Τρίτη και… καταϊδρωμένη η Ελλάδα στη βρετανική αγορά ελαιολάδου

Η χώρα μας έχασε έδαφος που είχε κερδίσει στη διάρκεια των lockdown

Αρκετό έδαφος στη βρετανική αγορά ελαιολάδου έχασε η χώρα μας στο πρώτο εξάμηνο του 2021, εξέλιξη η οποία αποδίδεται αφενός στη σταδιακή ομαλοποίηση των συνθηκών στη χώρα (σε σχέση με τις αγορές πανικού και τις αιφνίδιες ελλείψεις στη διάρκεια των lockdown), αφετέρου στην αύξηση της τιμής του ελληνικού προϊόντος.

Όπως αναφέρει σε σχετική έρευνα αγοράς το γραφείο ΟΕΥ του Λονδίνου, το ελληνικό μερίδιο στη βρετανική αγορά (όπου η ζήτηση αυξάνεται δυναμικό) υπολείπεται εκείνου των άλλων μεγάλων «παικτών» του κλάδου, όπως η Ιταλία και η Ισπανία, ενώ συχνά είναι σχεδόν συγκρίσιμο με αυτό μη ελαιοπαραγωγικών κρατών, όπως το Βέλγιο που, βεβαίως, εξάγουν ακόμα και προϊόν ελληνικής προέλευσης.

Το πρώτο εξάμηνο του 2021 με μερίδιο στην αξία 5,2% και μέση τιμή/κιλό τις 3,9 λίρες (σ.σ. 3,4 λίρες πέρυσι) οι ελληνικές εξαγωγές έξτρα παρθένου ελαιολάδου ανήλθαν στους μόλις 600 τόνους με αξία 2,2 εκατ. λίρες, όταν τα μερίδια της ηγέτιδας Ιταλίας, όπως και της πρωταγωνίστριας στην ιδιωτική ετικέτα Ισπανίας, ανέρχονται σε 50,3% και 30,2%. Βάσει των ίδιων στοιχείων, η χώρα μας απώλεσε 6,6% σε αξία και 19% σε ποσότητα έναντι του περσινού αντίστοιχου διαστήματος.

Το ίδιο συνέβη και με την Ισπανία, ενώ αντίθετα η Ιταλία κινήθηκε ανοδικά. (βλ. πίνακα).

Εισαγωγές εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου στο Ην. Βασίλειο,
πρώτο εξάμηνο 2020-2021
(αξία σε εκατ. λίρες, ποσότητες σε χιλ. τόνους)

Κωδικός Σ.Ο. 1509 10 20 2020 2019 2018  
Χώρα Αξία Ποσότητα Μερίδιο
στην αξία
μ.τ./κιλό Αξία Ποσότητα μ·τ./κιλό Αξία Ποσότητα μ·τ./κιλό Μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής αξίας
Ιταλία 39,2 13,9 51,6% 2,8 35,6 10,0 3,5 33,5 7,7 4,3 8,1%
Ισπανία 27,5 12,2 36,2% 2,3 29,3 11,5 2,5 27,3 8,7 3,1 0,2%
Ελλάδα 4,3 1,2 5,6% 3,5 3,3 0,8 3,9 4,0 1,0 4,2 2,9%
Ιρλανδία 1,4 0,5 1,8% 3,0 0,3 0,1 3,0 0,1 0,1 2,8 207,1%
Γερμανία 1,2 0,4 1,6% 2,9 2,1 0,8 2,5 2,0 0,5 4,2 -22,1%
Παλαιστίνη 0,7 0,1 1,0% 10,9 0,6 0,0 12,3 0,6 0,1 11,3 12,7%
Ολλανδία 0,6 0,1 0,7% 7,6 0,4 0,1 7,0 0,4 0,0 7,4 23,7%
Λοιπές 1,1 0,2 1,5%   0,8 0,2   0,9 0,2    
Σύνολο 75,9 28,5     72,4 23,6   68,8 18,2   5,0%

