Αντιθέσεις: Επέκταση συνόρων

Επέκταση συνόρων και διάλογος απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις

Επικίνδυνη για τη χώρα η απουσία στρατηγικής και ειλικρίνειας

Το 2020 ήταν μία χρονιά μόνιμης διαχείρισης κρίσεων από την κυβέρνηση. Μόνιμης και επιτυχημένης σε όλα τα μέτωπα, τόσο της πανδημίας και της οικονομίας, όσο και στο μέτωπο των σχέσεων με την Τουρκία. Η πάγια τακτική της εξωτερικής μας πολιτικής ήταν να γίνονται σταθερά συντεταγμένα βήματα απέναντι στις καθημερινές προκλήσεις, τις παραβιάσεις και την αυξανόμενη ένταση των γειτόνων, με αποτέλεσμα σήμερα η χώρα να μετράει μόνο νίκες, με τελευταία και πολύ σημαντική την επέκταση των χωρικών υδάτων του Ιονίου στα 12 ναυτικά μίλια.

Η άμεση αντίδραση του τουρκικού ΥΠΕΞ ήταν τόσο αναίτια όσο και αναμενόμενη, καθώς η Τουρκία το μόνο που μπορεί να κάνει επί της παρούσης είναι να αντιδρά και όχι να δρα. Σε αυτές τις απειλές, ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών, αλλά και ο Κυριάκος Μητσοτάκης αυτοπροσώπως, απάντησαν, απαντούν και θα συνεχίσουν να απαντούν με διάλογο, διότι μόνο με διάλογο θα λυθούν τα θέματα των δύο χωρών, όχι με απειλές πολέμου. Και η ψήφιση του νομοσχεδίου με ευρεία πλειοψηφία στη Βουλή ενίσχυσε το εθνικό μας διπλωματικό οπλοστάσιο, το οποίο πλέον περιλαμβάνει και τις συμφωνίες με τις ΗΠΑ, την Ιταλία την Αίγυπτο και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, που δένουν πισθάγκωνα τη διαπραγματευτική δύναμη του Ερντογάν και ανοίγουν τον δρόμο για τη δεύτερη φάση επέκτασης των θαλάσσιων συνόρων της Ελλάδας, νότια και ανατολικά της Κρήτης.

Η αντιπολίτευση, και συγκεκριμένα ο ΣΥΡΙΖΑ, έσπευσε να δημιουργήσει εντυπώσεις σχετικά με την απόφαση αυτή, κατηγορώντας την κυβέρνηση για διπλωματική «κωλοτούμπα». Ξεχνάει όμως πως ο πρωθυπουργός έχει εδώ και μήνες τοποθετηθεί για την επέκταση των χωρικών υδάτων στην Κρήτη, και πως για τον Κυριάκο Μητσοτάκη τα εθνικά σύνορα δεν είναι διαπραγματεύσιμα με κανέναν.

Σε τέτοιες κρίσιμες στιγμές της ελληνικής Ιστορίας, όπου γράφονται νέες σελίδες, είναι πολύ εύκολο από μία απλή διχογνωμία να ξεκινήσει ένα καταστροφικό ντόμινο. Η αντιπολίτευση το γνωρίζει πολύ καλά αυτό, παρ’ όλα αυτά συνεχίζει να παρερμηνεύει φράσεις και πολιτικές, αντί να δείξει έστω και τώρα ένα αίσθημα εθνικής ενότητας. Πρόκειται για ένα νέο μέτωπο, εσωτερικό αυτήν τη φορά, το οποίο η κυβέρνηση εκβιαστικά καλείται να διαχειριστεί, και το οποίο δείχνει το αληθινό ήθος της Αριστεράς.

Ε.Κ.

Στο ίδιο έργο θεατές έχουν γίνει πλέον οι Έλληνες πολίτες, που βλέπουν την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αρχικά να κατακεραυνώνει τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ ως επικίνδυνες και παράλογες, και λίγους μήνες μετά να τις υιοθετεί και να τις εφαρμόζει ως ευεργετικές για την ανάπτυξη της χώρας και την εθνική κυριαρχία.

Αυτό ακριβώς συνέβη με τη Συμφωνία των Πρεσπών, αυτό ακριβώς συνέβη με την επέκταση των θαλάσσιων συνόρων μας στο Ιόνιο, και αυτό ακριβώς συμβαίνει αυτήν τη στιγμή με την επέκταση των συνόρων μας και στα νότια και ανατολικά της Κρήτης. Από «εύκολους λεονταρισμούς» και «εθνικιστική συμφωνία», όπως είχαν πει οι κ.κ. Γεραπετρίτης και Χρυσοχοΐδης αντίστοιχα, φτάσαμε να ακούμε τον πρωθυπουργό να μιλάει για γενναίο βήμα μπροστά, για ενίσχυση του εθνικού οπλοστασίου και για εξυπηρέτηση των συμφερόντων της «νέας Ελλάδας των 200 ετών».

Σε κάθε νοήμονα πολίτη, η τακτική αυτή δείχνει παντελή έλλειψη σχεδίου, αλλά και παντελή έλλειψη ειλικρίνειας από πλευράς κυβέρνησης. Και αυτές οι δύο «τρύπες» είναι επικίνδυνες για την εθνική μας ασφάλεια και για τη χώρα, και αντανακλούν την αληθινή βαρύτητα των κυβερνητικών εξαγγελιών. Διότι, την ώρα που με τυμπανοκρουσίες ψηφίζεται το νομοσχέδιο για την επέκταση των συνόρων στο Ιόνιο, αφαιρείται σιωπηρά από την ατζέντα του επικείμενου Συμβουλίου υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, το ζήτημα της επιβολής κυρώσεων στην Τουρκία! Στις 25 Ιανουαρίου, λοιπόν, το Συμβούλιο των YΠΕΞ της Ευρώπης θα συνεδριάσει για όλα εκτός από αυτό το φλέγον ζήτημα, και την ίδια ημέρα ξεκινούν οι διερευνητικές επαφές Ελλάδας-Τουρκίας. Γίνεται σαφές, λοιπόν, ότι η ελληνική κυβέρνηση κάθε άλλο παρά πρωταγωνιστικό ρόλο έχει σε αυτή την υπόθεση, αδυνατεί να ασκήσει πολιτική που να ωφελεί τη χώρα και απλώς κουνάει καταφατικά το κεφάλι σε ό,τι προστάξει η Ευρώπη.

Για του λόγου το ασφαλές, η προ ημερών επίσημη απειλή της Τουρκίας, διά στόματος Τσαβούσογλου, που ανέφερε αυτολεξεί ότι «ή θα συζητήσουμε για όλα ή πάμε για εντάσεις», έγινε την ώρα που ακριβώς δίπλα του ήταν ο Γερμανός ομόλογός του, Χ. Μάας, και ο οποίος έκανε πως… δεν άκουσε.

Δυστυχώς, η μόνη διαχείριση στην οποία έχει «πετύχει» η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, είναι η διαχείριση των ελληνικών ΜΜΕ. Σε όλα τα υπόλοιπα μέτωπα, η Νέα Δημοκρατία καταγράφει τη μία ήττα μετά την άλλη.

Ε.Σ.