Το ελαιόλαδο βορά στην «αγρομαφία»
του Γεώργιου Ζακυνθινού,
καθηγητή Τεχνολογίας,
Ασφάλειας και Ανάπτυξης Λειτουργικών Τροφίμων
και Υγειοπροστατευτικών Προϊόντων στη Δημόσια Υγεία,
Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής
Το ελαιόλαδο είναι ένα από τα τρόφιμα που επηρεάζονται περισσότερο από απάτες στη γη, με τις αναφορές να χρονολογούνται ήδη από τον πρώτο αιώνα. Ο αρχαίος ιστορικός Γαληνός περιέγραφε πώς οι έμποροι αραίωναν τα ακριβά ελαιόλαδα με φθηνότερα συστατικά για να αυξήσουν τα κέρδη τους. Επίσης, ένα ρωμαϊκό βιβλίο μαγειρικής του 5ου αιώνα περιγράφει πώς το φτηνό ισπανικό λάδι μπορεί να μοιάσει με ακριβό ιταλικό, προσθέτοντας μυρωδικά και εκχυλίσματα από ρίζες.
Από το 2015, η νοθεία και η παραποίηση-απάτη στο ελαιόλαδο έχει μεγάλη συχνότητα. Υπήρξε μακροχρόνια συμμετοχή οργανωμένων εγκληματικών συμμοριών στη βιομηχανία ελαιολάδου, ιδιαίτερα στην Ιταλία, και είναι πιθανό ότι αυτές οι εγκληματικές συμμορίες ελέγχουν ή έχουν δεσμούς με υποτιθέμενους νόμιμους εξαγωγείς και εισαγωγείς ελαιολάδου σε όλο τον κόσμο.
Το 2017, μια έρευνα σε περισσότερα από 300.000 λίτρα ελαιολάδου, που διεξήχθη σε δύο χρόνια στη Βραζιλία, διαπίστωσε ότι το 64% από τα 279 δείγματα ήταν υποβαθμισμένα, με ορισμένα προϊόντα να περιέχουν 85% σογιέλαιο. Έκτοτε, ο αριθμός των περιστατικών διατροφικής απάτης για το ελαιόλαδο φαίνεται να έχει αυξηθεί, και σήμερα, ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες της περιόδου που διανύουμε, ο αριθμός των περιστατικών έχει αυξηθεί αισθητά. Και αυτές τις μέρες, δεν είναι μόνο το ελαιόλαδο, αλλά και άλλα προϊόντα ελιάς που κινδυνεύουν από απάτη. Ακόμη, έχει αναφερθεί ότι τα ευρωπαϊκά ελαιόλαδα, που εισάγονται συχνά στις Ηνωμένες Πολιτείες, μπορούν να εντοπιστούν σε αλυσίδες εφοδιασμού που συνδέονται με ευρωπαϊκές εγκληματικές ομάδες.
Σύμφωνα με το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου, η παγκόσμια παραγωγή το 2023/2024 έφτασε «μετά βίας» τους 2,4 εκατ. τόνους, καταγράφοντας πτώση 18% σε σύγκριση με την προηγούμενη σεζόν και ευρισκόμενη 24% κάτω από τον μέσο όρο των προηγούμενων τεσσάρων καλλιεργητικών ετών
Σε ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο το εξαιρετικό παρθένο
Το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο βρίσκεται σε ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο λόγω της υψηλής τιμής του. Πιο συχνά νοθεύεται με την προσθήκη άλλων φυτικών ελαίων, όπως σόγια ή Κανόλα. Χαμηλότερες ποιότητες ελαιολάδου, όπως το πυρηνέλαιο, χρησιμοποιούνται επίσης για τη νόθευση (αραίωση) εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου, με στόχο την αύξηση των κερδών.
Μη δηλωμένες χρωστικές ουσίες, όπως η χλωροφύλλη, συμπεριλαμβανομένης της σταθεροποιημένης με χαλκό χλωροφύλλης, μπορούν να προστεθούν για να κάνουν το χρώμα του αραιωμένου εξαιρετικού παρθένου ελαίου να φαίνεται πιο αυθεντικό, ενώ τα εμπορικά σήματα υψηλής ποιότητας «πλαστογραφούνται» από μη εξουσιοδοτημένους κατασκευαστές (= «παραποίηση/απομίμηση»).
