Εκ πρώτης όψεως, ο κατάλογος με τις 20 μεγαλύτερες βάσει τζίρου γαλακτοβιομηχανίες του κόσμου για το 2017, που έδωσε πριν λίγες μέρες στη δημοσιότητα η Rabobank, δεν μοιάζει να διαφέρει και πολύ από τον περσινό: Τα ονόματα που απαρτίζουν αυτό το άτυπο κλαμπ εταιρειών είναι τα ίδια, η Νestle διατηρείται στην πρώτη θέση, ενώ ΗΠΑ και Γαλλία, με τέσσερις εκπροσώπους έκαστη, εξακολουθούν να είναι οι χώρες με την πιο έντονη παρουσία.

Ωστόσο, μια δεύτερη και πιο προσεκτική ματιά βοηθά να αναδειχθούν κάποιες ενδιαφέρουσες διαφοροποιήσεις. Καταρχήν μπορεί η κορυφή να είναι, όπως προείπαμε, για άλλη μια χρονιά «καπαρωμένη» από την Nestle, ωστόσο η απόσταση που τη χωρίζει από τον δεύτερο της «βαθμολογίας» είναι αισθητά μειωμένη και στη θέση αυτή βρίσκουμε πλέον τη Lactalis η οποία κατάφερε να προσπεράσει την ομοεθνή της Danone. Το επίτευγμα αυτό το οφείλει, κατά κύριο λόγο, στις εξαγορές δύο αμερικανικών βιομηχανιών παραγωγής γιαουρτιού, της Stonyfield και της Siggi’s, που ολοκλήρωσε μέσα στην προηγούμενη χρονιά. Μάλιστα η πρώτη ανήκε στην ίδια την Danone η οποία ωστόσο προχώρησε στην πώλησή της μετά την απόκτηση της – επίσης αμερικανικής- Whitewave.

Ο γαλλικός κολοσσός –που έχει σημαντική παρουσία και στη χώρα μας μέσω θυγατρικής, αλλά όχι και παραγωγική μονάδα, εξ ου και το όνομά του έχει εμπλακεί ουκ ολίγες φορές σε σενάρια εξαγορών διαφόρων ελληνικών γαλακτοβιομηχανιών– μείωσε επίσης μέσα στο 2017 το ποσοστό του στην ιαπωνική Yakult, ενώ πούλησε και τη συμμετοχή του στην κοινοπραξία που είχε συστήσει με την Al Safi στη Σαουδική Αραβία- κινήσεις οι οποίες, μαζί με την απεμπλοκή της από την Stonyfield, της «κόστισαν» ουσιαστικά τη δεύτερη θέση στο Τοp 20 της Rabobank.

Συνεταιριστική μάχη έχουμε για την πέμπτη θέση την οποία κατέχει πλέον η νεοζηλανδική Fonterra, ρίχοντας στο αμέσως επόμενο σκαλί την ολλανδική FrieslandCampina ενώ η καναδική Saputo, μετά την εξαγορά της αυστραλιανής Murray Goulburn, έχει σκαρφαλώσει στην όγδοη θέση, εκτοπίζοντας από εκεί την κινεζική Yili.

Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι η μοναδική γαλακτοβιομηχανία που κέρδισε παραπάνω από μία θέσεις ήταν η γερμανική συνεταιριστική DMK η οποία, υποσκελίζοντας τις Kraft Heinz και Meiji, βρίσκεται πλέον στο No 13, από το No 15 που κατείχε στην περσινή λίστα της ολλανδικής τράπεζας.

Οι 10 μεγαλύτερες γαλακτοβιομηχανίες του πλανήτη

2018

θέση που κατείχε το 2017

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΕΣ

ΕΔΡΑ

Κύκλος εργασιών,2017

(δισ. ευρώ)

1

1

Nestle

Ελβετία

21.4

2

(+)3

Lactalis

Γαλλία

17.7

3

(-)2

Danone

Γαλλία

15.5

4

4

Dairy Farmers of America

ΗΠΑ

13.0

5

(+)6

Fonterra

Νέα Ζηλανδία

12.1

6

(-)5

FrieslandCampina

Ολλανδία

12.0

7

7

Arla Foods

Δανία/Σουηδία

10.3

8

(+)9

Saputo

Καναδάς

9.6

9

(-)8

Yili

Κίνα

8.8

10

10

Mengniu

Κίνα

7.8

 

Αυξημένοι τζίροι λόγω ανάκαμψης των τιμών

Η ανάκαμψη των τιμών του γάλακτος μέσα στο 2017 είχε ως αποτέλεσμα ο συνολικός τζίρος των 20 μεγαλύτερων βιομηχανιών του κλάδου να αυξηθεί κατά 7,2% με όρους δολαρίου, όταν έναν χρόνο πριν είχε καταγράψει μείωση 1,6% σε ετήσια βάση και 14,4% σε σύγκριση με το 2014.

