Χτίζουν διαφορά από την Τουρκία τα ελληνικά ψάρια στον Καναδά

Άνετη πρωτιά για τη χώρα μας στις εξαγωγές τσιπούρας και λαβρακιού, αλλά και νέοι ανταγωνιστές στον ορίζοντα

των Μαρίας Αντωνίου, Γιάννη Τσατσάκη

Την πρωτοκαθεδρία του στη σχετικά μικρή, αλλά διόλου ασήμαντη αγορά τσιπούρας και λαβρακιού του Καναδά έχει καταφέρει να εδραιώσει τα τελευταία χρόνια ο κλάδος των ελληνικών ιχθυοκαλλιεργειών, αυξάνοντας μάλιστα την απόσταση που τον χωρίζει από τον κυριότερο ανταγωνιστή του, την Τουρκία. Την ίδια στιγμή, όμως, διαφαίνεται μια τάση ενίσχυσης της δυναμικής άλλων μικρότερων χωρών-παραγωγών, οι εξαγωγές των οποίων αναπτύσσονται με ταχύτατους -και σαφώς υψηλότερους των ελληνικών- ρυθμούς.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει σε πρόσφατη ανάλυση της καναδικής αγοράς ιχθυηρών το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων (ΟΕΥ) της πρεσβείας μας στην Οττάβα, η Ελλάδα είναι ο βασικός προμηθευτής της βορειοαμερικανικής χώρας σε φρέσκο λαβράκι, με μερίδιο 70% στο σύνολο των εισαγωγών στο συγκεκριμένο προϊόν. Το 2022, η χώρα μας αύξησε τις εξαγωγές της στο συγκεκριμένο είδος κατά 30%, σε αντίθεση με την Τουρκία (αμέσως επόμενος προμηθευτής), η οποία είδε τις δικές της να μειώνονται κατά 34%. Ωστόσο, προμηθευτές όπως η Χιλή, η Ταϊβάν και οι ΗΠΑ αρχίζουν να ανεβάζουν τις εξαγωγές τους με ταχύτερους ρυθμούς απ’ ό,τι η χώρα μας (+140%, +137% και +131% αντίστοιχα σε ετήσια βάση το 2022), έστω κι αν το μερίδιό τους παραμένει ακόμα πολύ περιορισμένο.

Αντίστοιχα στη νωπή τσιπούρα, το μερίδιο της Ελλάδας ανήλθε το 2022 στο 65%, σημειώνοντας μάλιστα αύξηση 92% συγκριτικά με το 2021, όταν η Τουρκία είδε τις δικές της εξαγωγές να μειώνονται κατά 50%. Την ίδια χρονιά, ωστόσο, η -τρίτη στην κατάταξη- Τυνησία αύξησε θεαματικά, κατά 142%, τις εξαγωγές της, με αποτέλεσμα να κατέχει πλέον μερίδιο 8% στο σύνολο των εισαγωγών του Καναδά. Εξίσου εντυπωσιακή ήταν και η άνοδος των εξαγωγών τσιπούρας της Ιαπωνίας (120%), αλλά και της Πορτογαλίας (1074%), η οποία, μέχρι το 2021, δεν παρουσιαζόταν καν μεταξύ των βασικών προμηθευτών του Καναδά.

Αύξηση 16% στην επταετία

Αθροιστικά, το νωπό λαβράκι και η τσιπούρα απαρτίζουν ο σύνολο σχεδόν των ελληνικών εξαγωγών ιχθυηρών στον Καναδά, η πορεία των οποίων την τελευταία επταετία ήταν ανοδική, με μέση ετήσια αύξηση που άγγιξε το 16%. Ειδικά το 2022, οι ελληνικές εξαγωγές στην κατηγορία «νωπά ψάρια διατηρημένα σε απλή ψύξη», στην οποία τοποθετούνται τα δύο είδη, ανήλθαν σε 11,55 εκατ. ευρώ και 1.810 τόνους, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που παραθέτει το γραφείο ΟΕΥ.

Συνολικά, η χώρα μας, αν και δεν εντάσσεται στην πρώτη δεκάδα των προμηθευτών για την καναδική αγορά ιχθυηρών, έχει καταφέρει να ενισχύσει το μερίδιό της σε βάθος χρόνων, φτάνοντας το 2022 στη 16η θέση, με εξαγωγές ύψους 28,42 εκατ. δολ. Καναδά.

Συγκριτικά, το 2021 ήταν στη 19η θέση και το 2020 στην 23η. Από την ελληνική σκοπιά, ο Καναδάς κατέλαβε το 2022 τη 12η θέση μεταξύ των χωρών που εισήγαγαν ελληνικά ιχθυηρά, απορροφώντας το 1,3%. «Εάν αναλογιστούμε την απόσταση που χωρίζει τις δυο χώρες, η θέση αυτή δεν είναι καθόλου αμελητέα, παρόλο που θα μπορούσε να βελτιωθεί περαιτέρω», σημειώνει το Γραφείο ΟΕΥ. Σε γενικές γραμμές, πάντως, το ψάρι δεν κατατάσσεται ακόμη στα τρόφιμα που καταναλώνει τακτικά ο μέσος Καναδός, με τη συχνότητα να μην ξεπερνά τις 3,7 φορές/μήνα (σ.σ. ακόμα χαμηλότερα, στις 1,9 φορές/μήνα, είναι η συχνότητα για τα οστρακοειδή).

Το πλέον δημοφιλές ψάρι μεταξύ των καταναλωτών είναι ο σολωμός και ακολουθούν ο τόνος, ο μπακαλιάρος, η μουρούνα, η γλώσσα, τα τιλάπια και το λαυράκι, που έχει ιδιαίτερη σημασία για τις ελληνικές εξαγωγές.