Το 2023, η παραγωγή στη Μεσόγειο, όπως είναι γνωστό, μειώθηκε κατά 41%. Λόγω της εξαιρετικά υγρής άνοιξης τα ελαιόδεντρα άνθισαν λιγότερο, ενώ η ζέστη-ρεκόρ το καλοκαίρι συρρίκνωσε τους καρπούς που αναπτύχθηκαν, με αποτέλεσμα οι παραγωγοί να μην μπορούν να ανταποκριθούν στη ζήτηση της αγοράς.
Η κλιματική αλλαγή επηρέασε την παραγωγή του 2023/2024
Η κλιματική αλλαγή επηρέασε σημαντικά την παραγωγή ελαιολάδου για την περίοδο 2023/2024 και η παγκόσμια παραγωγή όπως προκύπτει, φαίνεται να είναι η χαμηλότερη σε πάνω από μια δεκαετία, με παραγωγή περίπου 2,4 εκατ. τόνους. Αυτό σηματοδοτεί τη δεύτερη συνεχόμενη χρονιά πτώσης.
Επίσης, όπως αναφέρθηκε, η υπερβολική ζέστη, η ξηρασία και τα απρόβλεπτα καιρικά μοτίβα αποδίδονται στην κλιματική αλλαγή μετά βεβαιότητας. Αυτές οι συνθήκες έβλαψαν την ανθοφορία και την ανάπτυξη του καρπού της ελιάς. Γενικά, η χώρα μας, αλλά και η περιοχή της Μεσογείου που είναι σημαντικός παραγωγός ελαιολάδου, επλήγη ιδιαίτερα. Μάλιστα, ορισμένοι αγρότες ανέφεραν ότι έχασαν έως και το 60% της σοδειάς τους.
Η επίπτωση της χαμηλής απόδοσης στην ποιότητα
Η μειωμένη διαθεσιμότητα ελαιολάδου θα μπορούσε ενδεχομένως να ανοίξει την αγορά σε προϊόντα χαμηλότερης ποιότητας. Σε μια προσπάθεια να σώσουν την παραγωγή τους μέσα σε δυσμενείς συνθήκες, ορισμένοι αγρότες έχουν καταφύγει σε αυξημένη χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων και λιπασμάτων.
Ενώ αυτά τα μέτρα στοχεύουν στη διατήρηση της απόδοσης, αυξάνουν ακούσια τον κίνδυνο τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων να ξεπεράσουν τα ασφαλή ρυθμιστικά όρια, θέτοντας σε σημαντική απειλή την υγεία και την ασφάλεια των καταναλωτών.
Με καιροσκοπισμό διαχειρίζονται τη χαμηλή απόδοση
Η λεγόμενη «αγρομαφία» στις ελαιοπαραγωγικές περιοχές της Μεσογείου κινήθηκε την προηγούμενη ελαιοκομική περίοδο για να καλύψει τα κενά στην προσφορά, αναπτύσσοντας τις πλαστές επιχειρήσεις έξτρα παρθένου ελαιολάδου. «Η ανάμειξη ελαιολάδου της καταναλωτικής ποιότητας του έξτρα παρθένου ελαιολάδου με εναλλακτικές λύσεις χαμηλότερης ποιότητας επέτρεψε στους εγκληματίες να προσφέρουν ανταγωνιστικές τιμές, ενώ εισέρχονταν σε νόμιμες αλυσίδες εφοδιασμού», ανέφερε για το 2023 η Europol.
Σε χώρες όπως η Ισπανία, ο Καναδάς, η Ιταλία, η Ελλάδα, το Μαρόκο, η Βραζιλία και η Πορτογαλία έχουν σημειωθεί απάτες και νοθείες. Τα είδη απάτης περιλαμβάνουν λαθραία παρασκευή, παρατυπίες εμπορίας και επισήμανσης, κλοπή ελαιολάδου και ελιών, ανάμειξη με αδήλωτα λάδια και εσφαλμένη επισήμανση της ποιότητας του ελαιολάδου. «Αυτή η παράνομη πρακτική όχι μόνο μπορεί να προκαλέσει κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, αλλά και να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών και, ως εκ τούτου, να έχει περαιτέρω οικονομικές επιπτώσεις».
