«The Net» (2016) – Ο Κορεάτης ψαράς που παγιδεύτηκε στα «δίχτυα» δύο αντίπαλων καθεστώτων

Σε μια περίοδο κατά την οποία τα σκληρά σύνορα μεταξύ Βόρειας και Νότιας Κορέας βρίσκονται ξανά στην επικαιρότητα (σ.σ. το συμβάν της 18ης Ιουλίου με πρωταγωνιστή έναν Αμερικανό στρατιώτη που μεταπήδησε στην άλλη πλευρά), η ταινία του Κιμ Κι-Ντουκ συνεχίζει να προβάλλεται στην ελεύθερη ψηφιακή πλατφόρμα του ERTFLIX μέχρι τις 8 Αυγούστου.

Η πρόσφατη είδηση για τον Αμερικανό πολίτη που διέσχισε με τη θέλησή του και χωρίς άδεια τη συνοριακή γραμμή που χωρίζει τη Βόρεια από τη Νότια Κορέα, περνώντας εντός της Λαϊκής Δημοκρατίας και τελώντας έκτοτε υπό κράτηση, φέρνει ξανά στο προσκήνιο της επικαιρότητας τα σκληρά και ασφυκτικά φρουρούμενα σύνορα μεταξύ των δύο χωρών.

Ο λόγος για την περιβόητη Κοινή Περιοχή Ασφάλειας (JSA) της αποστρατιωτικοποιημένης ζώνης (DMZ), εντός της οποίας βρίσκεται το συνοριακό χωριό Panmunjom, όπου δύο εντελώς διαφορετικοί κόσμοι έρχονται μετωπικά αντιμέτωποι. Ένα ζωντανό απομεινάρι του Ψυχρού Πολέμου, που κάποιοι δεν έχουν διστάσει να αψηφήσουν και να υπερβούν! Εάν αφήσουμε στην άκρη τα εκάστοτε κίνητρα, το συμβάν της 18ης Ιουλίου με πρωταγωνιστή τον 23χρονο Αφροαμερικανό στρατιώτη Τράβις Κινγκ παραπέμπει κάπως, έστω και με αντεστραμμένους όρους, στο σενάριο του «The Net».

«Το Δίχτυ» («Geumul» / «The Net», 2016), ένα από τα τελευταία έργα της πολυβραβευμένης καριέρας του σημαντικού Νοτιοκορεάτη σκηνοθέτη Κιμ Κι-Ντουκ (1960-2020), είναι μια πολύ λιγότερο καλλιτεχνικά φιλτραρισμένη ιστορία σε σύγκριση με προσπάθειες που του χάρισαν διεθνή φήμη, όπως τα «Άνοιξη, καλοκαίρι, φθινόπωρο, χειμώνας… και άνοιξη» (2003) και «Ολομόναχοι Μαζί» (2004). Η ταινία αφηγείται με αμετάκλητα ρεαλιστικό και ευθύ τρόπο την ιστορία ενός φτωχού ψαρά από τη Βόρεια Κορέα, ο οποίος παγιδεύεται στα «δίχτυα» των δύο αντίπαλων καθεστώτων που συνθέτουν την έκρυθμη γειτονία της Κορεατικής Χερσονήσου: Από τη μια πλευρά της πατρίδας του, της κομμουνιστικής, στρατιωτικοποιημένης και αγροτικής Βόρειας Κορέας, και από την άλλη της δημοκρατικής, αστικοποιημένης και κοσμικής Νότιας.

«Αιχμάλωτος» στη Ν. Κορέα

Η ζωή του πρωταγωνιστή Ναμ Τσουλ-γου (Ρίο Σέουνγκ-Μπουμ) ανατρέπεται ριζικά μέσα σε λίγα λεπτά, όταν ένα πρωινό, ανάμεσα στην καθιερωμένη ρουτίνα της βιοποριστικής του απασχόλησης, το δίχτυ του πιάνεται στη μηχανή της βάρκας του, με αποτέλεσμα εκείνη να παρασυρθεί στα ύδατα της Νότιας Κορέας. Στην «ελεύθερη» πλέον πλευρά της χερσονήσου, ο Ναμ θα βιώσει έναν πραγματικό Γολγοθά, μπαίνοντας στο μικροσκόπιο των εκεί υπηρεσιών εθνικής ασφάλειας.

Ένας αυταρχικός αξιωματικός θα χρησιμοποιήσει τις πιο αθέμιτες πρακτικές για να τον χρίσει κατάσκοπο του καθεστώτος της Πιονγιάνγκ, ενώ τα υψηλόβαθμα στελέχη θα θέσουν επί τάπητος την πιο «ανθρωπιστική» λύση της αποστασίας και της αυτομόλησης του ψαρά στο δημοκρατικό έθνος, την ώρα που η οικογένεια του τελευταίου παραμένει υπό άτυπο καθεστώς «ομηρίας» στην αντίπερα όχθη. Μέσα σε όλο αυτό το «κουκλοθέατρο», όπου τα κέντρα εξουσίας προσπαθούν να επηρεάσουν την ελεύθερη βούληση του Ναμ, ελάχιστες θα είναι οι φωνές λογικής και ενσυναίσθησης που θα τείνουν ειλικρινή χείρα βοηθείας προς εκείνον.

