Ο παγκόσμιος Άτλας της βιολογικής παραγωγής (infographic)
Η βιολογική γεωργία επεκτείνεται σε όλο και περισσότερες χώρες, όσον αφορά την καλλιέργεια, ενώ ταυτόχρονα όλο και περισσότεροι καταναλωτές προτιμούν βιολογικά, όπως φανερώνεται στην έκθεση για τη Βιολογική Γεωργία, που συνέταξε το Ινστιτούτο Ερευνών για τη βιολογική Γεωργία FiBL – IFOAM σε συνεργασία με την Organics International, η οποία δημοσιεύτηκε πρόσφατα.
Η βιολογική παραγωγή, εκτός από την αξία της, όσον αφορά την ανθρώπινη διατροφή, αναδεικνύεται πλέον και κρίσιμος παράγοντας βιωσιμότητας για το περιβάλλον, καθώς αναγνωρίζεται ο σημαντικός ρόλος της γεωργίας στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, που πλέον είναι σαφώς παρούσα. Ο Andre Leu, πρόεδρος του IFOAM, σημειώνει χαρακτηριστικά ότι «το 2016 ήταν το πιο ζεστό έτος τα τελευταία 70 χρόνια, προκαλώντας τρομερή ξηρασία σε πολλές χώρες της υποσαχάριας Αφρικής και ακραία καιρικά φαινόμενα σε πολλές χώρες».
Οι αριθμοί
Η Ωκεανία είναι η ήπειρος με τη μεγαλύτερη βιολογικά καλλιεργούμενη έκταση, συνολικά 22,8 εκατ. εκτάρια, που αντιστοιχεί περίπου στο 45% των εκτάσεων που καλλιεργούνται βιολογικά στον κόσμο. Ακολουθεί η Ευρώπη, όπου 12,7 εκατ. εκτάρια καλλιεργούνται βιολογικά, περίπου το 25% της παγκόσμιας «βιολογικής» έκτασης. Στη Λατινική Αμερική, καλλιεργούνται 6,7 εκατ. εκτάρια (το 13% της συνολικής έκτασης), στην Ασία 4 εκατ. εκτάρια (το 8% της συνολικής έκτασης), στη Βόρεια Αμερική 3 εκατ. εκτάρια, (το 6% της συνολικής έκτασης) και στην Αφρική 1,7 εκατ. εκτάρια (το 3% της συνολικής έκτασης). Οι χώρες με τις μεγαλύτερες εκτάσεις βιολογικών καλλιεργειών είναι η Αυστραλία, με 22,7 εκατ. εκτάρια, η Αργεντινή με 3,1 εκατ. εκτάρια και οι ΗΠΑ με 2 εκατ. εκτάρια.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το 6,2% των εκτάσεων καλλιεργούνται βιολογικά. Ωστόσο, ειδικά σε μερικές χώρες, τα ποσοστά είναι πολύ πιο υψηλά, όπως το Λιχτενστάιν με 30,2% επί του συνόλου βιολογικά καλλιεργούμενων εκτάσεων και η Αυστρία, με το 21,3% των εκτάσεών της να καλλιεργείται βιολογικά. Σε έντεκα χώρες της ΕΕ, το 10% της συνολικής έκτασης ή και περισσότερο καλλιεργείται οργανικά.
Πάντως, οι συνολικά καλλιεργούμενες βιολογικά εκτάσεις αυξήθηκαν κατά 6,5 εκατ. εκτάρια μέσα σε μόλις έναν χρόνο από το 2014 έως και το 2015, κυρίως λόγω της μεγάλης αύξησης των εκτάσεων που σημειώθηκε στην Αυστραλία, αλλά και σε άλλες χώρες.
Παραγωγοί βιολογικών προϊόντων
Το 35% των παραγωγών βιολογικών προϊόντων βρίσκεται στην Ασία, το 30% στην Αφρική και το 19% στη Λατινική Αμερική. Οι χώρες με τους περισσότερους παραγωγούς, που καλλιεργούν οργανικά, είναι η Ινδία, με 585.200 αγρότες, η Αιθιοπία με 203.602 αγρότες και το Μεξικό με 200.039 αγρότες. Ο αριθμός των παραγωγών αυξήθηκε από το 2014 κατά 7% ή κατά 160.000 σε απόλυτους αριθμούς. Το 1/4 της καλλιεργούμενης οργανικά έκτασης, δηλαδή 12,8 εκατ. εκτάρια και περισσότεροι από το 89% των παραγωγών, δηλαδή 2,1 εκατ. καλλιεργητές, βρίσκονται στις αναπτυσσόμενες χώρες. Δυστυχώς, κάποιες χώρες με μεγάλες μάλιστα εκτάσεις, όπως η Αυστραλία, η Βραζιλία και η Ινδία παρέχουν λίγες πληροφορίες – στοιχεία για αυτές.
