Αντιθέσεις: Ελληνοτουρκικά

Η ελληνική αποφασιστικοτητα «αφοπλίζει» και την Τουρκία

Ο Ερντογάν προκαλεί, ο Μητσοτάκης …κολυμπάει

Όλοι ξέρουν γιατί η Τουρκία συνεχίζει να προκαλεί την Ελλάδα με τις επιδεικτικές «βόλτες» του Oruc Reis και πολεμικών πλοίων. Διότι, πρώτον, έτσι υποθέτει ότι «γκριζάρει» την υφαλοκρηπίδα υπέρ της. Και δεύτερον, γιατί τελευταία η Τουρκία είδε τον εαυτό της σαν τη μεγάλη δύναμη στην περιοχή και σε μια εποχή τεκτονικών αλλαγών, προσπαθεί να επεκτείνει τη γεωστρατηγική της επιρροή.

Απέναντι σε μια τέτοια προσπάθεια, στην οποία κινητοποιούνται κυρίως πολεμικά μέσα, η προσπάθεια της Ελλάδας και της κυβέρνησης είναι, μαζί με την «αμυντική» κινητοποίηση του στόλου, να «επιτεθεί» με διπλωματικά μέσα. Αυτός είναι και ο μόνος τρόπος αφενός να μην περάσουν τα τουρκικά σχέδια και αφετέρου να προστατευτεί η ειρήνη στην περιοχή και να μην εμπλακεί η Ελλάδα σε μια καταστροφική πολεμική περιπέτεια.

Διπλωματία αντί για κανονιοφόρους, με δυο λόγια. Και είναι δύσκολο ακόμα και σε ορκισμένους εχθρούς της κυβέρνησης να μην αναγνωρίσουν ότι η πολιτική της αποδίδει. Διότι, από τη μια μεριά, η Τουρκία απομονώνεται κάθε μέρα όλο και περισσότερο, κυρίως από την πλευρά των ευρωπαϊκών χωρών και της ΕΕ, αλλά και των ΗΠΑ, που υποχρεώθηκαν ανοιχτά να καταδικάσουν τις τουρκικές προκλήσεις. Από την άλλη, χώρες όπως η Αίγυπτος, το Ισραήλ, η Γαλλία συντάσσονται με διάφορες διαβαθμίσεις στο πλευρό της Ελλάδας.

Είναι μια αναμέτρηση όχι κατοστάρι, αλλά μαραθώνιος, όπως εξομολογούνται κυβερνητικές πηγές. Και στον μαραθώνιο αυτόν, η ελληνική πλευρά θα κουραστεί τελευταία, επειδή διαθέτει υπομονή, επιμονή και ψυχραιμία. Όπως ανέφερε και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, η Άγκυρα «αντί για πρόσκληση επαφών προχώρησε στην πρόκληση των πολεμικών σκαφών. Αντί του διαλόγου των λύσεων προτίμησε τον μονόλογο των αμφισβητήσεων. Αντί για γόνιμες συζητήσεις, προβάλλει παράνομες απαιτήσεις».

Αυτήν ακριβώς την εικόνα της τουρκικής προκλητικότητας την έχει ήδη μεταφέρει η ελληνική διπλωματία σε όλο τον κόσμο. Το θέμα των κυρώσεων κατά της Τουρκίας του Ερντογάν απασχολεί ήδη σοβαρά την Ευρώπη. Το ΝΑΤΟ κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση από την Άγκυρα και οι ΗΠΑ πιέζουν για να σταματήσουν οι λεονταρισμοί και να επικρατήσει ο διάλογος.

Η Ελλάδα, έτοιμη να απαντήσει αποφασιστικά στην παραβίαση των εθνικών κόκκινων γραμμών, είναι από την άλλη έτοιμη να προσέλθει στον διάλογο αυτό. Όχι όμως υπό καθεστώς εκβιασμών και για όποια θέματα επιθυμεί ο Ερντογάν. Κι αυτό τελικά θα γίνει -διάλογος για μέτρα εμπιστοσύνης και ΜΟΝΟ για την υφαλοκρηπίδα- όσο κι αν ο Ερντογάν επιδιώκει να δημιουργήσει τετελεσμένα και οι «υπερπατριώτες» στο εσωτερικό της χώρας εντυπώσεις.

