Σύμμαχος της μέλισσας η βιολογική καλλιέργεια

Αρκετές έρευνες έχουν διεξαχθεί για τη σχέση μεταξύ βιολογικής γεωργίας και μελισσών, όμως, εκείνοι που πρώτοι απέδειξαν πρόσφατα ότι η βιολογική καλλιέργεια ωφελεί τις αποικίες μελισσών, ειδικότερα σε περιόδους μειωμένης τροφής, είναι μία ομάδα ερευνητών των γαλλικών CNRS (Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών), INRA (Εθνικό Ινστιτούτο Αγρονομικών Ερευνών) και του Πανεπιστημίου La Rochelle.

Μετά από συλλογή δεδομένων και αναλύσεις που ανταποκρίνονται σε διάστημα εξαετίας, μέσω ενός συστήματος παρακολούθησης αποικιών σε 180 κυψέλες στη δυτικο-κεντρική Γαλλία, διαπίστωσαν ότι όσες βρίσκονταν εντός βιολογικών συστημάτων διέθεταν κατά 37% περισσότερους γόνους, 20% περισσότερες ενήλικες μέλισσες και είχαν κατά 53% μεγαλύτερη παραγωγή μελιού, εν συγκρίσει με εκείνες που βρίσκονταν εντός συμβατικών συστημάτων.

Βάσει των ευρημάτων, η βιολογική γεωργία φαίνεται ότι μπορεί να αμβλύνει τις αρνητικές επιπτώσεις των εντατικών συστημάτων και να αυξήσει τη δυνατότητα επιβίωσης των μελισσών. Ο πολύτιμος ρόλος τους ως επικονιαστές συχνά παρεμποδίζεται σε περιοχές εντατικά καλλιεργούμενες, ειδικότερα κατά τους μήνες Μάιο και Ιούνιο, όπου η διάθεση λουλουδιών περιορίζεται και καλλιέργειες όπως η ελαιοκράμβη και ο ηλίανθος δεν έχουν ανθίσει.

Έτσι, συλλογή γύρης, παραγωγή μελιού αλλά και ανάπτυξη αποικιών επιβραδύνουν, μία επιβράδυνση, όμως, που μπορεί να περιοριστεί από τη βιολογική γεωργία. Περιοχές βιολογικά καλλιεργούμενες μπορούν να προσφέρουν στις εξημερωμένες μέλισσες περισσότερους πόρους, ιδίως λόγω της αυτοφυούς βλάστησης, αλλά και μοναδικά αποτελέσματα στον πληθυσμό τους, αναφέρει.

Η αύξηση των γόνων, που προορίζονται για νέες εργάτριες, μπορεί να είναι το αποτέλεσμα ευρύτερης ποικιλίας πηγών γύρης ή χαμηλότερης θνησιμότητας από την τοπική εφαρμογή φυτοφαρμάκων, εξηγεί. Την ίδια στιγμή, η αύξηση των αποθεμάτων μελιού μπορεί να αντικατοπτρίζει σε μεγαλύτερο βαθμό -και έκταση- τη διαθεσιμότητα μελιτοφόρου χλωρίδας ως προς την έκταση που καλύπτουν οι μέλισσες αναζητώντας τροφή (1-3 χιλιόμετρα σε ζώνες μεγάλων καλλιεργούμενων εκτάσεων).

Η μελέτη χρησιμοποίησε ένα μοναδικό σύστημα παρακολούθησης αποικιών, το Ecobee των INRA και CNRS, το οποίο χρησιμοποιεί ετήσια δεδομένα από 50 πειραματικές κυψέλες στη Νοτιοδυτική Γαλλία για να μετρήσει τις επιπτώσεις γεωργικών πρακτικών.