Καλλιέργειες
Πάνω από τα 2/3 των αγροτικών εκτάσεων, 33,1 εκατ. εκτάρια, που καλλιεργούνται βιολογικά, είναι βοσκότοποι και σχεδόν 10 εκατ. εκτάρια είναι αρόσιμες εκτάσεις (περίπου το 20% της έκτασης που καλλιεργείται βιολογικά παγκοσμίως). Σε αυτές τις εκτάσεις καλλιεργείται κυρίως ρύζι (3,9 εκατ. στρέμματα), νωπές χορτονομές, δηλαδή τριφύλλι και άλλα κτηνοτροφικά φυτά (2,5 εκατ. εκτάρια), ελαιούχοι σπόροι (1,2 εκατ. εκτάρια), φυτά για την παραγωγή κλωστικών ινών, όπως το βαμβάκι, σε 0,4 εκατ. εκτάρια και όσπρια σε 0,4 εκατ. εκτάρια.
Μόνιμες καλλιέργειες υπάρχουν στο 9% των βιολογικά καλλιεργούμενων εκτάσεων, που καλύπτουν περίπου 4 εκατ. εκτάρια. Σε σχέση με την προηγούμενη αντίστοιχη έρευνα, το 2014, παρατηρείται αύξηση περίπου κατά 640.000 εκτάρια. Η πλέον σημαντική «μόνιμη» καλλιέργεια είναι ο καφές, που καλλιεργείται σε περίπου ένα εκατ. εκτάρια και ακολουθούν οι ελιές (οι βιολογικοί ελαιώνες καταλαμβάνουν 0,7 εκατ. εκτάρια), τα τροπικά και υποτροπικά φρούτα, που καλλιεργούνται σε έκταση 0,3 εκατ. εκταρίων, και τα σταφύλια, τα οποία καλλιεργούνται σε 0,3 εκατ. εκτάρια.
Ειδικά για το βαμβάκι, τα στοιχεία δείχνουν ότι την καλλιεργητική περίοδο 2014/2015 παρήχθησαν 112.488 μετρικοί τόνοι ίνας οργανικού βαμβακιού από 350.033 εκτάρια, που καλλιεργήθηκαν παγκοσμίως από 193.840 αγρότες. Βιολογικό πιστοποιημένο βαμβάκι καλλιεργείται πλέον σε 19 χώρες, αλλά το 92% της συνολικής παραγόμενης ποσότητας προέρχεται από πέντε χώρες. Η Ινδία παραμένει μακράν η μεγαλύτερη παραγωγός, καλλιεργώντας τα 2/3 του οργανικού βαμβακιού παγκοσμίως, και ακολουθούν η Κίνα, η Τουρκία, το Κιργιστάν και οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Παγκόσμια αγορά βιολογικών
To εμπόριο βιολογικών προϊόντων έφτασε τα 81,9 δισ. δολάρια το 2015, σημειώνοντας αύξηση της τάξης του 10% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Μάλιστα, εκτιμάται ότι η αύξηση αυτή θα συνεχιστεί. Η Βόρεια Αμερική και η Ευρώπη συγκεντρώνουν τις μεγαλύτερες πωλήσεις βιολογικών προϊόντων. Συγκεκριμένα, το 90% των βιολογικών τροφίμων και ποτών πωλούνται σε αυτές τις δύο περιοχές του πλανήτη. Παράλληλα, οι πωλήσεις βιολογικών προϊόντων έχουν σημειώσει πτώση στην Ασία, στη Λατινική Αμερική και στην Αφρική. Πολλά από τα βιολογικά προϊόντα που καλλιεργούνται σε αυτές τις χώρες προορίζονται για εξαγωγές.
Πρέπει να σημειωθεί ότι τα βιολογικά προϊόντα έχουν να αντιμετωπίσουν μια πρόκληση. Στις περισσότερες χώρες, ακόμα και εκεί όπου υπάρχει η μεγαλύτερη κατανάλωση, μόνο μια μικρή ομάδα καταναλωτών τα αγοράζει. Αυτό σημαίνει ότι οι παραγωγοί και όλοι οι εμπλεκόμενοι στη συγκεκριμένη αγορά θα πρέπει να επικεντρωθούν τόσο στις ανάγκες όσο και στις απαιτήσεις των καταναλωτών.