Πάντως, η Rabobank εμφανίζεται αισιόδοξη για το μέλλον, προβλέποντας ότι μέσα στις επόμενες δεκαετίες, η παγκόσμια αγορά γαλακτοκομικών θα αναπτυχθεί κατά τουλάχιστον 30%, τόσο σε όγκο όσο και σε αξία, εξαιτίας της αύξησης του πληθυσμού και των εισοδημάτων αλλά και της αστικοποίησης πολλών περιοχών του πλανήτη.

Η ολλανδική τράπεζα σημειώνει, επίσης, το ολοένα και αυξανόμενο ενδιαφέρον των επιχειρήσεων του κλάδου για τα φυτικής προέλευσης ροφήματα που λανσάρονται σαν εναλλακτικές του συμβατικού γάλακτος, καθώς επίσης και την εντεινόμενη έμφαση στην καινοτομία, στην οποία συμβάλλει και η δυνατότητα που έχουν πλέον οι βιομηχανίες να καλλιεργούν πρωτεΐνες γάλακτος, αντί να τις εξάγουν από το γάλα.

Περισσότερες αλλά μικρής κλίμακας οι εξαγορές

Το γεγονός ότι για δεύτερη σερί χρονιά στη λίστα με τις 20 μεγαλύτερες γαλακτοβιομηχανίες του κόσμου δεν υπάρχει κάποιο καινούργιο όνομα οφείλεται, σύμφωνα με τον αναλυτή της Rabobank, Peter Paul Coppes, στην απουσία μεγάλων ντηλ μέσα στο 2017, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα το «κατώφλι» των 5 δισ. δολαρίων (σ.σ. πρόκειται για το κατώτατο όριο τζίρου προκειμένου να συμπεριληφθεί κανείς στον κατάλογο της τράπεζας) να φαντάζει πολύ υψηλό για όσες εταιρείες δεν βρίσκονται ήδη μέσα στην πρώτη 20άδα.

Η αλήθεια είναι ότι, λόγω και της πρόσβασης σε σχετικά φθηνό κεφάλαιο, οι εξαγορές δεν έλειψαν από την αγορά γαλακτοκομικών την περασμένη χρονιά. Ο συνολικός αριθμός τους (127), μάλιστα, ήταν αρκετά υψηλότερος του 2016 (81). Ωστόσο, με εξαίρεση τις συμφωνίες Lactalis-Stonyfield και Saputo-Murray Gouldburn που προαναφέραμε, πρόκειται κυρίως για κινήσεις σχετικά μικρής εμβέλειας που δεν προκαλούν σοβαρές ανακατατάξεις και, βέβαια, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να συγκριθούν σε αντίκτυπο με τους ηχηρούς «γάμους» που είδαμε σε άλλους κλάδους, όπως π.χ. των σπόρων και φυτοπροστατευτικών. Σημειωτέον ότι μέχρι στιγμής στο 2018, σύμφωνα με τη Rabobank, έχουν πραγματοποιηθεί στην αγορά γαλακτοκομικών συνολικά 62 εξαγορές, σχεδόν οι μισές από αυτές μάλιστα στην Ευρώπη.

Οι συνεταιρισμοί φρενάρουν τη συγκέντρωση του κλάδου

Ένας επιπλέον λόγος που η τάση υπερ-συγκέντρωσης που παρατηρείται σε άλλους επιχειρηματικούς χώρους δεν αντανακλάται –ως τώρα τουλάχιστον– στη γαλακτοβιομηχανία είναι, σύμφωνα με τους αναλυτές της Rabobank, ο κυρίαρχος ρόλος που διαδραματίζουν στον κλάδο οι συνεταιριστικοί όμιλοι (σ.σ. είναι χαρακτηριστικό ότι οι τέσσερις ισχυρότεροι από αυτούς κατέγραψαν το 2017 αθροιστικά τζίρο της τάξης των 54 δισ. δολαρίων).

Οι συνεταιρισμοί καλούνται να ισορροπήσουν μεταξύ της μέριμνας για την απόδοση στους παραγωγούς όσο το δυνατόν καλύτερων τιμών για το γάλα που εισκομίζουν –όπως είναι, άλλωστε, και η αποστολή τους– και της ανάγκης να συγκεντρώσουν κεφάλαια για επενδύσεις σε υποδομές, μονάδες επεξεργασίας και εξαγορές. Ως εκ τούτου, οι κινήσεις τους, τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια, είναι πιο προσεκτικές και λιγότερο ριψοκίνδυνες, ενώ και οι όποιες εξαγορές πραγματοποιούν είναι κατά κανόνα μικρής κλίμακας και συχνά περιορισμένες στα στενά όρια της χώρας τους.