Βαμβάκι: Αγγίζει το 20% η μείωση της εθνικής παραγωγής

του Δρος Μωχάμεντ Νταράουσε, προϊσταμένου Εθνικού Κέντρου Ταξινόμησης Βάμβακος, ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ
Η κακοκαιρία στη Θεσσαλία προκάλεσε πρωτόγνωρη ζημιά στη βαμβακοκαλλιέργεια. Από τα 2,5 εκατ. στρέμματα βαμβακοκαλλιέργειας στην Ελλάδα, τα 800.000 περίπου καλλιεργούνται στη Θεσσαλία, δηλαδή το 31% της χώρας. Από τα 800.000 στρέμματα βαμβακοκαλλιέργειας της Θεσσαλίας, 410.000 περίπου καλλιεργούνται στην Περιφερειακή Ενότητα Καρδίτσας, 270.000 στη Λάρισα, 93.000 στην Περιφερειακή Ενότητα Τρικάλων και 37.000 στρέμματα περίπου στη Μαγνησία.

Απώλεια παραγωγής σε βαμβάκι, καλαμπόκι, μηδική

Οι ζημιές από την κακοκαιρία βρίσκουν τη βαμβακοκαλλιέργεια αρκετά όψιμη, λόγω των προηγούμενων καιρικών συνθηκών. Μεγάλο ποσοστό των καρυδιών δεν έχουν ανοίξει ακόμα. Αυτό σημαίνει ότι, ανάλογα με τη διάρκεια και το ύψος του νερού που καλύπτει την καλλιέργεια, πέρα από τις άμεσες καταστροφές, το μεγάλο ποσοστό των καρυδιών δύσκολα θα ανοίξει ή δεν θα έχει κανονικό άνοιγμα. Στα πλημμυρισμένα χωράφια, στα οποία καθυστερεί η αποστράγγιση, η απώλεια της παραγωγής θα είναι ολική.

Στις περιπτώσεις που η στάθμη του νερού δεν καλύπτει μεγάλο μέρος της καλλιέργειας και το νερό έχει υποχωρήσει, η ζημιά θα είναι μικρότερη, όμως η παραγωγή θα είναι πολύ μειωμένη και ίσως σε ορισμένες περιπτώσεις να είναι σε τέτοιον βαθμό που η συλλογή του προϊόντος να μην είναι συμφέρουσα οικονομικά. Απώλεια της παραγωγής δεν υπάρχει μόνο στο βαμβάκι, αλλά και στο καλαμπόκι, στη μηδική και σε άλλες καλλιέργειες, καθώς και σε αποθηκευμένα αγροτικά προϊόντα.

Οι παραγωγοί, όμως, έχουν υποστεί και άλλες απώλειες μεγάλης αξίας σε γεωργικό εξοπλισμό, συστήματα ποτίσματος, αποθηκευμένα αγροεφόδια και σε υποδομές, η αντικατάσταση των οποίων απαιτεί χρόνο και νέα κεφάλαια. Δεν γνωρίζουμε αν ο χρόνος που απομένει θα είναι αρκετός για την αντικατάσταση του χαμένου εξοπλισμού και των υποδομών, έτσι ώστε να γίνουν οι προετοιμασίες των χωραφιών για τις χειμερινές καλλιέργειες, όπως το κριθάρι και το σιτάρι, ως μια απαίτηση της νέας ΚΑΠ για εναλλαγή καλλιεργειών.

Συνεπώς, οι επιπτώσεις θα είναι πολύ αρνητικές για όλη την αλυσίδα παραγωγής. Όλα αυτά θα φέρουν σε δύσκολη θέση τους παραγωγούς για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με την επόμενη καλλιεργητική περίοδο. Απαιτούνται σχέδια, διαδικασίες, εργασίες, χρόνος και χρήμα, έτσι ώστε η παραγωγή να μπει σε μια κανονικότητα για τις επόμενες καλλιεργητικές περιόδους.

