Αντιθέσεις: Δημοσκοπήσεις

Δεν τους βολεύουν οι δημοσκοπήσεις και τα βάζουν με τους δημοσκόπους

Δημοσκοπήσεις ειδικού σκοπού στην υπηρεσία του καθεστώτος

Έχει γραφτεί ότι οι δημοσκοπήσεις είναι η φωτογραφία της στιγμής στην οποία γίνονται. Καταγράφουν τάσεις και προτιμήσεις του κοινού και, από την άποψη αυτή, είναι ένα εργαλείο για κόμματα, επιχειρήσεις, ακόμα και πρόσωπα, που βοηθάει να διαπιστώσουν ποια είναι η εικόνα τους στα τμήματα της κοινής γνώμης που τους ενδιαφέρουν και να χαράξουν τη στρατηγική τους για να κερδίσουν μεγαλύτερη «πελατεία».

Οι δημοσκοπήσεις, που καταγράφουν την επιρροή των κομμάτων και την εικόνα της κοινής γνώμης για αυτά, θεωρούνται εδώ και χρόνια απαραίτητο στήριγμα της επικοινωνιακής τους πολιτικής. Τα ευρήματα των δημοσκοπικών εταιρειών, που κάθε τόσο βλέπουν το φως της δημοσιότητας, αναλύονται από τα κομματικά επιτελεία και τα βοηθούν να εντοπίσουν τα αδύνατα σημεία τους και να λάβουν μέτρα για να βελτιώσουν την εικόνα τους.

Μεταφορικά μιλώντας, οι δημοσκοπήσεις είναι ο αγγελιοφόρος που μεταφέρει στα κόμματα τα μηνύματα της κοινής γνώμης. Και καταλαβαίνει κανείς πόσο ανόητο είναι να τα βάζει με τον αγγελιοφόρο, επειδή δεν του αρέσει και δεν τον ικανοποιεί το μήνυμα. Δηλαδή, όπως ακριβώς κάνει εδώ και καιρό ο ΣΥΡΙΖΑ που με προσφυγές στη Βουλή και καταγγελίες εναντίον δημοσκοπικών εταιρειών, προσπαθεί να απαντήσει στο πρόβλημα της «άβολης» εικόνας.

Ποια είναι αυτή η εικόνα, όπως καταγράφεται από όλες σχεδόν τις δημοσκοπήσεις; Πρώτον, παρά τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση, η ΝΔ προηγείται σταθερά και με διαφορά στην πρόθεση ψήφου από τον ΣΥΡΙΖΑ. Δεύτερον, ο Κ. Μητσοτάκης θεωρείται καταλληλότερος για πρωθυπουργός, αφήνοντας τον Αλ. Τσίπρα πολύ πίσω. Και τρίτον, η μεγάλη πλειοψηφία της κοινής γνώμης πιστεύει ότι η ΝΔ θα κερδίσει τις επόμενες εκλογές. Η λεγόμενη παράσταση νίκης δηλαδή, που παίζει σημαντικό ρόλο στην εκλογική συμπεριφορά, είναι σαφώς υπέρ της ΝΔ, χωρίς να παραβλέπεται το γεγονός ότι υπάρχουν γεγονότα και πολιτικές που θολώνουν κάπως την εικόνα της κυβέρνησης.

Τα δεδομένα αυτά είναι αδιαμφισβήτητα, καθώς προκύπτουν, με κάποιες διαφορές φυσικά, από όλες τις δημοσκοπήσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει υποστεί ανήκεστο βλάβη από τις πολιτικές του, τόσο ως κυβέρνηση, όσο και ως αξιωματική αντιπολίτευση. Το γεγονός ότι αδυνατεί να κερδίσει από τη φυσιολογική φθορά της κυβέρνησης είναι πολύ χαρακτηριστικό και προκαλεί απογοήτευση, ακόμα και αντιπαραθέσεις, στις γραμμές του. Αυτός είναι και ο λόγος που η ηγεσία του επιλέγει την αμφισβήτηση των δημοσκοπήσεων, για να αποφύγει την αμφισβήτηση της ίδιας και της πολιτικής της.

