Αντιθέσεις: Πόθεν έσχες πρωθυπουργού

Το πόθεν έσχες λαϊκισμού και συκοφαντίας του Σύριζα

Γιατί αποφεύγει τη δικαιοσύνη για το πόθεν έσχες του ο πρωθυπουργός;

Ο δημοσιογράφος Κώστας Βαξεβάνης «αποκαλύπτει» ένα μη θέμα, ή κατασκευασμένο θέμα, η εφημερίδα του το δημοσιεύει στην πρώτη σελίδα, ο ΣΥΡΙΖΑ το φέρνει στη Βουλή, ο Αλέξης Τσίπρας προσωπικά το υιοθετεί με ανάρτησή του στα σόσιαλ μίντια. Έτσι, το μη θέμα γίνεται θέμα, και το κατασκευασμένο θέμα γίνεται γεγονός, για το οποίο η αξιωματική αντιπολίτευση ζητά εξηγήσεις από τον πρωθυπουργό και παρέμβαση της Δικαιοσύνης.

Πρόκειται για προσφιλή τακτική του ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος, ελλείψει ακροατηρίου για την αντιπολιτευτική του προπαγάνδα, καταφεύγει με συνέπεια σε δύο συντεταγμένες της πολιτικής του ταυτότητας: Στον λαϊκισμό, και στη συκοφαντία. Το μη θέμα, αυτήν τη φορά, αφορά το Πόθεν Έσχες του κ. Μητσοτάκη τα τελευταία χρόνια. Για το οποίο ο γνωστός για τις στενές σχέσεις του με τον ΣΥΡΙΖΑ δημοσιογράφος «αποκάλυψε» ότι δεν συμπεριλαμβάνει γαλλική εταιρεία της συζύγου του που, σύμφωνα με νόμο του 2016, επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αυτή απαγορεύεται να κατέχει. Έτσι, ο κ. Μητσοτάκης κατηγορείται ότι έχει υποβάλει ψευδές Πόθεν Έσχες και έχει παραβιάσει τον νόμο.

Το γεγονός ότι το Πόθεν Έσχες του πρωθυπουργού έχει γίνει κυριολεκτικά φύλλο και φτερό, τόσο από την αντιπολίτευση, όσο και από την αρμόδια επιτροπή, στην οποία συμμετέχουν δικαστικοί, χωρίς να βρεθεί ούτε υποψία σκιάς, δεν πτοεί καθόλου τον ΣΥΡΙΖΑ. Όπως και το γεγονός ότι ο κ. Βαξεβάνης και η εφημερίδα του έχουν πρωτόδικα καταδικαστεί για συκοφαντική δυσφήμηση, μετά από αγωγή της Μαρέβας Γκραμπόφσκι-Μητσοτάκη.

Αν τα γεγονότα όμως διαψεύδουν τις απόψεις και τις καταγγελίες του κ. Τσίπρα, τόσο το χειρότερο για τα γεγονότα. Από τη σκανδαλώδη σκευωρία της Νοβάρτις, με την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να σπιλώσει και να καταδιώξει πολιτικούς του αντιπάλους, μέχρι την υπόθεση του πρωθυπουργικού Πόθεν Έσχες, αυτή η λογική διαπερνάει την πολιτική τους. Είτε ως κυβέρνησης, είτε ως αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Το χειρότερο όμως ίσως στην τακτική αυτή είναι η συστηματική συκοφαντική στοχοποίηση της συζύγου του πρωθυπουργού. Ανυπόστατες κατηγορίες για τις επιχειρηματικές της δραστηριότητες, σχέσεις με οφσόρ, αγορά του σπιτιού του Βολταίρου, εξαπολύονται με σκοπό να πλήξουν τον πρωθυπουργό μέσω της Μαρέβας. Γεγονός που προκαλεί σε κάθε λογικό πολίτη, που δεν πάσχει από πολιτικό φανατισμό και κομματική μυωπία, προβληματισμό όχι μόνο για την πολιτική στάση, αλλά και για την ηθική υπόσταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σε στιγμές μάλιστα που η χώρα δοκιμάζεται από μια πρωτοφανή πανδημία και οι περιστάσεις απαιτούν σύνεση και σοβαρότητα. Τα σχόλια περισσεύουν.