Στην Ισπανία, στις 11/01/2024, ύστερα από ελέγχους, εντοπίστηκαν προϊόντα που έφεραν ψευδώς την ένδειξη «Εξαιρετικό Παρθένο Ελαιόλαδο» και «Παρθένο Ελαιόλαδο». Ανακαλύφθηκαν σε μια μη αδειοδοτημένη μονάδα παραγωγής και περιείχαν μείγματα άλλων ελαίων, συμπεριλαμβανομένου του ελαίου λαμπάντε που δεν είναι κατάλληλο για ανθρώπινη κατανάλωση.
Η εγκατάσταση αποθήκευε φυτικά έλαια και ελαιόλαδα, καθώς και μίξερ και μηχανές συσκευασίας. Υποστηρίζεται ότι η επιχείρηση αναμείγνυε σπορέλαια με μικρές ποσότητες ελαιολάδου για να μιμηθεί το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο.
Επίσης, στην Ισπανία, στις 24/01/2024, κατασχέθηκαν αρκετές ποσότητες ελαιολάδου, αφού υπάλληλοι διερεύνησαν συγκεκριμένους ισχυρισμούς 18 ελαιοκαλλιεργητών που δεν είχαν πληρωθεί για τις ελιές τους και βρήκαν ένα ανενεργό ελαιοτριβείο με σημάδια δυνητικά δόλιας δραστηριότητας, όπως ετικέτες από διαφορετική μάρκα κ.ά.
Οι ψευδείς ετικέτες χρησιμοποιήθηκαν για τη διανομή ελαιολάδου που παρέκαμπτε τους υγειονομικούς και διοικητικούς κανονισμούς. Επίσης, το ελαιοτριβείο παραγωγής δεν ήταν σωστά καταχωρισμένο. Για απάτη, παραβίαση εγγράφων και αδικήματα κατά της αγοράς αποδόθηκαν πρόστιμα. Σε δειγματοληψίες στις ΗΠΑ, στις 12/01/2024, όσον αφορά το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, βρέθηκε εσφαλμένη επισήμανση στο 48% των δειγμάτων, ενώ ένα ποσοστό δειγμάτων κοντά στο 10% ήταν ελαιόλαδα με μείγματα λαμπάντε, που δεν είναι κατάλληλο για κατανάλωση. Τα έλαια εισήχθησαν από Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα και Τσεχία.
Η υψηλή ζήτηση και η χαμηλή προσφορά δημιουργούν συνθήκες απάτης
Στην ΕΕ, η μέση τιμή του ελαιολάδου έχει αυξηθεί κατά 75% από τον Ιανουάριο του 2021 και στην Ισπανία, τον μεγαλύτερο παραγωγό ελαιολάδου, η τιμή έχει αυξηθεί κατά 150% τα τελευταία δύο χρόνια, με αποτέλεσμα ορισμένα σούπερ μάρκετ να βάζουν ετικέτες ασφαλείας ή λουκέτα και αλυσίδες για την αποφυγή κλοπής.
Κορυφαίος επιχειρηματικός οργανισμός της Ισπανίας δήλωσε ότι σημειώθηκε αύξηση 30% στις επαναλαμβανόμενες κλοπές που στόχευαν λιανοπωλητές το 2022 και επιπλέον 12% μέχρι στιγμής το 2023. Οι ισπανικές εξαγωγές μειώνονται αισθητά από τον Δεκέμβριο του 2022, όταν ο όγκος μειώθηκε έως και 30%, σύμφωνα με στοιχεία που κατέγραψε το ισπανικό υπουργείο Γεωργίας.
