Αντιθέσεις: Νέος εκλογικός νόμος

Προβληματισμός για τον εκλογικό νόμο με ζητούμενο τη σταθερότητα

Ο εκλογικός νόμος δεν είναι αλα καρτ με βάση τα συμφέροντα του Κ. Μητσοτάκη

Υπάρχει μια σταθερά που καθοδηγεί την κυβέρνηση Μητσοτάκη, η σταθερά της… σταθερότητας. Γιατί, σε μια στιγμή που στη γειτονιά μας μαίνεται ο πόλεμος και στον κόσμο συντελούνται τεκτονικές αλλαγές, το τελευταίο που χρειάζεται η Ελλάδα είναι η πολιτική αστάθεια.

Ακριβώς αυτή η σταθερά της σταθερότητας καθοδηγεί και τις σκέψεις που διατυπώνονται τελευταία για αλλαγή του εκλογικού νόμου, παρά τις περί του αντιθέτου κατηγορηματικές δηλώσεις του πρωθυπουργού πριν από λίγο καιρό. Κι αυτό γιατί το πολιτικό σκηνικό, όπως διαμορφώνεται στο τοξικό κλίμα μετά τις καταγγελίες για την επισύνδεση στο τηλέφωνο του Νίκου Ανδρουλάκη, δεν είναι δυνατό να δώσει σταθερή κυβέρνηση χωρίς κάποια αλλαγή στον εκλογικό νόμο. Εφόσον το ΠΑΣΟΚ, όπως φυσικά και ο ΣΥΡΙΖΑ, αρνούνται κάθε ιδέα συμμαχικής κυβέρνησης με τη ΝΔ, ο δρόμος της σταθερότητας ταυτίζεται με την αυτοδυναμία. Άρα, ένας εκλογικός νόμος που διευκολύνει την αυτοδυναμία, χωρίς φυσικά να καταργεί τις αρχές της δημοκρατίας, θα ήταν η διέξοδος προς ισχυρή κυβέρνηση, με ισχυρή δημοκρατική νομιμοποίηση.

Βέβαια, επειδή η επιπολαιότητα με τους θεσμούς είναι ασυγχώρητη, αλλαγή του εκλογικού νόμου δεν έχει αποφασιστεί ακόμα από τον Κ. Μητσοτάκη. Το θέμα βρίσκεται στο επίπεδο των συζητήσεων μέσα στο κυβερνητικό στρατόπεδο, στο οποίο εντούτοις, αν κρίνουμε από τις δημόσιες τοποθετήσεις πολλών υπουργών, όπως του Γ. Γεραπετρίτη, του Γ. Οικονόμου, του Άδ. Γεωργιάδη και του Μ. Βορίδη, η άποψη για μια τέτοια πρωτοβουλία δείχνει να επικρατεί, χωρίς αυτό σε καμιά περίπτωση να προεξοφλεί την τελική απόφαση, που ανήκει στον πρωθυπουργό.

Εννοείται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έσπευσε να καταγγείλει εκ των προτέρων την πιθανή αλλαγή εκλογικού νόμου, καταλογίζοντας στον πρωθυπουργό έλλειψη σεβασμού στους θεσμούς και υποταγή των νόμων στα συμφέροντα του ίδιου και της ΝΔ. Αυτή η πολεμική, ωστόσο, έχει ένα σοβαρό κενό και μια σοβαρή ανακολουθία. Το κενό είναι ότι αγνοεί τελείως την ανάγκη της πολιτικής σταθερότητας σε συνθήκες διεθνούς αστάθειας. Και η ανακολουθία είναι ότι ενώ ο Αλέξης Τσίπρας συνεχώς και κόντρα σε όλες τις δημοσκοπήσεις διακηρύσσει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι πρώτο κόμμα, είναι αντίθετος με έναν νόμο που ευνοεί το πρώτο κόμμα.