Ε.Κ.

Μια εφημερίδα δημοσιεύει έγγραφα, σύμφωνα με τα οποία η σύζυγος του πρωθυπουργού έχει στην ιδιοκτησία της γαλλική εταιρεία, ενώ αυτό απαγορεύεται ρητά από τον νόμο. Αποκαλύπτει επίσης ότι ο πρωθυπουργός στο Πόθεν Έσχες του δεν δηλώνει επί σειρά ετών, όπως έχει υποχρέωση, την εν λόγω γαλλική εταιρεία, την οποία η σύζυγός του έχει κρύψει σε ελληνική εταιρεία-μπάμπουσκα. Από τη στιγμή που δημοσιοποιούνται αυτές οι καταγγελίες, ο πρωθυπουργός εμφανίζει ένα ιδιωτικό συμφωνητικό, που δεν έχει καμία νομική ισχύ, και δεν έχει δηλωθεί σε καμιά αρμόδια αρχή, σύμφωνα με το οποίο η κυρία Μητσοτάκη έχει μεταβιβάσει την επίμαχη εταιρεία στον αδελφό της.

Αυτά είναι τα γεγονότα, όπως τα έχει παραθέσει η εφημερίδα του Κώστα Βαξεβάνη. Και προφανώς οι αποκαλύψεις οποιασδήποτε εφημερίδας δεν ταυτίζονται σε καμία περίπτωση με δικαστικές ή εισαγγελικές αποφάσεις. Μπορεί δηλαδή να αποδειχτούν ανακριβείς. Για να γίνει αυτό, όμως, για να αποδειχτεί η ανακρίβειά τους, ο πολιτικός, και στην περίπτωσή μας ο πρωθυπουργός, που θίγεται από αυτές, δεν κυκλοφορεί φωτογραφίες του δημοσιογράφου να τρώει οικογενειακώς με τον Παύλο Πολάκη, ούτε στήνει δίκες προθέσεων και κυνήγι μαγισσών. Σε όλες τις πολιτισμένες ευρωπαϊκές χώρες καταφεύγει ο ίδιος στη Δικαιοσύνη, για να αποδείξει ότι συκοφαντείται με δόλιο σκοπό. Ο κ. Μητσοτάκης όμως αποφεύγει έως τώρα αυτή την οδό. Την περασμένη Τρίτη, μάλιστα, αναβλήθηκε, με ευθύνη της κυβερνητικής πλειοψηφίας, και η συνεδρίαση της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής, μόλις έγινε γνωστό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα ζητούσε τη διερεύνηση του Πόθεν Έσχες του πρωθυπουργού τα τελευταία χρόνια, με βάση τα δημοσιευμένα νέα στοιχεία και έγγραφα. Έτσι, με τη στάση της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού διαιωνίζεται ένα θέμα. Παραμένει η υποψία ότι αυτός παρανόμησε και προσπαθεί τώρα να αποφύγει τις συνέπειες, ενώ η σκιά βαρύνει και το κόμμα του, και το πολιτικό προσωπικό στο σύνολό του.

Τα ερωτήματα, ωστόσο, όσο κι αν το Μαξίμου καταφεύγει σε βρισιές και επιθέσεις εναντίον δημοσιογράφων και του ΣΥΡΙΖΑ, παραμένουν. Και το βασικό, το κύριο, αυτό που εκθέτει τον πρωθυπουργό, είναι: Γιατί δεν ζητάει ο ίδιος από τη Δικαιοσύνη, από τον εισαγγελέα, να παρέμβει για να φωτιστεί επιτέλους αυτή η ιστορία; Γιατί προτιμά την ανταλλαγή ανακοινώσεων με τους πολιτικούς του αντιπάλους, από την ψύχραιμη νομική προσφυγή; Γιατί δεν κάνει αυτό που ο Τσίπρας έκανε όταν καταγγέλθηκαν διάφορα για το σπίτι που νοικιάζει στο Σούνιο; Από το αφτί και στον εισαγγελέα; Τι φοβάται ο κύριος Μητσοτάκης;

Ε.Σ.