Με όχημα τις τοπικές ποικιλίες φορτσάρουν οι νησιωτικές οινοποιίες

Μεγάλη ανάπτυξη παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια η οινοπαραγωγή στα νησιά του Αιγαίου, κάτι που αποτυπώνεται με τα νέα οινοποιεία που δημιουργούνται ακόμα και σε μικρά Κυκλαδονήσια, όπως η Σίκινος.
Το ενδιαφέρον, μάλιστα, έγκειται στο ότι η νησιωτική αμπελουργία βασίζεται σε γηγενείς, σπάνιες και εν πολλοίς άγνωστες ποικιλίες, οι οποίες όμως αντιμετωπίζονται πλέον με ποιοτικά κριτήρια, εφόσον το τελικό προϊόν απευθύνεται στις ξένες αγορές.
«Υπάρχει αύξηση στις εκτάσεις που καλλιεργούνται στα νησιά, ενώ είναι ολοφάνερο ότι υπάρχει μια δυναμική που φέρνει και αύξηση των θέσεων εργασίας», τονίζει στην «ΥΧ» η πρόεδρος της Ένωσης Οινοπαραγωγών Βορείου και Νοτίου Αιγαίου, Μαίρη Τριανταφυλλοπούλου, που διαθέτει δικό της οινοποιείο στην Κω. Τη συναντήσαμε στην έκθεση για τα οινοποιεία του Αιγαίου (Βόρειου και Νότιου) που διοργανώθηκε πρόσφατα στην Αίγλη Ζαππείου στην Αθήνα, με τη συμμετοχή 30 επιχειρήσεων, με πρωτοβουλία των δύο περιφερειών.
«Πρεσβευτές μας οι τουρίστες»
Η ίδια υπογραμμίζει ένα σημαντικό αβαντάζ που έχουν στα χέρια τους τα οινοποιεία του Αιγαίου και το οποίο μπορεί να αποδειχθεί κρίσιμο για την εμπορική τους επιτυχία και βιωσιμότητα: «Τα οινοποιεία των νησιών έχουν ένα μεγάλο πλεονέκτημα, όσον αφορά τη διάθεση του προϊόντος τους: τους χιλιάδες τουρίστες που φθάνουν σε κάθε νησί και οι οποίοι, όπως αντιλαμβάνεται κανείς, θα ήθελαν πολύ να δοκιμάσουν το τοπικό κρασί. Οι ίδιοι άνθρωποι γίνονται στη συνέχεια και οι πρεσβευτές των κρασιών μας για την αγορά της πατρίδας τους», σημειώνει.
Το «πορτοκαλί» κρασί από Χυδηριώτικο
Ο Γιάννης Λάμπρου παράγει βιολογικό οίνο στη Λέσβο στο απομακρυσμένο χωριό Χύδηρα. Το Χυδηριώτικο, κόκκινη ποικιλία που παράγει και οινοποιεί, είναι γηγενής ποικιλία και καλλιεργείται μόνο στο νησί. Από αυτήν. φτιάχνει λευκό (blanc de noir) και «πορτοκαλί» (όπως ο ίδιος, τον αποκαλεί) οίνο, καθώς και τον κόκκινο Μεθυμναίο.
Ο αμπελώνας του στο νησί υπάρχει από το 1985, το οινοποιείο δημιουργήθηκε το 1997, ενώ μια χρονιά αργότερα βγήκε ο πρώτος Μεθυμναίος. «Το κτήμα βρίσκεται σε ηφαιστειογενές έδαφος στον κρατήρα που δημιούργησε το απολιθωμένο δάσος», λέει στην «ΥΧ» ο παραγωγός που φτάνει να παράγει τις καλές χρονιές έως και 20.000 μπουκάλια.
Όλα αυτά τα χρόνια επιμένει μονοποικιλιακά, αλλά και βιολογικά, όχι μόνο ως προς την πρώτη ύλη, αλλά και ως προς την τεχνική οινοποίησης. «Τα κρασιά μας δεν είναι απλώς από σταφύλια βιολογικής γεωργίας, αλλά ‘‘βιολογικοί οίνοι’’. Αυτό σημαίνει ότι δεν παράγονται απλώς από βιολογικά σταφύλια, αλλά είναι βιολογικός και ο τρόπος οινοποίησης και περαιτέρω κατεργασίας τους. Έχουμε μειώσει τα θειώδη στα 50 pmm και φέτος, για πρώτη φορά, κάναμε οινοποίηση χωρίς επιλεγμένους ζυμομύκητες», εξηγεί ο κ. Λάμπρου, που αναφέρεται στο κρασί του ως ένα «πολύ χαρακτηριστικό κρασί του Αιγαίου». Ο Μεθυμναίος του πωλείται τόσο στην Ελλάδα, κυρίως στη Λέσβο, όσο και στο εξωτερικό.
Με Μοσχάτο και Λημνιό φορτσάρει ο συνεταιρισμός
Ο Ι. Γαϊτανάκης αντιπροσωπεύει και πουλά τα κρασιά του Αγροτικού Συνεταιρισμού Λήμνου, τα οποία παρασκευάζονται επίσης από γηγενείς ποικιλίες: Μοσχάτο Αλεξανδρείας το λευκό και Λημνιό (ή Kαλαμπάκι, όπως είναι το ντόπιο όνομα της ποικιλίας στο νησί) το κόκκινο.
Όπως τονίζει ο κ. Γαϊτανάκης, οι πωλήσεις του κρασιού από το νησί έχουν αυξηθεί πολύ τα τελευταία χρόνια «μετά φυσικά από μεγάλη προσπάθεια.
Ειδικά την εποχή που επιβλήθηκαν τα capital coltrols είχαμε μεγάλο πρόβλημα. Ακυρώνονταν οι παραγγελίες η μία μετά την άλλη.
Όμως, τώρα έχουμε αύξηση της ζήτησης». Τα προϊόντα που διοχετεύονται στην αγορά από τον συνεταιρισμό είναι εμφιαλωμένο κρασί και κρασί σε ασκό 5, 10 και 20 λίτρων, τα οποία αφορούν κυρίως τα καταστήματα μαζικής εστίασης.