Αρχαίοι σπόροι σιτηρών στην υπηρεσία των βιοκαλλιεργητών

Ούγγροι ερευνητές εμπλέκουν όλους τους κρίκους της αλυσίδας για να φτάσει το καταλληλότερο αλεύρι μέχρι το τραπέζι του καταναλωτή

Αναγνωρίζοντας τα οφέλη που μπορεί να έχει η καλλιέργεια αρχαίων σπόρων, αλλά και λαμβάνοντας υπόψη τη συμβολή τους στην ποιότητα του ψωμιού ως βασικού ζητήματος δημόσιας υγείας, καθώς στη χώρα ένα άτομο καταναλώνει κατά μέσο όρο 36-37 κιλά ψωμιού ετησίως, Ούγγροι ερευνητές αναζητούν τις αρχαίες εκείνες ποικιλίες που θα είναι καταλληλότερες για τους βιοκαλλιεργητές της χώρας.

Πρόκειται για το Ινστιτούτο Ερευνών για τη Βιολογική Γεωργία της Ουγγαρίας (ΟMKi), που από το 2012 εργάζεται για την υποστήριξη των αγροτών σε αυτήν τη διαδικασία, μπαίνοντας από πέρυσι και στα πειράματα στο πεδίο, όπως αναφέρει το ευρωπαϊκό δίκτυο EIP-AGRI.

Η έρευνα που διεξάγει επιδιώκει να δώσει τη δυνατότητα στους παραγωγούς να καλλιεργήσουν αρχαίους σπόρους που προσαρμόζονται καλύτερα στην περιοχή τους, με επαρκείς αποδόσεις και που, φυσικά, μπορούν να καλλιεργηθούν βιολογικά.

Έμφαση στο τρίπτυχο συνεργασίας της αλυσίδας

Με τη διοργάνωση τακτικών συναντήσεων παραγωγών, αλευροποιών και αρτοποιών, αλλά και τη δημιουργία βάσης δεδομένων για το ίδιο τρίπτυχο, το πρόγραμμα ξεφεύγει από τα στενά όρια μόνο της έρευνας και επιδιώκει να διευκολύνει τους συμμετέχοντες να συναντηθούν, να προμηθευτούν υγιές, χωρίς υπολειμματικότητα, βιολογικό αλεύρι, ώστε να φτάσει σε όσο το δυνατόν περισσότερα αρτοποιεία και νοικοκυριά, υπογραμμίζει η Dr. Drexler.

 

Στα τέλη του 2020, ο φορέας ξεκίνησε ένα εθνικό δίκτυο δοκιμών βιολογικών χειμερινών ποικιλιών σιτηρών σε μικρά αγροτεμάχια, αναζητώντας πέρα από τα παραπάνω και τη διασφάλιση υψηλής ποιότητας τελικών προϊόντων αρτοποιίας, που θα φτάνουν στο τραπέζι του καταναλωτή.

Βιολογικές δοκιμές στο αγρόκτημα, με ενεργό συμμετοχή των παραγωγών σε έρευνα, εκδηλώσεις και δημοσιεύσεις, καθώς και ανάπτυξη μίας διαδικτυακής βάσης δεδομένων για την αλυσίδα παραγωγού-μυλωνά-αρτοποιού είναι μερικά από όσα περιλαμβάνουν οι δραστηριότητές του. Πρόκειται για δέκα αγροκτήματα που λαμβάνουν μέρος στις δοκιμές, υπό συνθήκες βιολογικής καλλιέργειας, με περισσότερες από 20 εγχώριες και διεθνείς ποικιλίες χειμερινού σίτου, καθώς και μία σειρά από ποικιλίες μονόκοκκου και δίκοκκου σιταριού, σε επτά τοποθεσίες της χώρας.

«Οι αρχαίοι σπόροι που ερευνούμε μπορούν να αναπτυχθούν επιτυχώς ακόμη και σε λιγότερο εύφορες περιοχές και είναι ιδιαίτερα πολύτιμοι λόγω του υψηλού βαθμού προσαρμοστικότητάς τους.

Έχουν διαφορετικά θρεπτικά χαρακτηριστικά σε σύγκριση με τoυς σύγχρονους, συχνά με διαφορετική πρωτεϊνική σύνθεση», εξηγεί η διευθύντρια του Ινστιτούτου, Dr. Dora Drexler, χαρακτηρίζοντάς τους ως ευκαιρία για μία αγορά που απευθύνεται σε κοινό με συνείδηση ως προς το περιβάλλον και την υγεία και στον τομέα της γαστρονομίας.

Ο υγιεινός τους χαρακτήρας έχει επιβεβαιωθεί προηγουμένως ερευνητικά, ενώ με την τρέχουσα έρευνα επιχειρείται περαιτέρω κατανόηση σε πτυχές όπως το γιατί είναι πιο εύπεπτα, παρά την περιεκτικότητά τους, ακόμη και από τους ευαίσθητους στη γλουτένη. Πάντως, από γεωργικής άποψης, τους αναγνωρίζονται πλεονεκτήματα όπως η αντοχή σε ασθένειες, η προσαρμοστικότητα, η ζωτικότητα και η ικανότητα καταστολής ζιζανίων.