Αντιθέσεις: Διαδηλώσεις

Ο Σύριζα μιλά για δημοκρατία και υποδαυλίζει την σύγκρουση

Επικίνδυνα παιχνίδια έντασης από την κυβέρνηση

Οι δεκάδες διαδηλώσεις των τελευταίων εβδομάδων, οι περισσότερες για υποστήριξη του Κουφοντίνα, και οι συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας, έδειξαν τη βαθιά διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και στη ΝΔ για το θέμα της δημόσιας τάξης. Και, φυσικά, για το πώς κάθε πολιτική δύναμη καταλαβαίνει τη δημοκρατία, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του πολίτη, στις δύσκολες συνθήκες της πανδημίας. Τι έδειξαν λοιπόν τα γεγονότα;

Πρώτον, ότι σε τόσο κρίσιμες συνθήκες, που απαιτούν χαμηλούς τόνους και συναινέσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν δίστασε να προωθήσει την ένταση, τη σύγκρουση, ακόμα και τον διχασμό, για να αποκομίσει πολιτικά οφέλη, αγνοώντας προκλητικά τα μέτρα προστασίας της υγείας και της ζωής των ανθρώπων.

Δεύτερον, αφού κάλεσε σε διαδηλώσεις και συγκεντρώσεις και υποδαύλισε με κάθε τρόπο τη σύγκρουση με τις δυνάμεις της τάξης, δεν δίστασε να εκμεταλλευτεί την εικόνα του διχασμού και των συγκρούσεων για να κατηγορήσει την αστυνομία και την κυβέρνηση ότι έχουν επιλέξει την καταστολή. Να φτάσει να μιλάει μέχρι και για την επιβολή αστυνομικού καθεστώτος στην Ελλάδα.

Και τρίτον, δεν δίστασε, υπό αυτές τις συνθήκες, να εκμεταλλευτεί με κάθε τρόπο τις υπερβολές από κάποιους αστυνομικούς, που σε τέτοιες καταστάσεις πάντα συμβαίνουν, για να παρασύρει νέους κυρίως ανθρώπους σε επικίνδυνες αναμετρήσεις με την αστυνομία.

Με δυο λόγια, αν κάτι αποδείχτηκε τις τελευταίες εβδομάδες, αυτό είναι ότι η αξιωματική αντιπολίτευση δεν καθοδηγείται από το αίσθημα ευθύνης, αίσθημα απαραίτητο για κάθε πολιτικό κόμμα που διεκδικεί την εξουσία. Χαρακτηρίζεται ακόμα από συμπεριφορές που έχουν τις ρίζες τους στο πολιτικό παρελθόν του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμματος διαμαρτυρίας και σύγκρουσης. Και δεν κατανοεί σε καμιά περίπτωση ούτε το αυτονόητο, ότι δεν υπάρχει ελευθερία χωρίς ασφάλεια, αλλά ούτε και ότι σε συνθήκες πανδημίας, όταν «παίζονται» ζωές, αυτό που πρώτα μετράει είναι η αυτοσυγκράτηση, ακόμα κι αν ορισμένα δικαιώματα περιστέλλονται για το κοινό καλό.

Όλα αυτά συγκροτούν για τον ΣΥΡΙΖΑ μια εικόνα επικίνδυνου πολιτικού καιροσκοπισμού. Μια διάθεση όχι να συμβάλει στην αντιμετώπιση μιας έκτακτης και δύσκολης κατάστασης, αλλά να την εκμεταλλευτεί εις βάρος της υγείας και της ζωής χιλιάδων ανθρώπων. Είτε αυτοί είναι πολίτες, είτε είναι αστυνομικοί.

Η κυβέρνηση διάλεξε, με όποιο κόστος, αλλά με σταθερότητα, την ασφάλεια με όρους ελευθερίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ διάλεξε την ασυδοσία με όρους πολιτικής εκμετάλλευσης. Κι αυτές οι επιλογές αποκαλύπτουν τη στάση καθενός απέναντι στον πολίτη και στα δικαιώματά του.