Αν και οι τιμές έχουν, επίσης, αυξηθεί στη γειτονική Πορτογαλία, παραμένουν χαμηλότερες από την Ισπανία και γι’ αυτό πολλοί Ισπανοί έχουν αρχίσει να περνούν τα σύνορα για να αγοράσουν το ελαιόλαδό τους σε φθηνότερη τιμή, με ένα λίτρο ελαιολάδου να κοστίζει 27% περισσότερο στην Ισπανία σε σύγκριση με την Πορτογαλία. Στην Ελλάδα, η τιμή του ελαιολάδου αυξήθηκε σχεδόν κατά 70% μεταξύ Ιανουαρίου 2021 και Σεπτεμβρίου 2023, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ).
Διεθνείς εμπειρογνώμονες αναφέρουν ότι οι «τιμές θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν» και η σοδειά του 2023/2024 θα εξαντληθεί χωρίς να είμαστε ακόμη σίγουροι κατά πόσο. Φυσικά, η ανάγκη σε κατανάλωση μπορεί να ανεβάσει την «τιμή». Διαπιστώνεται ότι για δεύτερο χρόνο, οι ξηρασίες έχουν προκαλέσει μείωση της παγκόσμιας παραγωγής ελαιολάδου, αφήνοντας υψηλή ζήτηση για το προϊόν ελιάς.
Σύμφωνα με το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου, η παγκόσμια παραγωγή ελαιολάδου αυτήν τη σεζόν έφτασε «μετά βίας» τους 2,4 εκατ. τόνους, καταγράφοντας πτώση 18% σε σύγκριση με το 2022/2023 και ευρισκόμενη 24% κάτω από τον μέσο όρο των προηγούμενων τεσσάρων καλλιεργητικών ετών, σημειώνοντας πτώση σε σχέση με την περσινή συγκομιδή και υποχωρώντας σημαντικά κάτω από την παγκόσμια ζήτηση των περίπου 3 εκατ. τόνων. Η Ισπανία και η Ιταλία υπέστησαν σοβαρές ελλείψεις παραγωγής, πράγμα που σημαίνει ότι οι τιμές για την εξαγωγική περίοδο του 2024 αναμένεται να αυξηθούν ακόμη περισσότερο, καθιστώντας την αγορά ακόμη πιο ελκυστική για τους εγκληματίες της διατροφικής απάτης και της πειρατείας.
Συμπεράσματα
Η μειωμένη παραγωγή και οι επακόλουθες υψηλές τιμές του ελαιολάδου προβλέπεται να επιδεινώσουν τα ζητήματα απάτης στον κλάδο. Το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο γίνεται πολύ ακριβό. Και μπορεί να μην είναι καν αληθινό. Η νόθευση, η εσφαλμένη επισήμανση και άλλες δόλιες πρακτικές μπορεί να γίνουν πιο διαδεδομένες, καθώς επιτήδειοι προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την κατάσταση.
Η μειωμένη παραγωγή και οι επακόλουθες υψηλές τιμές του ελαιολάδου προβλέπεται να επιδεινώσουν τα ζητήματα απάτης στον κλάδο. Το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο γίνεται πολύ ακριβό. Και μπορεί να μην είναι καν αληθινό
Όλα τα παραπάνω υπογραμμίζουν την ανάγκη για αυστηρές δοκιμές, διαδικασίες πιστοποίησης και μηχανισμούς ιχνηλασιμότητας για την προστασία των καταναλωτών και τη διατήρηση της ακεραιότητας των προϊόντων ελαιολάδου. Οι τακτικές και αυστηρές δοκιμές είναι απαραίτητες για την καταπολέμηση της απάτης στο ελαιόλαδο και την προστασία τόσο των καταναλωτών όσο και των έντιμων παραγωγών.
Οι επιπτώσεις της κακής πρακτικής εκτείνονται πέρα από τον παραπλανημένο καταναλωτή. Οι αυθεντικοί παραγωγοί, αφοσιωμένοι στη διατήρηση υψηλών προτύπων, βρίσκονται να ανταγωνίζονται προϊόντα με άδικες χαμηλές τιμές. Αυτό όχι μόνο επηρεάζει τα προς το ζην, αλλά και τη φήμη περιοχών που είναι ιστορικά γνωστές για το ελαιόλαδό τους.