβλέπει το USDA είναι αρκετά αισιόδοξο νούμερο.

Ο κ. Μαδιανός, από την πλευρά του, εκτιμά ότι δύσκολα θα παραμείνουν για πολύ καιρό σε αυτά τα πολύ υψηλά επίπεδα οι τιμές. «Τα περισσότερα κλωστήρια σε επίπεδα άνω των 120 σεντς/λίμπρα δεν έχουν περιθώρια κέρδους. Πρόσφατα, κλώστης μού μετέφερε ότι είναι πιο συμφέρον για τον ίδιο να εμπορευθεί το βαμβάκι που του έμεινε, παρά να το κάνει νήμα». Ο συνομιλητής μας προσθέτει ότι όσο το βαμβάκι είναι τόσο ακριβό, οι συνθετικές ίνες γίνονται ακόμα πιο ανταγωνιστικές. «Οι τιμές λογικά θα πρέπει να κατέβουν, ώστε να επέλθει κάποια ισορροπία, διαφορετικά το βαμβάκι θα χάσει μερίδιο στην αγορά της ίνας», εξηγεί.

Για την ώρα, πάντως, κι εφόσον τα funds δεν ρευστοποιήσουν τις θέσεις τους, αυτά τα περίπου 5,5 εκατ. δέματα που εκτιμάται ότι έχουν αγοραστεί από τα κλωστήρια και δεν έχουν ακόμα τιμολογηθεί, αναμένεται να συνεχίσουν να στηρίζουν τις χρηματιστηριακές τιμές, κάτι που σημαίνει ότι δεν αποκλείεται να δούμε νέα υψηλά το αμέσως επόμενο διάστημα.

Συνετή χρήση των προαγορών

Σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Βάμβακος (ΔΟΒ), Νίκο Κουρκούτα, οι πρωτόγνωρα υψηλές χρηματιστηριακές τιμές, πέραν των των εξελίξεων γύρω από την αμερικανική παραγωγή, οφείλονται και στην καλή ισοτιμία ευρώ/δολαρίου, ενώ για το υψηλό πριμ επί της χρηματιστηριακής τιμής που λαμβάνει το ελληνικό βαμβάκι, πολύ σημαντικό ρόλο παίζουν επίσης η γεωγραφική θέση της χώρας μας και η αναγνωρισιμότητά του, κάτι στο οποίο έχουν συμβάλει σε μεγάλο βαθμό οι πρωτοβουλίες της ΔΟΒ.

Ο ίδιος προσθέτει ότι και ο βαμβακόσπορος «απολαμβάνει» υψηλές τιμές. Η συμβουλή του προς τους παραγωγούς είναι να προσέξουν πολύ την καλλιέργεια, παρά το αυξημένο κόστος παραγωγής. «Χρειάζεται συνετή χρήση της προπώλησης σε συνεργασία με τις εκκοκκιστικές επιχειρήσεις. Να κλείνουν σταδιακά ποσότητες ώστε να πετύχουν έναν καλό μέσο όρο της παραγωγής, προπωλώντας μέρος αυτής», καταλήγει.