Μειωμένη κατά 15% έως 20% η εθνική παραγωγή σε βαμβάκι

Εκτιμάται ότι το 70% των βαμβακοχώραφων στη Θεσσαλία έχει υποστεί μεγάλη ζημιά. Το ίδιο ισχύει και για άλλες καλλιέργειες, όπως το καλαμπόκι και η μηδική. Η παραγωγή σε βαμβάκι στη Θεσσαλία προβλέπεται μειωμένη κατά 50% έως 60% περίπου. Η υπόλοιπη καλλιέργεια που δεν έχει υποστεί μεγάλες ζημιές από τις πλημμύρες θα έχει πολύ χαμηλότερη παραγωγή και ποιότητα από τη συνηθισμένη, λόγω υπερβολικής εδαφικής υγρασίας, η οποία στο στάδιο αυτό προκαλεί απώλεια παραγωγής, αναβλαστήσεις και κακό άνοιγμα των καρυδιών. Αν στις μειώσεις αυτές προσθέσουμε και τις αποδόσεις που αναμένουμε στην υπόλοιπη χώρα κατά τη φετινή χρονιά, εκτιμάται ότι η εθνική παραγωγή συνολικά θα είναι μειωμένη κατά 15% έως 20% περίπου.

Πέρα από τις καλλιέργειες, τα περισσότερα εκκοκκιστήρια στη Θεσσαλία, όπου είναι συγκεντρωμένος ο μεγαλύτερος αριθμός εκκοκκιστικών επιχειρήσεων της χώρας, έχουν υποστεί μεγάλες ζημιές στις υποδομές και στον εξοπλισμό, ενώ έχουν σημειωθεί μεγάλες απώλειες σε αποθηκευμένο εκκοκκισμένο βαμβάκι της προηγούμενης εκκοκκιστικής περιόδου. Μεγαλύτερη ζημιά έχουν υποστεί τα εκκοκκιστήρια στον Νομό Καρδίτσας, όπου βρίσκεται ο μεγαλύτερος αριθμός εκκοκκιστηρίων της Θεσσαλίας.

Μεγάλη η ζημιά στο επιφανειακό υπόστρωμα του εδάφους

Το έδαφος, σε περιοχές που γειτνιάζουν με ποτάμια ή που είναι υπερυψωμένες, έχει, επίσης, υποστεί ζημιές. Πέρα από το χώμα (λάσπη), που δεν δημιουργεί ιδιαίτερο πρόβλημα, έχει μεταφερθεί στα χωράφια μεγάλος όγκος φερτών υλικών, όπως πέτρες, «σκουπίδια», δέντρα, πλαστικά, νεκρά ζώα και άλλα ξενόφερτα υλικά, τα οποία θα πρέπει να απομακρυνθούν.

Σε περιπτώσεις που ο όγκος των φερτών χωμάτων ή της λάσπης είναι πολύ μεγάλος, παρατηρήθηκε μεγάλη μεταβολή στην ομοιομορφία του επιφανειακού υποστρώματος του εδάφους, πράγμα που θα απαιτήσει εργασίες αποκατάστασης της ομαλότητας των αγρών εκ μέρους των αγροτών. Επίσης, υπάρχουν χωράφια που έχουν υποστεί μεγάλες ανωμαλίες στην επιφάνεια του εδάφους. Όλα αυτά δημιουργούν πρόσθετο κόστος και εργασία, προκειμένου να επανέλθει το έδαφος σε μια ομαλότητα, ώστε να είναι κατάλληλο για καλλιέργεια.

Μετά από τον «Ιανό» του 2020, αρκετά χωράφια είχαν πρόβλημα με εμφάνιση πολλών ζιζανίων, οι σπόροι των οποίων μεταφέρονται με το νερό. Σε κάθε περίπτωση, η ζημιά στο επιφανειακό υπόστρωμα του εδάφους εξαρτάται από τον όγκο και την ένταση ροής του νερού, καθώς και από τον όγκο και το είδος των φερτών υλικών από τις πλημμύρες.

Όλο αυτό το σκηνικό των ζημιών, αν λάβουμε υπόψη και τους άλλους παράγοντες, όπως οι αυξημένες απαιτήσεις των αγορών σε ποιότητα, οι περιβαλλοντικές απαιτήσεις που προκύπτουν από τη νέα ΚΑΠ και την Πράσινη Συμφωνία, το υψηλό κόστος παραγωγής και οι αστάθειες στις τιμές του χρηματιστηρίου, ίσως να αποτελέσει ένα πρόσθετο αρνητικό σημείο για το μέλλον της βαμβακοκαλλιέργειας. Η διαχείριση των προβλημάτων θα είναι ακόμα πιο δύσκολη στο μέλλον.