Ο ταπεινός βαρκάρης ισορροπεί σε τεντωμένο σχοινί. Από τη μια πλευρά, η απεγνωσμένη ανάγκη να ζήσει την οικογένειά του με τα πενιχρά του μέσα τον έχει ωθήσει έστω και άθελά του στο να βγει εκτός της αυστηρώς οριοθετημένης γραμμής που έχουν θέσει οι Βορειοκορεάτες καθεστωτικοί (σ.σ. η απόφαση να μην εγκαταλείψει την ακυβέρνητη βάρκα του –το μοναδικό μέσο διαβίωσής του– και να συνεχίσει μαζί της, αντί να επιστρέψει κολυμπώντας στη βορεοκορεατική όχθη). Από την άλλη, η σχολαστική προσήλωση στις αξίες και η μη κάμψη από τα φανταχτερά καπιταλιστικά θέλγητρα τον μετατρέπουν σε εξίσου δυσεπίλυτο πρόβλημα για τους Νοτιοκορεάτες. Όπως θα προκύψει, οι πιο βολικές λύσεις είναι είτε να υπογράψει εκβιαστικά την ομολογία του ως κατάσκοπος, είτε, εφόσον μοιάζει ξεκάθαρα αθώος, να λιποτακτήσει και να αποτελέσει σημείο αναφοράς για τη νοτιοκορεατική προπαγάνδα (σ.σ. το αφήγημα του «σωτήρα» των σκλάβων της βορειοκορεατικής δικτατορίας που προωθεί η Σεούλ). Τελικά, εκείνος μένει απόλυτα πιστός στο βορειοκορεατικό «δόγμα», απογοητεύοντας τους επίδοξους «απελευθερωτές» του.

Ξένος στην ίδια του τη χώρα

Έπειτα από πολλές περιπέτειες, ο Ναμ επιστρέφει μετά τιμών στην πατρίδα του, μόνο και μόνο για να δει το μαρτύριό του να κλιμακώνεται εφιαλτικά. Η εκεί εξουσία και οι αμείλικτοι, διεφθαρμένοι τοπικοί λειτουργοί της τον αντιμετωπίζουν με ακόμη μεγαλύτερη δυσπιστία, ως πιθανό προδότη ή απλά κομιστή των δυτικών τρόπων και επιμολυντή της κουλτούρας της Βόρειας Κορέας. Ξεκινά έτσι ένα νέο γαϊτανάκι ανεπίσημων ανακρίσεων, ψυχολογικής βίας και σαδιστικών βασανιστηρίων, το οποίο θα εξαντλήσει τις αντοχές του δύσμοιρου ψαρά, οδηγώντας τον σε μια «ενεργητική παραίτηση» από τη ζωή.

Το μαρτυρικό μονοπάτι του ξεσκεπάζει καφκικά όλη την εξουσιαστική και ανθρωποκτόνο σαπίλα που κρύβεται κάτω από κάθε επίφαση πολιτισμού, ελευθερίας ή λαϊκής κυριαρχίας που ευαγγελίζονται οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές για τη χώρα τους. Εκείνος, ένας αγράμματος βιοπαλαιστής, θα αποκτήσει ηθικό ανάστημα δυσθεώρητου ύψους μπροστά στη σκοτεινή δύναμη της εξουσίας να χειραγωγεί, να καταδυναστεύει, να εκμηδενίζει με κεκαλυμμένο ή απροκάλυπτο τρόπο τα δικαιώματα και την αυτοδιάθεση του ατόμου και να προσαρμόζει ετσιθελικά τον πολίτη στο αφήγημά της.

Κάπως έτσι, το «The Net» μετατρέπει τη μια κρατική εξουσία σε καθρέφτη της άλλης, ακόμη και αν ανάμεσα στις δύο παρεμβάλλεται τεράστιο πολιτισμικό χάσμα (σ.σ. από τη μια, η καπιταλιστική ευδαιμονία που ενθαρρύνει την ψυχοπαθολογία της απληστίας και της αποξένωσης και, από την άλλη, η πλήρης ανελευθερία και στέρηση).

Αυτό που μένει, εντέλει, ως πικρή γεύση από την ιστορία του Ναμ είναι το παράπονο για το άγαρμπο τσαλαπάτημα ενός ανθρώπου με ανεπτυγμένο αξιακό κώδικα. Ενός ανθρώπου που δεν ανέχεται να προδώσει την πατρίδα και την οικογένειά του, όπως τον παροτρύνει το καθεστώς της Νότιας Κορέας, αλλά ούτε και να συμβιβαστεί με τη σιωπηλή καταδίκη-εξάλειψη που του επιβάλλει εκείνο της Βόρειας (σ.σ. ο αποκλεισμός του από την αλιευτική δραστηριότητα).

«Το Δίχτυ» αποτυπώνει, λοιπόν, το πώς ένας καθημερινός άνθρωπος του μόχθου μπορεί και τις περισσότερες φορές είναι πολύ πιο γνήσιος και ενάρετος από τις στομφώδεις διακηρύξεις των εξουσιαστών του, καταλήγοντας τελικά εγκλωβισμένος στα δαιδαλώδη γρανάζια μιας τερατώδους μηχανής χωρίς καμία απολύτως έξοδο διαφυγής.