Προφανώς, ο πρωθυπουργός θα πάρει τις αποφάσεις του με γνώμονα το εθνικό συμφέρον και όχι τις καταγγελίες της αντιπολίτευσης. Και μέχρι να τις πάρει, καλό θα ήταν η αντιπολίτευση να κραυγάζει λιγότερο και να σκέφτεται περισσότερο.

Ε.Κ.

Έχει κάτι το τραγικά αστείο η προσπάθεια για αλλαγή του εκλογικού νόμου, που ξεκίνησε δειλά από την Ντόρα Μπακογιάννη και παίρνει διαστάσεις κυβερνητικής πρωτοβουλίας, μετά τις δηλώσεις μιας σειράς από πρωτοκλασάτους υπουργούς. Μπορεί ο κύριος Μητσοτάκης να μην έχει ακόμα διατυπώσει τον τελικό χρησμό του, αλλά τα ήξεις αφίξεις Γεραπετρίτη, Βορίδη, Οικονόμου και λοιπών δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία ότι το Μαξίμου διεξάγει αυτήν τη στιγμή μια επιχείρηση για προετοιμασία του εδάφους, ώστε να περάσει χωρίς μεγάλα τραντάγματα και απώλειες η επιθυμητή αλλαγή.

Γιατί, όμως, ο Κ. Μητσοτάκης να αλλάξει έναν εκλογικό νόμο που ο ίδιος και το κόμμα του ψήφισαν όταν ήρθαν στην εξουσία, εξορκίζοντας την απλή αναλογική; Ό,τι και να λένε για την ανάγκη σταθερότητας, εκείνο που καθοδηγεί τη σκέψη και την πρωτοβουλία τους είναι η ανάγκη να αναπληρώσουν με τον εκλογικό νόμο όσα έχασαν εξαιτίας της πολιτικής τους. Αφού δηλαδή το παιχνίδι δεν τους βγαίνει, αλλάζουν τους κανόνες του, παρά το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός πριν από κάποιους μήνες αποφάνθηκε ότι «αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα», διότι ο ίδιος δεν παίζει με τους θεσμούς!

Ακριβώς αυτές οι κατηγορηματικές του δηλώσεις κάνουν αναγκαία την προετοιμασία του εδάφους, με την επίκληση της διεθνούς κατάστασης, του πολέμου, των δυσκολιών που είναι μπροστά στη χώρα. Και, βέβαια, με την ταύτιση του Κ. Μητσοτάκη με τη σταθερότητα και του Αλ. Τσίπρα με την αστάθεια, την ώρα που είναι γνωστές οι εκατόμβες της «σταθερότητας» με την πανδημία, οι πρωτιές της «σταθερότητας» με την ακρίβεια στο ρεύμα και τα είδη πρώτης ανάγκης, καθώς και τα κατορθώματα της «σταθερότητας» με την κακοποίηση του κράτους δικαίου.

Ο κ. Μητσοτάκης, σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ, Ν. Ηλιόπουλο, δεν εννοεί να καταλάβει ότι τη σταθερότητα δεν την εγγυάται κανένας εκλογικός νόμος και καμιά προπαγάνδα σταθερότητας. Την εγγυώνται η δημοκρατική νομιμοποίηση της εκλεγμένης κυβέρνησης και οι επιπτώσεις της πολιτικής της στην κοινωνία. Πολιτική σταθερότητα με όρους κοινωνικής αδικίας, διασπάθισης του δημοσίου χρήματος και κομματικής μονομέρειας δεν πρόκειται να υπάρξει. Και βέβαια ουδείς μπορεί να αγνοεί το ενδεχόμενο να πέσει, όπως είπε ο Αλέξης Τσίπρας, ο κ. Μητσοτάκης στον λάκκο που σκάβει για τους άλλους. Κι αυτό γιατί, ανάμεσα στις προεκλογικές προβλέψεις των δημοσκόπων και τις μετεκλογικές βλέψεις των κυβερνώντων, μεσολαβούν οι εκλογές. Κι εκεί θα κριθούν όλα, ακόμα και η αλλαγή εκλογικού νόμου.

Ε.Σ.