Ε.Κ.

Η εξίσωση ανάμεσα στην ελευθερία και στην ασφάλεια σε έκτακτες συνθήκες όπως οι σημερινές, είναι μια δύσκολη εξίσωση. Και η λύση της απαιτεί δημοκρατική νοοτροπία, ορθή αντίληψη της σχέσης του κράτους με τον πολίτη και, κυρίως, αποφυγή από την πλευρά της υπεύθυνης κυβέρνησης του πειρασμού να εκμεταλλευτεί την πανδημία ως ευκαιρία.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη απέδειξε ότι ξέρει αυτό το παιγνίδι και δεν διστάζει να το παίξει. Σε αυτό κατέφυγε με τον πιο άγριο σε κάποιες περιπτώσεις τρόπο, όταν έγιναν φανερά τα αποτελέσματα της πολιτικής της τόσο στην πανδημία, όσο και στην οικονομία, και άρχισε να φθείρεται η εικόνα του κ. Μητσοτάκη.

Με πάνω από 7.000 νεκρούς, όσο κι αν ο κ. Μητσοτάκης επιμένει να αναφέρεται σε αριθμούς και μέσους όρους, η αλήθεια δεν κρύβεται. Οι αριθμοί και οι μέσοι όροι ευημερούν, αλλά δεκάδες άνθρωποι κάθε μέρα χάνουν τη ζωή τους, το ΕΣΥ έχει ξεπεράσει τα όριά του και η «ουρά» για μια θέση στις ΜΕΘ ολοένα και μεγαλώνει.

Δεν είναι παράλογο, σε συνθήκες μακρόχρονου εγκλεισμού και στέρησης δικαιωμάτων, να υπάρχουν κοινωνικές αντιδράσεις τόσο για ζητήματα δημοκρατίας, όσο και για ζητήματα που άπτονται της ζωής των ανθρώπων, πολύ περισσότερο, δε, όταν η κυβέρνηση εκμεταλλεύεται την κρίση ως ευκαιρία για να επιβάλλει μέτρα, τα οποία ούτε οι δανειστές με τα μνημόνια δεν μπόρεσαν να επιβάλουν.

Και τι κάνει μπροστά στην εύλογη και δημοκρατικά νόμιμη διαμαρτυρία και αντίδραση των πολιτών ο κ. Μητσοτάκης; Επιλέγει την πόλωση εν ονόματι της τάξης. Τη σύγκρουση, για να μεταθέσει τις ευθύνες του σε διαδηλωτές, νέους, πολίτες και -πάντα- στον ΣΥΡΙΖΑ. Την ενίσχυση της αστυνομίας με χιλιάδες προσλήψεις και μέσα, αντί για την ενίσχυση του ΕΣΥ. Αυτή είναι η πραγματικότητα.

Λογικό επακόλουθο είναι, με την ανοχή και την ενθάρρυνση ακραίων στοιχείων στην αστυνομία, να ζούμε όσα ζούμε τελευταία. Δημόσια κακοποίηση πολιτών, απόπειρα διασυρμού των θυμάτων της αστυνομικής βίας με «αποκαλύψεις» για τις πολιτικές τους πεποιθήσεις, ακόμα και βασανιστήρια μέσα στη ΓΑΔΑ. Με αποτέλεσμα η ένταση να κλιμακώνεται, η σύγκρουση να τείνει να γίνει καθημερινότητα, και ο διχασμός να απειλεί την ελληνική κοινωνία.

Στις συνθήκες αυτές ούτε ελευθερία υπάρχει, αλλά ούτε και ασφάλεια για πολίτες και αστυνομικούς. Όταν οι άνθρωποι, είτε φορούν στολή, είτε όχι, γίνονται αναλώσιμοι, τότε η δημοκρατία δεν βρίσκεται στα καλύτερά της. Και είναι καθήκον των πολιτών -το Σύνταγμα το καθορίζει- να την υπερασπιστούν με κάθε νόμιμο μέσο.

Ε.Σ.