Μεγάλη η ζήτηση για έξτρα παρθένο

Το 2020, οι βρετανικές εισαγωγές έξτρα παρθένου ελαιολάδου ανήλθαν σε 28.500 τόνους αξίας 75,9 εκατ. λιρών, με το ιταλικό προϊόν να κυριαρχεί με μερίδιο 52%. Ακολούθησε η Ισπανία με 36%, ενώ τρίτη και με διαφορά ήρθε η Ελλάδα με μερίδιο 5,6%, η οποία μάλιστα είχε από τα ακριβότερα προϊόντα της τελευταίας διετίας. Η κατηγορία του έξτρα παρθένου ελαιολάδου κατέγραψε τη μεγαλύτερη ετήσια ανάπτυξη (19,9%) στο διάστημα 2017-2020, ενώ η κατανάλωση των άλλων παρθένων ελαιολάδων το ίδιο διάστημα αυξάνονταν με ρυθμό 10,4%. Συνολικά, το 2020 η κατανάλωση όλων των τύπων ελαιολάδου στη Βρετανία έφτασε τους 85.000 τόνους, σημειώνοντας αύξηση 4% από το 2019.

Βάσει στοιχείων της Kantar για τις 52 εβδομάδες έως τις 21/3/2021, το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο παρέμεινε πρώτο στην προτίμηση των καταναλωτών, με τις πωλήσεις του να ξεπερνούν τις 110 εκατ. λίρες, αυξημένες κατά 29,6% σε αξία και κατά 30,9% σε ποσότητα. Με την επιστροφή των συνθηκών στο κανονικό, ο ρυθμός αύξησης των πωλήσεων εκτιμάται ότι θα επιβραδυνθεί, αναφέρει η έρευνα του γραφείου ΟΕΥ, εξέλιξη που οι εταιρείες επιχειρούν να αντισταθμίσουν με την ανάπτυξη νέων καινοτόμων προϊόντων.

Προοπτικές στην ιδιωτική ετικέτα

Παρά τη δυναμική επανάκαμψη της βρετανικής οικονομίας, ο πληθωρισμός, αλλά και οι κλυδωνισμοί στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα, σε συνδυασμό με τις ελλείψεις δυναμικού σε κρίσιμους για την τροφοδοσία τομείς, αναμένεται να εξακολουθήσουν να επηρεάζουν τους καταναλωτές. Οι τελευταίοι εκτιμάται ότι θα συνεχίσουν να επιλέγουν βάσει της οικονομικής τους κατάστασης, αλλά και με γνώμονα την υγεία και την ευεξία.

Η υπεροχή του ελαιολάδου και οι ευεργετικές του ιδιότητες θα πρέπει, σύμφωνα με την έρευνα, να επικοινωνηθούν, παράλληλα με την προσφορά καινοτόμων νέων προϊόντων και βιολογικών. Η δυναμική αγορών μέσω διαδικτύου φαίνεται ότι ήρθε για να μείνει, σύμφωνα με τις προθέσεις των καταναλωτών, ενώ κυρίαρχη εξακολουθεί η ιδιωτική ετικέτα. Από την άλλη, μεγαλύτερες οικονομικές συσκευασίες δείχνουν να προτιμούν τα χαμηλότερα εισοδήματα και, αντίθετα, μικρότερες με δοσομετρητή και έλεγχο πρόσληψης θερμίδων, τα υψηλότερα.

Η απόσπαση μεριδίου από τις δύο βασικές προμηθεύτριες ως προς τα επώνυμα προϊόντα δείχνει δύσκολη, όμως, η χώρα μας, σύμφωνα με το γραφείο ΟΕΥ, θα μπορούσε να διεκδικήσει απευθείας το μερίδιό της στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας με περιεχόμενο ελληνικής προέλευσης και συσκευασία εκτός Ελλάδας ή Ηνωμένου Βασιλείου. Εξάλλου, για να μπορέσει να ανταποκριθεί στα βρετανικά μεγέθη, μία συλλογική προσπάθεια θα μπορούσε, όπως επισημαίνει, να φέρει καλύτερα αποτελέσματα.

Παράλληλα, σε ό,τι αφορά τα μη μαζικά-εκλεκτά είδη, συσκευασίες που να ανταποκρίνονται σε περιβαλλοντικές ευαισθησίες και διευκολύνουν τη δοσομέτρηση «θα πρέπει να θεωρούνται εκ των ων ουκ άνευ». Τέλος, ευκαιρία για τους Έλληνες εξαγωγείς μπορεί να αποτελέσει η επιδίωξη απευθείας συνεργασιών από τους εισαγωγείς της Ιρλανδίας, χώρα στην οποία το Ην. Βασίλειο εξήγαγε ελαιόλαδο αξίας 4 εκατ. λιρών το 2020, προϊόν ευρωπαϊκής προέλευσης που μεταπωλείται.