Αιτωλοακαρνανία: Λούπινο, το κρέας του φτωχού

Λύση στα αυξημένα έξοδα των κτηνοτρόφων για ζωοτροφές, που προέρχονται κυρίως από το εξωτερικό, δίνει η καλλιέργεια του λούπινου.

Πρόκειται για μία πολλά υποσχόμενη καλλιέργεια κτηνοτροφικού ψυχανθούς για την ελληνική ύπαιθρο και την κτηνοτροφία. Το «κρέας του φτωχού», όπως το αποκαλούν, λόγω της υψηλής περιεκτικότητας των καρπών του σε πρωτεΐνη (φτάνει μέχρι και 44%), συγκαταλέγεται στις εύκολες καλλιέργειες με χαμηλό κόστος παραγωγής.

Αιτωλοακαρνανία: Λούπινο, το κρέας του φτωχού Η ζήτηση για λούπινο αυξάνεται, κυρίως, στην Ευρώπη και η καλλιέργειά του μπορεί να αποφέρει ένα σημαντικό εισόδημα και συγκεκριμένα ακαθάριστο ετήσιο εισόδημα ύψους 300-500 ευρώ/στρέμμα, με το καθαρό να υπολογίζεται σε 200-400 ευρώ/στρέμμα.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, το λούπινο έχει τέτοια περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη που μπορεί επάξια να αντικαταστήσει τη σόγια στο σιτηρέσιο των ζώων και να εξασφαλίσει αυτάρκεια στην ελληνική κτηνοτροφία. Η Αιτωλοακαρνανία είναι μία από τις περιοχές όπου μπορεί να αναπτυχθεί η συγκεκριμένη καλλιέργεια, όπως συνέβαινε και στο παρελθόν, και να αποτελέσει σημαντική πηγή εσόδων για τους παραγωγούς στην περιοχή.

Αποτελεί την απάντηση στις εισαγωγές ζωοτροφών

Το λούπινο είναι ένα φυτό γνωστό από την αρχαιότητα, από τον καρπό του οποίου μπορεί να παραχθεί αλεύρι, αλλά και λάδι, ενώ πολλές είναι και οι θεραπευτικές του ιδιότητες. Στην Ελλάδα θεωρείται κυρίως κτηνοτροφικό φυτό και πολύ ευτελές και φτωχικό φαγητό, το οποίο εγκαταλείφθηκε με την πάροδο των χρόνων και αντικαταστάθηκε από την εισαγόμενη σόγια, η οποία στο μεγαλύτερο ποσοστό της είναι μεταλλαγμένη.

Η παραγωγή του λούπινου εξαρτάται από την ποικιλία, τις εδαφοκλιματικές συνθήκες, την εποχή σποράς, την πυκνότητα φύτευσης κ.λπ. Η όψιμη φθινοπωρινή σπορά και η έλλειψη εδαφικής υγρασίας από την άνθιση και μετά επηρεάζουν αρνητικά τις αποδόσεις. Οι ποικιλίες του λευκού λούπινου αποδίδουν από 240 έως και 450 κιλά/στρέμμα, με τις αποδόσεις της ποικιλίας Multitalia για τα ελληνικά δεδομένα να κυμαίνονται από 130 μέχρι και 300 κιλά στρέμμα, ανάλογα με τις εδαφοκλιματικές συνθήκες.

Νικολέτα Τζώρτζη