Ε.Κ.

Ότι οι δημοσκοπήσεις είναι η φωτογραφία της στιγμής είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή είναι ότι οι δημοσκοπήσεις επηρεάζουν με τα ευρήματά τους τη συμπεριφορά, ακόμα και την ψήφο, ενός πιο αναποφάσιστου τμήματος της κοινής γνώμης. Αυτός είναι και ο λόγος που σε πολλές χώρες της Ευρώπης -παλιότερα και στην Ελλάδα- δεν επιτρέπεται η δημοσιοποίηση δημοσκοπήσεων το διάστημα πριν από τις εκλογές.

Τι συμβαίνει στην Ελλάδα; Το καθεστώς Μητσοτάκη στηρίζεται σε δύο πυλώνες. Ο ένας είναι ο έλεγχος της ενημέρωσης με μεθόδους εξαγοράς και εκβιασμών, που έχει οδηγήσει τη χώρα μας να βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις παγκοσμίως στο θέμα της ελευθερίας του Τύπου. Οι λίστες τύπου Πέτσα, οι διώξεις και οι παρακολουθήσεις δημοσιογράφων, η πλήρης κομματικοποίηση της δημόσιας τηλεόρασης, έχουν οδηγήσει στο χάσμα που όλοι ζούμε ανάμεσα στην πραγματικότητα και την απεικόνισή της από κανάλια, ραδιόφωνα και εφημερίδες. Φτάσαμε να θεωρείται φυσικό όλα τα μεγάλα ΜΜΕ να ελέγχονται από τρεις-τέσσερις ολιγάρχες και να είναι εχθρικά προς την αντιπολίτευση.

Ο δεύτερος πυλώνας του καθεστώτος είναι οι δημοσκοπήσεις. Σε μεγάλες εταιρείες δημοσκοπήσεων διοχετεύεται δημόσιο χρήμα, μέσω συμβάσεων, για κάθε είδους έρευνες, που στην ουσία δεν είναι παρά συμβάσεις εξαγοράς τους. Το αποτέλεσμα είναι, κάθε φορά που η κυβέρνηση αντιμετωπίζει δυσκολίες, να εμφανίζεται μια δημοσκόπηση που δείχνει ότι παραμένει πανίσχυρη, με τον Κ. Μητσοτάκη αλώβητο.

Να θυμίσουμε εδώ ότι, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, οι εκλογές του Σεπτέμβρη του 2015 θα έπρεπε να καταλήξουν σε νίκη της ΝΔ ή νίκη του ΣΥΡΙΖΑ με ελάχιστη διαφορά. Κατέληξαν σε νίκη του ΣΥΡΙΖΑ με οκτώ μονάδες διαφορά. Το δημοψήφισμα θα έπρεπε να καταλήξει στο «Ναι». Κατάληξε στο «Όχι» με τεράστια διαφορά. Και, πιο πρόσφατα, στο ΠΑΣΟΚ θα έπρεπε να είναι τώρα αρχηγός ο Α. Λοβέρδος, που δεν μπήκε ούτε στον δεύτερο γύρο.

Οι δημοσκοπήσεις, με δυο λόγια, δεν χρησιμοποιούνται για να απεικονίσουν την πραγματικότητα, αλλά για να επηρεάσουν την αντίληψη της κοινής γνώμης για την πραγματικότητα. Να δημιουργήσουν, με τη συνδρομή μεγάλων ΜΜΕ, μια virtual πραγματικότητα και να επηρεάσουν έτσι την κοινή γνώμη υπέρ του Κ. Μητσοτάκη και του καθεστώτος του. Κι αυτό, μαζί με τα μεγάλα θέματα της ελευθερίας του Τύπου, της κακοποίησης του κράτους δικαίου με τις υποκλοπές και της «εργαλειοποίησης» της Δικαιοσύνης, είναι κακά μαντάτα για τη δημοκρατία μας.

Ε.Σ.