Ε.Κ.

Εδώ και καιρό, το Oruc Reis πραγματοποιεί έρευνες γύρω από το Καστελόριζο, εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Ενώ ο πρωθυπουργός μας, αντί να ασχολείται νυχθημερόν με τη διπλωματική και στρατιωτική απάντηση στις προκλήσεις, κάνει τα οκτωβριανά του μπάνια στη Σαμοθράκη. Μια εικόνα που αξίζει όσο εκατομμύρια λέξεις για το δράμα που εξελίσσεται στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η Ελλάδα αυτήν τη στιγμή χρειάζεται μια εξουσία αποφασιστική, ψύχραιμη, με σχέδιο, που να είναι σε θέση να υπερασπιστεί την εθνική ακεραιότητα απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις και να εμπνεύσει αίσθημα ασφαλείας στους πολίτες και σεβασμού στους Τούρκους και τους συμμάχους. Αντ’ αυτού, απολαμβάνει έναν πρωθυπουργό… χειμερινό κολυμβητή, που αναλώνεται σε πόλεμο επικοινωνίας και εντυπώσεων.

«Αντί η κυβέρνηση να ασκήσει εμπράκτως τα κυριαρχικά μας δικαιώματα -αρχικά νότια και ανατολικά της Κρήτης- που de facto αμφισβητούνται από τις έρευνες του τουρκικού πλοίου και να θέσει τη ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής της ΕΕ σε αυτό το πλαίσιο, ρίχνει μπαταριές στον αέρα», τόνισε ο ΣΥΡΙΖΑ σε ανακοίνωσή του, με αφορμή την ανύπαρκτη εθνική στρατηγική απέναντι στις ομολογουμένως πρωτοφανείς προκλήσεις του Ερντογάν.

Η Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ στις αρχές του Οκτωβρίου έδωσε κατά κάποιον τρόπο το «πράσινο φως» στον σουλτάνο να συνεχίσει τις προκλήσεις του. Διότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατάφερε η «διπλωματική νίκη», όπως παρουσιάστηκε από τη Νέα Δημοκρατία, να μην περιλαμβάνει τελικά καμία κύρωση για την Τουρκία. Η Ελλάδα, αντί να πιέζει, περιμένει από τη διπλωματική… ευγένεια να κινητοποιήσει την Ευρώπη. Αντί να θέτει τους Ευρωπαίους προ των ευθυνών τους με τρόπο αυστηρό και αποφασιστικό, δίνει την εντύπωση του φτωχού συγγενή. Και αντί να χρησιμοποιεί στη διπλωματική της πολιτική τον συνδυασμό «μαστιγίου και καρότου», καταφέρνει με την κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη να γίνεται η ίδια το καρότο που ανοίγει την όρεξη του Ερντογάν.

Το τρίπτυχο «προστασία της εθνικής κυριαρχίας – ανθρωπισμός – τήρηση διεθνών συνθηκών», που προτάσσει η αξιωματική αντιπολίτευση, μόνο παράλογο δεν είναι. Πρόκειται για τρία μέτωπα αλληλένδετα και, προς το παρόν, η Ελλάδα δεν ηγείται κανενός. Από την άλλη πλευρά του Αιγαίου, η Τουρκία συνάπτει συμφωνίες με τη Ρωσία, δοκιμάζει οπλισμό ανοιχτά της Μαύρης Θάλασσας και κάνει αυθαίρετες αναγγελίες για περιοχές έρευνας-διάσωσης που βρίσκονται ακόμα και μέσα στο Αιγαίο.

Και όσο η κυβέρνηση αρκείται σε παιχνίδια επικοινωνίας αντί για μια σοβαρή πολιτική απόκρουσης των τουρκικών βλέψεων και προκλήσεων, τόσο αυτές θα εντείνονται. Με κίνδυνο για την ειρήνη και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.

Ε.Σ.