Τα µέτρα που µπορεί να λάβει η βιοµηχανία τροφίµων για να µετριάσει το φαινόµενο της απώλειας βιοποικιλότητας

Οι τρέχουσες γεωργικές πρακτικές και η επέκταση της εντατικής γεωργίας σε περιοχές με ιδιαίτερα αυξημένα επίπεδα βιοποικιλότητας απειλούν την ήδη σοβαρά κλονισμένη σταθερότητα των οικοσυστημάτων του πλανήτη μας.

Σε συνέντευξή του στο Food Navigator, o εκτελεστικός διευθυντής της Ένωσης για το Ηθικό Βιο-εμπόριο (UEBT), Rik Kutsch Lojenga, δεν διστάζει να παραλληλίσει την παραπάνω τάση με το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής, ως προς την κλίμακα των κινδύνων που αυτή εγκυμονεί για το περιβάλλον και τον άνθρωπο. Επιπλέον, εστιάζει στα μέτρα που μπορεί να λάβει η βιομηχανία τροφίμων για να αναστρέψει την κατάσταση, αλλά και στις προσπάθειες που λαμβάνουν χώρα μέσα από φορείς πιστοποίησης όπως αυτός στον οποίο ανήκει.

«Η βιοποικιλότητα είναι απαραίτητη για να επιβιώσει η ζωή στη Γη. Η απώλειά της έχει καταστροφικές επιπτώσεις στις τοπικές και αυτόχθονες κοινότητες που εξαρτώνται από αυτή για τα προς το ζην. Συνολικά, αποτελεί μια υπαρξιακή απειλή που κυμαίνεται στα ίδια επίπεδα με την κλιματική αλλαγή. Η ανθεκτικότητα των οικονομιών μας τώρα και στο μέλλον εξαρτάται από το αν οι άνθρωποι θα ξεπεράσουν αυτές τις κρίσεις», υπογραμμίζει το ανώτατο στέλεχος της διεθνούς ένωσης, η οποία προωθεί και αξιολογεί την εφαρμογή διεθνώς αναγνωρισμένων ηθικών πρακτικών προμήθειας για τα συστατικά που προέρχονται από τη βιοποικιλότητα. Πρακτικά, η UEBT προσφέρει πιστοποίηση σε επιχειρήσεις των οποίων οι πρακτικές προμήθειας διαφυλάσσουν τη βιοποικιλότητα. Πρόσφατα, η Native Organic Products έγινε η πρώτη εταιρεία τροφίμων που αποσπά την εν λόγω πιστοποίηση.

Οι καταναλωτές αναμένουν τέτοιες φιλόδοξες πρωτοβουλίες από τον κλάδο των τροφίμων. Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση της UEBT, το 79% των καταναλωτών πιστεύουν ότι «οι εταιρείες έχουν ηθική υποχρέωση» να έχουν θετικό αντίκτυπο στους ανθρώπους και στη βιοποικιλότητα μέσω της προμήθειας φυσικών συστατικών, αλλά μόνο το 37% αισθάνεται σιγουριά ότι οι εν λόγω επιχειρήσεις λαμβάνουν σοβαρά υπόψιν αυτά τα θέματα.

Ορισμένες από τις πρακτικές που απαιτεί το πρότυπο της UEBT περιλαμβάνουν δράσεις για τη μείωση της απώλειας βιοποικιλότητας, όπως περιορισμούς στην εκκαθάριση των δασών για γεωργική δραστηριότητα, προστασία των ειδών που απειλούνται με εξαφάνιση και αυστηρούς κανόνες σχετικά με τη χρήση αγροχημικών. Το πρόγραμμα προωθεί επίσης πρακτικές για την επανάκαμψη της βιοποικιλότητας, την προστασία των επικονιαστών, βιολογικές πρακτικές και άλλες συνεισφορές στα φυσικά οικοσυστήματα.

«Η UEBT πάντα απαιτούσε από τα μέλη της να προχωρούν ένα βήμα παραπέρα από την καθιέρωση συστημάτων προμήθειας και δεσμεύσεων για τη βελτίωση των πρακτικών, ωθώντας τα σε επιτόπου ανάμειξη για να έχουν πραγματικό αντίκτυπο. Αυτή η δράση παίρνει διάφορες μορφές και μπορεί να έχει αποτελέσματα σε επίπεδο αλυσίδας εφοδιασμού, μέσω της ενσωμάτωσης των αλυσίδων ή μέσω συνεργασιών εντός αυτών», αναφέρει ο Lojenga.

Κάτι τέτοιο μπορεί να περιλαμβάνει τη δημιουργία μακροπρόθεσμων συνεργασιών, τη διασφάλιση δίκαιων τιμών που αντικατοπτρίζουν το υψηλότερο κόστος παραγωγής, την εργασία με δίκαιους μισθούς και ανθρώπινες συνθήκες εργασίας, αλλά και τη δημιουργία τοπικών υποδομών, όπως ιατρικές υπηρεσίες και σχολεία.

Αλματώδης αύξηση της ευαισθητοποίησης

Ο Lojenga έχει παρατηρήσει μια «τεράστια αλλαγή» στον βαθμό ευαισθητοποίησης της βιομηχανίας γύρω από το ζήτημα της βιοποικιλότητας. «Βλέπουμε μια σημαντική μεταβολή στον αριθμό συγκεκριμένων σχεδίων και πολιτικών για την ισότιμη πρόσβαση και τον μερισμό των ωφελημάτων από τη βιοποικιλότητα, όσον αφορά τις συμπράξεις καινοτομίας στον τομέα των πρώτων υλών. Επιπλέον, υπάρχει μεγαλύτερη συναίσθηση της ανάγκης για ηθικά συστήματα προμηθειών που σέβονται τη βιοποικιλότητα και συγκεκριμένες δράσεις βιοποικιλότητας στις οποίες μπορούν να προβούν οι επιχειρήσεις».

Ο ίδιος αποδίδει την αλλαγή αυτή στην αναγκαιότητα: «Είναι εξαιρετικά πιθανό ότι μόνο εκείνες οι επιχειρήσεις που είναι σε θέση να μετριάσουν την απώλεια της βιοποικιλότητας και να συμβάλουν στην αναγέννησή της μέσω των καινοτόμων πρακτικών και της προμήθειας συστατικών από τη φύση, θα είναι λειτουργικά βιώσιμες στον μέλλον».