Το 2015, οι χώρες με τη μεγαλύτερη ζήτηση (αγορά) βιολογικών προϊόντων είναι κατά σειρά οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, με αξία 35,8 δισ. ευρώ, η Γερμανία με 8,6 δισ. ευρώ και η Γαλλία με 5,5 δισ. ευρώ. Η υψηλότερη κατά κεφαλήν κατανάλωση –περισσότερα από 170 ευρώ ανά άτομο– σημειώνεται στην Ελβετία, και ακολουθούν η Δανία, το Λουξεμβούργο και η Σουηδία.
Η βιολογική γεωργία στην Αφρική
Περίπου 1,7 εκατ. εκτάρια καλλιεργούνται με τις μεθόδους της βιολογικής γεωργίας στην Αφρική, η οποία φιλοξενεί το 3% της συνολικής βιολογικά καλλιεργούμενης έκτασης στον κόσμο. Περίπου 700. 000 αγρότες ασχολούνται με τη βιολογική γεωργία στην Αφρική. Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις, σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά, παρουσιάζουν αύξηση κατά περίπου 400.000 εκτάρια. Η Τανζανία είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη βιολογικά καλλιεργούμενη έκταση, 270.000 εκτάρια, και η Αιθιοπία η χώρα με τον μεγαλύτερο αριθμό παραγωγών, περίπου 200.000. Η πλειονότητα των πιστοποιημένων βιολογικών παραγόμενων προϊόντων προορίζεται για εξαγωγή. Οι καλλιέργειες «κλειδί» στην Αφρική είναι ο καφές, οι ελιές, οι ξηροί καρποί, το κακάο, οι ελαιούχοι σπόροι και το βαμβάκι. Στην Αφρική, μόνο το Μαρόκο και η Τυνησία έχουν νομοθεσία για την οργανική παραγωγή προϊόντων.
Στην Κένυα, επίσης, τα στοιχεία δείχνουν εντυπωσιακή αύξηση τόσο στην κατανάλωση όσο και στις καλλιεργούμενες εκτάσεις. Η ζήτηση για βιολογικά προϊόντα από τους πλούσιους της χώρας, ειδικά σε καφέ και τσάι, προσφέρει πολλές επιχειρηματικές ευκαιρίες, εκτιμάται στην έκθεση, στην οποία αναφέρεται ότι όλο και περισσότεροι αγρότες θα ασχοληθούν στο μέλλον με τη βιολογική καλλιέργεια.
Η βιολογική γεωργία στην Ασία
Η συνολική έκταση που καλλιεργείται βιολογικά στην Ασία πλησιάζει τα 4 εκατ. εκτάρια, τα οποία καλλιεργούν 0,8 εκατ. παραγωγοί, οι περισσότεροι από τους οποίους βρίσκονται στην Ινδία. Οι χώρες με τις μεγαλύτερες βιολογικά καλλιεργούμενες εκτάσεις στην Ασία είναι η Κίνα (1,6 εκατ. εκτάρια) και η Ινδία (περίπου 1,2 εκατ. εκτάρια). Το Timor – Leste έχει το μεγαλύτερο ποσοστό βιολογικά καλλιεργούμενης έκτασης στην Ασία, δηλαδή 6,6%. Νομοθεσία για τη βιολογική καλλιέργεια έχουν 19 χώρες και ακόμα πέντε βρίσκονται σε διαδικασία νομοθέτησης συγκεκριμένων κανόνων.
Το ποσοστό της ζήτησης βιολογικών προϊόντων στην Ασία αυξάνεται, με την Κίνα να κατέχει το μεγαλύτερο μερίδιο στην αγορά σε αυτή την περιοχή. Και η Ινδία όμως, εκτός του ότι παράγει βιολογικά κυρίως για εξαγωγές, παρουσιάζει και μια διαρκώς αναπτυσσόμενη τοπική αγορά βιολογικών προϊόντων. Η αύξηση των εισοδημάτων της μεσαίας τάξης της χώρας έχει αυξήσει τη ζήτηση βιολογικών προϊόντων ειδικά στις πόλεις.
Πολλές ασιατικές χώρες υποστηρίζουν τη βιολογική καλλιέργεια, όπως η Κίνα, που υπέγραψε το πρώτο διμερές σύμφωνο για την πιστοποίηση βιολογικών προϊόντων με τη Νέα Ζηλανδία. Ακόμα περισσότερο, η κινεζική κυβέρνηση αποφάσισε να στηρίξει πιο πολύ την παραγωγή βιολογικών προϊόντων στο «εθνικό σχέδιο για τη δημιουργία του οικολογικού πολιτισμού. Εθνικές πολιτικές για τη βιολογική γεωργία εγκρίθηκαν στο Μπαγκλαντές και στο Κιργιστάν το 2016 και στη Νότια Κορέα, όπου όμως απαιτούνται κεφάλαια.
