Συνεταιριστικά σχολεία: Το αγγλικό «success story» και η χαμένη ελληνική ευκαιρία

Συνεταιριστικά σχολεία: Το αγγλικό «success story» και η χαμένη ελληνική ευκαιρία

Το μοντέλο του συνεταιριστικού σχολείου δεν είναι διαδεδομένο στη χώρα μας. Αν και κάποια υφίστανται, συνολικά ο αριθμός τους είναι μικρός, εμποδίζοντας την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων για τον αντίκτυπό τους στην κοινωνία. Την ίδια στιγμή, στην Αγγλία, ύστερα από μια δεκαετία διαρκούς άνθισης, η πορεία του τομέα της συνεταιριστικής εκπαίδευσης έχει υποχρεώσει αρκετούς να κάνουν λόγο για μια αξιομνημόνευτη επιτυχία που αγγίζει το σύνολο του βρετανικού συνεταιριστικού κινήματος.

Εντός του προαναφερθέντος χρονικού φάσματος, στην αγγλική επικράτεια (όπου βρίσκεται το 80% των σχολείων του Ηνωμένου Βασιλείου) ξεκίνησε κάτι που πλέον χαρακτηρίζεται ως «σιωπηρή επανάσταση», με τη δημιουργία πάνω από 700 σχολείων ως συνεταιρισμών πολλών ενδιαφερομένων μερών. Θεωρητικά, οι συνθήκες άνθισης αυτών των ιδιότυπων κοοπερατίβων του εκπαιδευτικού τομέα δεν ήταν οι ιδανικές, δεδομένου του ταχέως μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος στην παιδεία τη συγκεκριμένη περίοδο, με πληθώρα πολιτικών ελιγμών και με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης να καιροφυλακτούν, απρόθυμα να συγχωρήσουν την παραμικρή παραφωνία. Κόντρα σε κάθε πρόβλεψη όμως, η γενναία αυτή πρωτοβουλία απέδωσε καρπούς, προσφέροντας άφθονα παιδαγωγικά και κοινωνικά οφέλη. Συνιστά, έτσι, μια εναλλακτική λύση που έρχεται να αμφισβητήσει τα κυρίαρχα νεοφιλελεύθερα μοντέλα.

Οι δυναμικές κυβερνητικές επεμβάσεις και εφαρμογές αλλαγών στο βρετανικό εκπαιδευτικό σύστημα χρονολογούνται από τη δεκαετία του ’80, όμως το σημείο καμπής δεν ήταν άλλο από τον εκπαιδευτικό νόμο του 2002, που χορήγησε περισσότερες ελευθερίες στα σχολεία σχετικά με τη διαχείριση των υποθέσεών τους, σε συνδυασμό με την ικανότητα να ελέγχουν το 85% του προϋπολογισμού τους και την ταυτόχρονη ελάττωση του ρόλου των τοπικών αρχών. Ο νόμος άνοιξε επίσης τον δρόμο για αμεσότερη ανάμειξη του ιδιωτικού τομέα στις κρατικές παροχές. Ενισχύθηκε, έτσι, η ποικιλία στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με την ανάπτυξη νέων τύπων ειδικών σχολείων για μαθητές 11-18 ετών. Ανάμεσα σε αυτές τις αλλαγές νομικού χαρακτήρα διαφάνηκε το πρόσφορο έδαφος για την ανάληψη της συνεταιριστικής πρωτοβουλίας.

Ποια ήταν όμως η κινητήριος δύναμη που έδωσε στην έννοια του «συνεταιρίζεσθαι» τη σημερινή της θέση; Από τις τάξεις των σχολικών ηγεσιών διατυπώνεται η άποψη ότι οι δομές συνεργασίας είναι βαθιά ριζωμένες στην κοινωνία, αντηχώντας το φάσμα αξιών που την διέπει, και πολύ περισσότερο, κομίζεται μια νότα αλλαγής σε ένα αμιγώς εμπορευματοποιημένο σύστημα εκπαίδευσης, το οποίο μοιάζει να έχει εξελιχθεί σε «επιχείρηση». Ίσως αυτός είναι και ο λόγος που το «ρεύμα» των συνεταιριστικών σχολών λογίζεται πλέον ως ένα από τα πιο ισχυρά στην Αγγλία, καθώς μόνο τα δύο επικρατέστερα θρησκευτικά δόγματα της χώρας (Εκκλησία της Αγγλίας, Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία) διατηρούν υπό τη σκέπη τους μεγαλύτερο αριθμό σχολικών μονάδων.

Από εδώ και στο εξής, το στοίχημα για το συνεταιριστικό κίνημα έγκειται στη μετάφραση του αρχικού ενθουσιασμού και του αισθήματος αμοιβαιότητας, σε συνεταιριστικά σχολεία ή σχολές έτοιμες να αντιμετωπίσουν κάθε είδους πρόκληση. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω της ανάπτυξης τοπικών, περιφερειακών και εθνικών δικτύων που θα αποδείξουν ότι η συνεργασία, σε αντίθεση με τις ανταγωνιστικές τάσεις, είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος διασφάλισης της αειφορίας όσον αφορά την ανάπτυξη του εκπαιδευτικού ιδρύματος, αλλά και παροχής υψηλής ποιότητας εκπαίδευσης, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για τα επιτεύγματα των μαθητών. Εάν τα παραπάνω συνδυαστούν με τη διαφύλαξη των δημοκρατικών διαδικασιών, μέσω της λογοδοσίας στα ενδιαφερόμενα μέρη και την τοπική κοινωνία, το «success story» αναμένεται να έχει εξίσου λαμπρή συνέχεια.

Κι ενώ στην Αγγλία τόλμησαν και… ανταμείφθηκαν, η ελληνική πραγματικότητα απέχει έτη φωτός. Καθώς η απουσία πρωτοβουλίας είναι έτσι κι αλλιώς εμφανής, οι σποραδικές ευκαιρίες μοιραία περνούν αναξιοποίητες.

Ο αγροτικός τομέας δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση στον θλιβερό κανόνα. Μια τέτοια περίπτωση είναι αυτή της συνεταιριστικής σχολής της ΠΑΣΕΓΕΣ. Το δημόσιο τής παραχώρησε έκταση προκειμένου -με κρατικό κεφάλαιο- να ανεγερθεί εκπαιδευτική μονάδα, η οποία όμως έμεινε ανεκμετάλλευτη και τώρα έχει νοικιαστεί στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Έτσι, για μια ακόμα φορά διαπιστώνουμε ότι το βραχυπρόθεσμο συμφέρον επικράτησε του μακροπρόθεσμου. Την ίδια στιγμή, το παράδειγμα της Αγγλίας υπενθυμίζει ότι είναι πλέον καιρός να καμφθούν οι αναστολές και να αρθεί η ολιγωρία εντός των συνόρων.