Η βιολογική γεωργία στην Ευρώπη
Μέχρι το τέλος του 2015, 12,7 εκατ. εκτάρια αγροτικών εκτάσεων στην Ευρώπη καλλιεργούνταν βιολογικά (από τα οποία τα 11,2 εκατ. εκτάρια στην Ευρωπαϊκή Ένωση).
Περίπου 350.000 παραγωγοί στην Ευρώπη (270.000 εξ αυτών στην Ευρωπαϊκή Ένωση) ασχολούνται με τη βιολογική γεωργία. Στην Ευρώπη, το 2,5% των συνολικά καλλιεργούμενων εκτάσεων είναι βιολογικές (στην Ευρωπαϊκή Ένωση το ποσοστό είναι 6,2%) και το 25% των παγκοσμίως καλλιεργούμενων εκτάσεων, με βάση τις αρχές της βιολογικής γεωργίας, βρίσκονται στην Ευρώπη. Οι εκτάσεις, μάλιστα, αυξήθηκαν κατά 1 εκατομμύριο εκτάρια το 2015 σε σχέση με το 2014.
Οι χώρες με τις μεγαλύτερες βιολογικά καλλιεργούμενες εκτάσεις είναι η Ισπανία, σχεδόν 2 εκατ. εκτάρια, η Ιταλία, με 1,5 εκατ. εκτάρια, και η Γαλλία, 1,4 εκατ. εκτάρια. Το εμπόριο βιολογικών προϊόντων στην Ευρώπη φτάνει τα 29,8 δισ. ευρώ (Ευρωπαϊκή Ένωση 27,1 δισ. ευρώ), σημειώνοντας αύξηση της τάξης του 13% σε σχέση με το 2014.
Η μεγαλύτερη αγορά για τα βιολογικά προϊόντα είναι η Γερμανία, με πωλήσεις της τάξης των 8,6 δισ. ευρώ, και ακολουθεί η Γαλλία (πωλήσεις 5,5 δισ. ευρώ) και το Ηνωμένο Βασίλειο (πωλήσεις 2,6 δισ. ευρώ). Παρά, όμως, τη δυναμική που φαινόταν να έχει η ευρωπαϊκή αγορά βιολογικών προϊόντων, τα τελευταία χρόνια δεν αναπτύσσεται με την ίδια ταχύτητα όπως παλαιότερα. Στην Ευρώπη, όλες οι χώρες έχουν νομοθεσία για τα βιολογικά προϊόντα. Η αναθεώρηση της σχετικής νομοθεσίας ήταν ένα σημαντικό θέμα το 2016, ωστόσο, οι τριμερείς διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν ολοκληρώθηκαν δεδομένου ότι υπάρχουν διαφωνίες σε κομβικά θέματα.
Η… βιολογική Ελλάδα σε αριθμούς
Η Ελλάδα ακολουθεί μια δική της πορεία σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Ο αριθμός των παραγωγών μειώθηκε από το 2014 μέχρι το 2015, καθώς το 2015 καταγράφηκαν 19.604 παραγωγοί βιολογικών προϊόντων, ενώ το 2014 ο αριθμός τους ήταν 20.186. Η μείωση των παραγωγών, σε συνδυασμό με την αύξηση των εκτάσεων, μπορεί να είναι αποτέλεσμα είτε της επέκτασης των υφιστάμενων παραγωγών είτε της εισόδου νέων παραγωγών με μεγαλύτερες, όμως, σε μέγεθος εκτάσεις.
Να σημειωθεί, επίσης, ότι η χώρα μας κατατάσσεται στην 8η θέση της ευρωπαϊκής κατάταξης σε σχέση με τον συνολικό αριθμό των παραγωγών και στη 12η σε σχέση με τα καλλιεργούμενα στρέμματα. Η προκήρυξη του ΠΑΑ 2014-2020 και το γεγονός ότι το 13% περίπου των συνολικών δαπανών αναμένεται να διατεθεί στη βιολογική παραγωγή θα δώσουν νέα ώθηση στον κλάδο.
Η βιολογική γεωργία σε Λατινική Αμερική και Καραϊβική
Στη Λατινική Αμερική, περίπου 460.000 παραγωγοί καλλιεργούν βιολογικά 6,7 δισ. στρέμματα. Αυτές οι εκτάσεις αποτελούν το 13% των συνολικά καλλιεργούμενων εκτάσεων στον κόσμο και το 1% των εκτάσεων που καλλιεργούνται στην περιοχή. Οι χώρες με τις μεγαλύτερες εκτάσεις είναι η Αργεντινή (3,1 εκατ. εκτάρια), η Ουρουγουάη (1,3 εκατ. εκτάρια) και η Βραζιλία (0,75 εκατ. εκτάρια).
Πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής παραμένουν σημαντικοί εξαγωγείς βιολογικών προϊόντων, όπως μπανάνες, κακάο και καφέ. Σε χώρες όπως η Αργεντινή και η Ουρουγουάη, τα φρούτα και το κρέας αποτελούν βασικά εξαγώγιμα προϊόντα. Στην περιοχή, 23 χώρες έχουν νομοθεσία για την παραγωγή βιολογικών προϊόντων. Τον Μάιο του 2016, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Χιλή κατέληξαν σε συμφωνία, όσον αφορά το εμπόριο των βιολογικών προϊόντων, προχωρώντας σε αντιστοίχιση των κανόνων που ισχύουν για τη βιολογική παραγωγή και του συστήματος ελέγχων που εφαρμόζονται στις δύο χώρες.
Η βιολογική παραγωγή στην περιοχή εξαρτάται πολύ από τη συνεργασία και τους συνεταιρισμούς μικρών παραγωγών, ειδικά όσον αφορά τον καφέ, το κακάο, την μπανάνα, το μάνγκο, τους σπόρους των Άνδεων, όπως π.χ. η κινόα, και του τζίντζερ. Η δυνατότητα των χωρών της Λατινικής Αμερικής να αναπτύξουν τον τομέα της βιολογικής τους παραγωγής θα αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό, αν υπάρξει στήριξη από τις κυβερνήσεις των χωρών.
Η βιολογική γεωργία στην Βόρεια Αμερική
Στη Βόρεια Αμερική, περίπου 3 εκατ. εκτάρια καλλιεργούνται βιολογικά και από αυτά τα 2 εκατ. εκτάρια βρίσκονται στις Ηνωμένες Πολιτείες και τα 0,9 εκατ. εκτάρια στον Καναδά. Το «μπουμ» στην αμερικανική βιομηχανία βιολογικών προϊόντων συνεχίζεται, με τις πωλήσεις να φτάνουν τα 43,3 δισ. δολάρια έως το τέλος του 2015. Από αυτά, τα 39,7 δισ. δολάρια αφορούσαν πωλήσεις βιολογικών τροφίμων και τα υπόλοιπα πωλήσεις βιολογικών μη βρώσιμων προϊόντων. Το αμερικανικό υπουργείο Γεωργίας, τον Ιανουάριο του 2017, επισήμως πρότεινε ένα εθνικό πρόγραμμα έρευνας και προώθησης των βιολογικών προϊόντων. Tα βιολογικά προϊόντα έχουν μεγάλη ζήτηση και στον Καναδά. Η εσωτερική κατανάλωση βιολογικών προϊόντων έφτασε τα 4,7 δισ. δολάρια Καναδά και αναμένεται να αυξηθεί.
Η βιολογική γεωργία στην Ωκεανία
Η περιοχή περιλαμβάνει την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία και τα νησιά του Ειρηνικού, όπου 22.000 παραγωγοί διαχειρίζονται 22,8 εκατ. εκτάρια. Αυτό αποτελεί το 5,4% της αγροτικής έκτασης στην περιοχή και το 45% των εκτάσεων παγκοσμίως, που καλλιεργούνται με βιολογικές μεθόδους. Το 99% αυτών των εκτάσεων βρίσκεται στην Αυστραλία, το μεγαλύτερο ποσοστό των οποίων (97%) είναι βοσκοτόπια.
Η ζήτηση από την πλευρά των καταναλωτών σε αυτές τις περιοχές αυξάνεται διαρκώς, δίνοντας ώθηση και στην παραγωγή. Στην Αυστραλία, η αγορά οργανικών προϊόντων φτάνει τα 1,3 δισ. δολάρια Αυστραλίας και στη Νέα Ζηλανδία τα 197 εκατ. δολάρια Νέας Ζηλανδίας. Οι εκτάσεις που είναι πιστοποιημένες στην Αυστραλία ως βιολογικές αυξάνονται συνεχώς και κυρίως πρόκειται για βοσκότοπους που χρησιμοποιούνται για την εκτροφή αγελάδων για την παραγωγή βοδινού κρέατος.